Για ποια
πόλη μιλάμε
Η Θεσσαλονίκη είναι μια πόλη με ιδιαιτερότητες που αξίζει να
παραθέσουμε εισαγωγικά για να αντιληφθούμε τα μεγέθη, τις αναλογίες και που
πραγματικά πρέπει να στοχεύσουμε συλλογικά. Με μια σύντομη ματιά στην Ιστορία
διαπιστώνει κανείς ότι στην πραγματικότητα, η Θεσσαλονίκη είναι ένα από τα λίγα
αστικά κέντρα που έχουν συνεχή ζωή από την ελληνιστική περίοδο μέχρι σήμερα.
Άρα μιλάμε για ένα αστικό κέντρο που ήταν συνεχώς πόλη. Μπορεί κανείς επίσης να
μιλήσει και για την πρώτη σύγχρονη ευρωπαϊκή πόλη καθώς αν ορίζουμε την
«ευρωπαϊκότητα» ως την ένωση αρχαίας ελληνικής κοσμοθεωρίας και κληρονομιάς, με
τον ρωμαϊκό οικουμενισμό και την χριστιανική πνευματικότητα και τους
μετασχηματισμούς που επέφερε, τότε η Θεσσαλονίκη είναι πράγματι το πρώτο
ολοκληρωμένο «εργαστήρι» της Ευρώπης. Είναι μια πόλη όπου όλα αυτά συνυπάρχουν
σε απόσταση λίγων μέτρων. Περπατάς από την Καμάρα (ρωμαϊκή) στη Ροτόντα
(παγανιστική-χριστιανική), και λίγα τετράγωνα μετά βρίσκεσαι σε βυζαντινούς
ναούς όπως ο Άγιος Δημήτριος και η Αγία Σοφία. Η κάθοδος στον σταθμό του Μετρό
Αγίας Σοφίας – εκεί στις κυλιόμενες – που αποτυπώνεται μέρος αυτής της
χρονοσειράς δεν μπορεί παρά να σε γεμίζει υπερηφάνεια για τον τόπο σου. Λίγα
μέτρα πιο πέρα, στο σταθμό Βενιζέλου, συναντά κανείς την αρχαία ρωμαϊκή λεωφόρο
Decumanus Maximus – έναν δρόμο στον φυσικό του χώρο.
Βυζαντινή
Σε αυτή την περιοδολόγηση της ιστορίας της πόλης μας,
εξέχουσα θέση κατέχει και πρέπει να κατέχει η Βυζαντινή Θεσσαλονίκη. Για
πολλούς λόγους η πόλη μας πρέπει να επενδύσει σε αυτήν της την κληρονομιά και
να αρθεί στο ύψος της ιστορικής περίστασης. Η Θεσσαλονίκη υπήρξε για σχεδόν
χίλια χρόνια η δεύτερη πόλη μιας αυτοκρατορίας που καθόρισε την ευρωπαϊκή
ταυτότητα. Από τα χρόνια του Μεγάλου Κωνσταντίνου ως την πτώση της Πόλης, η
Θεσσαλονίκη ήταν φρούριο και φάρος, λιμάνι και κέντρο ιδεών, τόπος εμπορίου,
θεολογίας, τέχνης. Ήταν το «δίδυμο άστρο» της Κωνσταντινούπολης και αφού η
φυσική πρωτεύουσα του νέου ελληνισμού είναι εκτός ευρωπαϊκού χώρου και
κυριαρχίας, μοιραία το βάρος πέφτει σε αυτήν. Και υπάρχει μια διάσταση ηθική
και ένα χρέος. Η Θεσσαλονίκη είναι κληρονόμος μιας αλυσίδας αιώνων. Τα μνημεία
της δεν είναι απλώς πέτρες – είναι μνήμες της συλλογικής πορείας μας. Η
αδιαφορία για αυτά είναι αδιαφορία για τον εαυτό μας. Όπως οι πόλεις που αναδεικνύουν
την ιστορία τους αποκτούν συνείδηση συνέχειας, έτσι κι εμείς μπορούμε να
ξαναβρούμε ένα αφήγημα που να μας ενώνει.
Κι όμως, σήμερα αυτή η βυζαντινή ψυχή της πόλης παραμένει
σιωπηλή, κρυμμένη πίσω από πολυκατοικίες, λησμονημένη στο καθημερινό άγχος και
στις μικρές φιλοδοξίες μας. Μπορούμε να κλάψουμε γιατί αντί για «ζωντανό
μουσείο» έχουμε διάσπαρτα μνημεία χωρίς μια ενιαία αφήγηση. Μπορούμε επίσης να
αποφασίσουμε να δημιουργήσουμε το αφήγημα, να ενοποιήσουμε χώρους και διαδρομές
και να αναδείξουμε όπως τους πρέπει. Η ανάδειξη της βυζαντινής Θεσσαλονίκης δεν
είναι νοσταλγία – είναι πράξη πολιτικής ταυτότητας. Να χαράξουμε πολιτιστικές
διαδρομές που συνδέουν τα μνημεία μεταξύ τους, να δημιουργήσουμε ζωντανά κέντρα
ερμηνείας της βυζαντινής τέχνης και καθημερινότητας, να φέρουμε φεστιβάλ
μουσικής, θεάτρου και λόγου που αναβιώνουν τον πλούτο εκείνης της εποχής.
Σημαίνει να διεκδικήσουμε ρόλο διεθνές, ως πόλη-κέντρο μελέτης του Βυζαντίου,
φιλοξενώντας συνέδρια, ερευνητικά προγράμματα, και να μετατρέψουμε την ιστορική
μας κληρονομιά σε μοχλό ανάπτυξης.
Η πρόταση
Για όλα τα ανωτέρω υπάρχουν καταλληλότεροι εμού –
επιστήμονες, ιστορικοί, αρχαιολόγοι, μουσειολόγοι- να μιλήσουν και να γράψουν
και είμαι σίγουρος ότι πολλοί το έχουν κάνει. Η δική μου η πρόταση είναι
διαφορετική. Επισκεπτόμενος προ 3 ετών το Βερολίνο, ο δρόμος με οδήγησε στο
Μουσείο της Περγάμου, ένα από τα διασημότερα μουσεία του κόσμου, γνωστό για τα
μνημειακά αρχιτεκτονικά σύνολά του - τον Βωμό της Περγάμου, την Πύλη της Αγοράς
της Μιλήτου και την Πύλη της Ιστάρ. Στεγάζεται στη Νήσο των Μουσείων και
αποτελεί κορυφαίο προορισμό για ιστορία, τέχνη και αρχαιολογία. Λίγα μέτρα
δίπλα του λειτουργεί το «Pergamonmuseum. Das Panorama» με το 360° έργο του
Yadegar Asisi. Είναι το μουσείο που κρατά ζωντανή την εικόνα της αρχαίας
Περγάμου, με σύγχρονη τεχνολογία.
Η πρόταση μου απλή. Φέρτε τον Yadegar Asisi στη Θεσσαλονίκη και δημιουργείστε
ένα «Βυζαντινό Πανόραμα 360°» που θα αναπαριστά σε φυσικές κλίμακες την
Βυζαντινή Θεσσαλονίκη. Μια σύγχρονη πρόταση που μπορεί να ζωντανέψει την
βυζαντινή πόλη και να αποτελέσει πόλο έλξης για όποιον θέλει να δει σχεδόν
ζωντανά την ιστορία.
Τι είναι το Πανόραμα 360°
Είναι μια πανοραμική (360°) απεικόνιση της αρχαίας πόλης της
Περγάμου, όπως ήταν γύρω στο έτος 129 μ.Χ. υπό τη βασιλεία του Ρωμαίου
αυτοκράτορα Αδριανού. Το πανόραμα προσφέρει μια εντυπωσιακή επιστροφή στο
χρόνο. Σου δίνει τη δυνατότητα να βλέπεις να ξεδιπλώνεται η αρχαία πόλη, τα
δημόσια κτίρια, οι πλατείες, οι ναοί, με ανθρώπινες δραστηριότητες — τελετές,
καθημερινές σκηνές, ζωές ανθρώπων της Περγάμου στην ακμή της.
Το πανόραμα έχει ύψος
περίπου 30 μέτρα ενώ η επιφάνειά του είναι τεράστια — μερικές χιλιάδες
τετραγωνικά μέτρα εικόνας, πολύ μεγάλης κλίμακας, σε ρολά υφάσματος που έχουν
ενωθεί. Το σκηνικό δεν είναι μόνο αισθητικό· ο Asisi συνεργάστηκε με
αρχαιολόγους, ιστορικούς και άλλους ειδικούς, ώστε η αναπαράσταση να σέβεται
όσο γίνεται τα αρχαιολογικά δεδομένα — για παράδειγμα ως προς τη μορφή των
ναών, τα έργα τέχνης, την πόλη στη γεωγραφική και τοπογραφική της θέση, το
τοπίο γύρω. Ο επισκέπτης εισέρχεται στον χώρο και ανεβαίνει σε έναν πύργο
περίπου τριών ορόφων με περιμετρικά μπαλκόνια, όπου βρίσκεται στο μέσον του
πανοράματος, μιας τεράστιας κυλινδρικής κατασκευής που τον περιβάλλει.
Επιλέγοντας πλευρά μπορεί να δει και μια άλλη περιοχή της αρχαίας Περγάμου και με
χρήση ακουστικών να ακούσει αντίστοιχους ήχους της πόλης και της περιοχής που
κοιτά.
Το ίδιο σκέφτηκα θα ήταν ωραίο στη Θεσσαλονίκη. Μια
απεικόνιση της βυζαντινής πόλης στην υπέρτατη ακμή της, με σεβασμό στην
ιστορική αλήθεια, αξιοποίηση της τεχνολογίας, φυσικές κλίμακες – σαν να
ανεβαίνει κανείς σε έναν πύργο/ παρατηρητήριο της πόλης και να την βλέπει γύρω
του να ξεδιπλώνει την ομορφιά της, εμπειρία συνοδευόμενη από πιθανούς ήχους.
Ήχους των δρόμων, της αγοράς, του ιπποδρομίου κοκ.
Τώρα αν μια τέτοια εμπειρία την πλαισιώσεις με σύγχρονα μέσα
όπως AR/VR, ψηφιακές αναπαραστάσεις και εφαρμογές ξενάγησης αποδεικνύεις στην
οικουμένη ποιος είσαι. Δεν μιλάς μόνο για πέτρες και κτίρια αλλά προσφέρεις την
εμπειρία της δεύτερης μεγαλύτερης και πιο λαμπρής πόλης μιας υπέρλαμπρης
αυτοκρατορίας.
Θα μπορούσαμε;
Δεν ξέρω πόσο κοστίζει μια τέτοια πρόταση, αν θα μπορούσε η
υπουργός πολιτισμού, ο δήμαρχος Θεσσαλονίκης, η περιφερειάρχης Κεντρικής
Μακεδονίας, οι υπουργοί και βουλευτές να την ακούσουν ή και να την υποστηρίξουν.
Δεν ξέρω αν μπορεί να υπάρξει μελέτη βιωσιμότητας ενός τέτοιου project, αν υπάρχει ενδιαφέρον και τι άλλες
τεχνοκρατικές παράμετροι πρέπει να συντρέξουν. Δεν ξέρω αν μια τέτοια πρόταση
έχει νόημα όταν αναμετρόμαστε με παθογένειες που αφορούν στα υπάρχοντα μνημεία,
στο υπαρκτό Βυζαντινό Μουσείο κοκ. Ξέρω ότι σαν Έλληνας, Μακεδόνας,
Θεσσαλονικιός και Ευρωπαίος, με έναν κάποιο θαυμασμό για το Βυζάντιο θα ήθελα
να δω αυτό που είδα στο Βερολίνο και εδώ στην πόλη μου. Εκεί, αναπαριστούν μια
πόλη εκατοντάδες χιλιόμετρα μακριά, πόλη ενός άλλου πολιτισμού, θαυμαστού –
εμείς εδώ μιλάμε για μια από τις λαμπρότερες περιόδους της δικής μας ιστορίας. Εκεί
πρέπει να διαβάσεις το φυλλάδιο – γιατί Πέργαμος στο Βερολίνο. Εδώ περπατάς
στον ίδιο δρόμο με τον βυζαντινό σου πρόγονο.
Βέβαια καμιά φορά, για να αναδείξεις την ιστορία ίσως πρέπει
να επινοήσεις τρόπους. Να επενδύσεις και σε κάτι νέο, διαφοροποιημένο. Να
κεντρίσεις το ενδιαφέρον, να ξανασυστηθείς στον κόσμο. Μου έρχεται στο μυαλό το
Ίδρυμα Θεοφανώ και το ετήσιο βραβείο που απονέμει, συνδέοντας την πόλη με το
παρελθόν αλλά και με το ευρωπαϊκό παρόν. Ένα παράδειγμα πως κάτι νέο και
σύγχρονο συνομιλεί με το ιστορικά παλαιό με τρόπο γόνιμο.
Τα οφέλη
Ένα τέτοιο έργο δεν θα ήταν απλώς τουριστική επένδυση. Θα
ήταν πράξη ταυτότητας και αυτογνωσίας. Θα έδινε στους πολίτες έναν λόγο
υπερηφάνειας και στους επισκέπτες μια εμπειρία που δεν προσφέρει καμία άλλη
πόλη της Ευρώπης. Θα έφερνε ερευνητές, σχολεία, φοιτητές, τουρίστες, θα έβαζε
τη Θεσσαλονίκη στον διεθνή χάρτη ως (συμ)πρωτεύουσα του Βυζαντίου. Και ίσως το
πιο σημαντικό - θα μας θύμιζε ποιοι είμαστε και τι μπορούμε να γίνουμε, όταν
κοιτάζουμε την Ιστορία όχι σαν ερείπιο αλλά σαν σκαλοπάτι για το μέλλον.
Για ποια Θεσσαλονίκη
Για εμένα η Θεσσαλονίκη – πιστεύω ότι για τους περισσότερους
– δεν μπορεί να είναι ένα Κιλκίς με θάλασσα. Δεν είναι μια μεγαλύτερη Δράμα ή
και Καβάλα. Ούτε μια μικρή και παραπονεμένη (δικαίως) Αθήνα. Η Θεσσαλονίκη
μπορεί και πρέπει να συγκριθεί με άλλες πόλεις. Αν το καταλάβει θα το πετύχει.
Αν το πετύχει θα συμβάλλει καθοριστικά στη δημιουργία μιας άλλης πορείας. Τυχόν
επιτυχία της Θεσσαλονίκης θα σημάνει επιτυχία της πέραν την Αττικής Ελλάδας – αυτό
το τελευταίο είναι άλλωστε υπόθεση εθνική.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου