Δευτέρα 30 Μαρτίου 2015

«Μέχρι εδώ καλά πάμε» (άρθρο γνώμης για την εφημερίδα Θεσσαλονίκη της 30/3/2015)

Η κατάσταση στην Ελλάδα αρχίζει να μοιάζει με εκείνο το ανέκδοτο στο οποίο πέφτει κάποιος από το μπαλκόνι του εβδομηκοστού ορόφου και φτάνοντας στον εικοστό κατά την πτώση του μονολογεί «μέχρι εδώ καλά πάμε».

Η πολυγλωσσία, οι αλληλοαναιρούμενες πληροφορίες, οι συνεχόμενες διαψεύσεις, οι διαρροές έναντι μιας επίσημης – και άρα δεσμευτικής- πληροφόρησης, οι εκ διαμέτρου αντίθετες δήθεν τακτικές διαπραγμάτευσης είναι απαράδεκτες καθώς διαστρεβλώνουν τα πραγματικά γεγονότα προσβάλλουν τους Έλληνες καθώς τους κρατάνε στο σκοτάδι της άγνοιας, ανενημέρωτους και ανησυχούντες. Το γεγονός ότι δημοσκοπικά ένα μεγάλο μέρος του εκλογικού σώματος φαίνεται να στηρίζει την κυβέρνηση δεν αναιρεί όλα τα ανωτέρω διότι εν πολλοίς μπορεί να οφείλεται και σε αυτά. Επίσης ο πρωθυπουργικός δυισμός με τις  εκτός Ελλάδας  εμφανίσεις του να χαρακτηρίζονται μετριοπαθείς και τις εντός να χαρακτηρίζονται εθνικολαϊκιστικές και πρόδρομες ενδεχόμενης ρήξης με τους εταίρους είναι επίσης απαράδεκτος.

Εξαερώνεται με ταχείς ρυθμούς η όποια αξιοπιστία της χώρας που ανακτήθηκε όλα αυτά τα χρόνια με πάρα πολλές θυσίες, λάθη, κοινωνική και οικονομική ασφυξία. Εκμηδενίζονται οι προοπτικές ανάκαμψης και βελτίωσης του βιοτικού επιπέδου των Ελλήνων καθώς ο πήχης ολοένα και βυθίζεται.

Προ ενός έτους ο δημόσιος διάλογος είχε στο επίκεντρο τους τρόπους με τους οποίους η Ελλάδα θα επιχειρήσει την έξοδο από την κρίση – όχι από το μνημόνιο απαραίτητα. Η προηγούμενη κυβέρνηση δεχόταν σκληρή και δίκαιη κριτική για λάθη, ανεπίτρεπτες παραλείψεις, ολιγωρίες και εν γένει αδυναμίες που επιβάρυναν δυσανάλογα τους φτωχούς, επιβράδυναν την προοπτική ανάπτυξης και ενέτειναν τις ανισότητες. Σήμερα όμως τα κεντρικά ζητήματα είναι η πιθανή ρήξη με τους εταίρους, το grexit, η κυκλοφορία διπλού νομίσματος ( που ισοδυναμεί με έξοδο από την ευρωζώνη) και ο περιορισμός στην κίνηση κεφαλαίων. Ταυτόχρονα έχει λάβει χώρα bank run με περίπου 20 δισεκατομμύρια ευρώ να έχουν αποσυρθεί από τις τράπεζες και η βεβαιωμένη υστέρηση στην είσπραξη φόρων δυναμιτίζει τους στόχους του προϋπολογισμού αλλά και την δυνατότητα άσκησης κοινωνικής πολιτικής.

Η ίδια η κυβέρνηση έχει υπονομεύσει σε πολύ μεγάλο βαθμό τη μετέπειτα πορεία της καθώς όλοι ανεξαιρέτως οι χειρισμοί της ήταν επιεικώς ερασιτεχνικοί αν δεν είναι ενταγμένοι σε σχέδιο συνειδητής ρήξης. Αντί του στόχου να βελτιωθούν σημεία του μνημονίου, να ανατραπούν λανθασμένες ρυθμίσεις και προβλέψεις και να επιταχυνθούν κάποιες κομβικές μεταρρυθμίσεις ξαναμπήκε η χώρα στο μάτι του κυκλώνα. Επί δύο μήνες ετοιμάζεται μια λίστα μεταρρυθμίσεων και ποτέ δεν ολοκληρώνεται, ποτέ δεν είναι σοβαρή, ποτέ δεν είναι ποσοτικοποιημένη. Πέραν του γεγονότος πως επί δύο χρόνια σαν αξιωματική αντιπολίτευση όφειλαν να ετοιμάσουν κάποιο σοβαρό σχέδιο για τη χώρα διότι οι αντικειμενικές συνθήκες ήταν σε όλους γνωστές, σήμερα παρουσιάζεται μια δομική αδυναμία συνεννόησης με τους Ευρωπαίους εταίρους. Το πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης, που ήταν κοστολογημένο δεν αναφέρεται καθόλου,  όχι διότι ήταν ένα κακό πρόγραμμα, αλλά διότι δεν πατούσε πουθενά δημοσιονομικά. Θαρρείς και το πλεόνασμα βολονταρισμού θα κάλυπτε τα δημοσιονομικά ελλείμματα ή ανάγκες.

Η βίαιη απομάγευση της αντιμνημονιακής ρητορείας είναι μείζον εμπόδιο που φέρνει ήδη σοβαρούς κραδασμούς στο σώμα της κυβέρνησης και κυρίως στον κορμό αυτής, τον ΣΥΡΙΖΑ. Είναι αμφίβολο αν το κόμμα αυτό θέλει και μπορεί να ξεπεράσει το σοκ της προσγείωσης στην πραγματικότητα. Ταυτόχρονα είναι όμως και μία – ίσως η μοναδική- ευκαιρία μιας στροφής και μιας δομικά διαφορετικής προσέγγισης. Η μετάβαση από μία αντιμνημονιακή διακυβέρνηση σε μία πραγματικά προοδευτική διακυβέρνηση είναι η μόνη οδός που με πολλές προϋποθέσεις μπορεί να οδηγήσει με κάποια σχετική ασφάλεια και σε ένα ευτυχές τέλος.

Τα χρονικά περιθώρια στενεύουν. Έχουμε φτάσει στον εικοστό όροφο κατά την πτώση μας από την πολυκατοικία. Όποιος πιστεύει ότι «μέχρι εδώ καλά πάμε» έχει την ευθύνη των πράξεων και των παραλείψεών του.


Κυριακή 22 Μαρτίου 2015

Οι φτωχοί φτωχότεροι, η επιθυμητή αλλαγή και η σοσιαλδημοκρατία



Προ ολίγων ημερών δημοσιεύτηκε μια μελέτη με τίτλο «Αλληλεγγύη και προσαρμογή στην Ελλάδα της κρίσης» ( GREECE: SOLIDARITY AND ADJUSTMENT IN TIMES OF CRISIS The Study was supported by the Macroeconomic Policy Institute of the Hans-Boeckler-Foundation)  που υπογράφουν οι καθηγητές Τάσος Γιαννίτσης και Σταύρος Ζωγραφάκης. Τα βασικά συμπεράσματα αυτής της μελέτης είναι πως τα μεσαία και χαμηλά οικονομικά στρώματα επιβαρύνθηκαν δραματικά δυσανάλογα τα χρόνια της κρίσης και του μνημονίου σε σχέση με τα ανώτερα. Ένα άλλο συμπέρασμα είναι πως ο ιδιωτικός τομέας επιβαρύνθηκε επίσης δυσανάλογα εν συγκρίσει με τον δημόσιο τομέα.

Χαμηλά εισοδήματα και ιδιωτικός τομέας πλήρωσαν τη δημοσιονομική προσαρμογή - ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ

Αυτές οι διαπιστώσεις, αυτά τα συμπεράσματα βρίσκονται στον πυρήνα της αποτυχίας του ελληνικού μνημονίου, της κατάρρευσης του μεταπολιτευτικού πολιτικού συστήματος και της ανόδου ενός μικρού ανομοιογενούς κόμματος της ριζοσπαστικής Αριστεράς στην εξουσία. Οι φτωχοί έγιναν φτωχότεροι και οι πλούσιοι παρέμειναν σχεδόν ανέγγιχτοι. Οι ανισότητες αυξήθηκαν δραματικά και δημιούργησαν μία εκρηκτική κοινωνικοοικονομική πραγματικότητα που υπονόμευε την κοινωνική ειρήνη και τη δυνατότητα εφαρμογής μεταρρυθμιστικών προγραμμάτων.

Αυτή η δυσανάλογη κατανομή των βαρών δεν επέτρεψε την δημιουργία μιας κρίσιμης κοινωνικής μάζας εντός της ελληνικής κοινωνίας που θα στήριζε ένα μεταρρυθμιστικό  πρόγραμμα καθώς οι κοινωνικές ομάδες που δυνάμει θα ήταν σύμμαχοι μιας τέτοιας προσπάθειας είτε επλήγησαν πολύ, είτε προστατεύθηκαν μέσω πολιτικών επιλογών σε βάρος των υπολοίπων. Οι μισοί συμπιέστηκαν δραματικά και οι άλλοι μισοί ήταν και θέλησαν να παραμείνουν προνομιακά ενταγμένοι στο πλέγμα των insiders φοβούμενοι μήπως απολέσουν τα έστω περιορισμένα προνόμιά τους. Δεν κατέστη έτσι δυνατό να δημιουργηθεί μια κοινωνική συμμαχία που μικρών και μεσαίων στρωμάτων που αντιλαμβανόμενη τις προκλήσεις θα τασσόταν υπέρ ορισμένων δομικών μεταρρυθμίσεων. Αντιμετωπίστηκε η κρίση φοβικά και αμυντικά και η αρχικά αισιόδοξη φράση «η κρίση ως ευκαιρία – ευκαιρία αλλαγών, εκσυγχρονισμών, κοινωνικής δικαιοσύνης» έγινε το πιο σύντομο ανέκδοτο.

Η δίκαιη λιτότητα λοιδορήθηκε από στενόμυαλους πολιτικούς και από πολιτικές και κομματικές δυνάμεις ως μία συντηρητική επιλογή ενώ αποτελούσε ίσως την επιτομή της προοδευτικής διαχείρισης της κρίσης. Οι μεταρρυθμίσεις που θα την εξασφάλιζαν δεν έγιναν σχεδόν ποτέ, παρά μόνον αποσπασματικά, με εξωτερικούς καταναγκασμούς και συνεχείς εκφυλισμούς και διολισθήσεις στο προηγούμενο καθεστώς.

Αν δύο ήταν οι μεταρρυθμίσεις που έπρεπε να υλοποιήσει η χώρα, μετά την επί της ουσίας χρεοκοπία, αυτές ήταν και παραμένουν η φορολογική και η διοικητική. Η καθυστέρηση και οι παλινωδίες σε αυτούς τους δύο τομείς για 6 περίπου χρόνια μεγιστοποίησαν το κόστος της προσαρμογής. Μια μεγάλη φορολογική μεταρρύθμιση που θα άρει την πάγια υστέρηση του ελληνικού κράτους και θα διαμορφώσει ένα φορολογικό περιβάλλον σταθερό και δίκαιο, παραμένει ακόμη ζητούμενο. Μια ουσιαστική διοικητική μεταρρύθμιση που θα ανατάξει το κράτος, τις δυνατότητές του και θα επανεξετάσει τα κόστη, παραμένει ακόμη ζητούμενο. Σε ό,τι αφορά στην φορολογική μεταρρύθμιση και την ανάγκη εκσυγχρονισμού της φορολογικής διοίκησης η συμβολή του μνημονίου ( υποδείξεις, στόχοι, τρόποι) ως δεσμευτικό προγραμματικό κείμενο κρίνεται θετική. Η καθυστέρηση, η βούληση πολιτικής διαμεσολάβησης και η επιλογή υπερφορολόγησης  οφείλονται στο ελληνικό πολιτικό σύστημα.  Σε ό,τι αφορά όμως στη διοικητική μεταρρύθμιση εκτιμώ πως οι παρεμβάσεις της τρόικα ως θεματοφύλακα του μνημονίου ήταν αρνητικές. Λόγω μιας μάλλον ιδεοληπτικής εκκίνησης ωθήθηκαν τα πράγματα σε απαίτηση απολύσεων χωρίς καμία αξιολόγηση. Εξουδετερώθηκε πολιτικά το σχέδιο της κινητικότητας, δόθηκαν μικρά χρονικά περιθώρια για πολλές και σημαντικές αλλαγές και ναρκοθετήθηκε η πιθανότητα ομαλής υλοποίησής της.

Στην περίπτωση του κοινωνικού κράτους παρατηρούμε ότι ήταν γενναιόδωρο με τους δυνατούς και σκληρό με τους αδύνατους. Θα μπορούσε κανείς να υποστηρίξει μάλιστα πως αναδιένεμε πόρους προς την αντίθετη φορά -από τους πραγματικά έχοντες ανάγκη προς εκείνους που απολάμβαναν ποικιλόμορφη προστασία και ασφάλεια. Το συμπέρασμα όλων αυτών είναι ένα. Το ελληνικό κοινωνικό κράτος δεν στερούνταν πόρων, δεν ήταν φτωχό. Απλά ήταν κακό, ήταν αναποτελεσματικό και δεν ήταν στοχευμένο. Τη στιγμή της κρίσης, όπου πράγματι η ανάγκη δημοσιονομικής εξυγίανσης κατέστη επιτακτική, είναι αλήθεια πως οι πόροι περιορίστηκαν και το σύστημα βρέθηκε παντελώς ανέτοιμο να ανταποκριθεί στη νέα απαιτητική συνθήκη.

Με αφορμή όμως και την περίπτωση του κοινωνικού κράτους προσφέρονται συμπεράσματα που οδηγούν στην αναθεώρηση πολλών απόψεων. Η κριτική έχει επωφελή αποτελέσματα όταν στοχεύει τον πυρήνα του προβλήματος. Δυστυχώς, η κρίση και η απότομη καθίζηση μας έχει αποστερήσει αυτή τη δυνατότητα καθώς η ψυχραιμία είναι ζητούμενο.

Κόμματα και πολιτικοί βρήκαν την ευκαιρία να επενδύσουν στη δίκαιη αγανάκτηση των πληττόμενων από την κρίση Ελλήνων, αποστερώντας τους έτσι τη δυνατότητα να δουν καθαρά τις αιτίες αυτής. Αντί λοιπόν ενός πάνδημου αιτήματος για αλλαγές όλων εκείνων που οδήγησαν στην κρίση, πολλές φορές παρατηρείται το ακριβώς αντίθετο. Αιτήματα και διεκδικήσεις υπέρ του status quo, της ακινησίας, του προηγούμενου καθεστώτος με μανδύα φιλολαϊκό. Επιπλέον, όλη η ρητορική περί αλλαγών περιορίζεται σε πολιτικό επίπεδο.

Η νέα κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ με τους ΑΝΕΛ εκτιμώ ότι παρά τις διαβεβαιώσεις που δίνει υπέρ των μεταρρυθμίσεων ανά ένα μήνα στους εταίρους δεν έχει ως στόχο και σχέδιο την υλοποίησή τους, για τον απλό λόγο ότι δεν τις πιστεύει. Η επιθυμητή αλλαγή αυτού του status quo έχει καταστεί σχεδόν αδύνατή διότι μεγάλες επαγγελματικές και κοινωνικές τάξεις εξαρτώνται άμεσα από την αναπαραγωγή του παλιού συστήματος.

Μόνον ένα ριζικά νέο σοσιαλιστικό/ σοσιαλδημοκρατικό κόμμα υπό πολλές προϋποθέσεις θα μπορούσε να κινηθεί προς την επιθυμητή κατεύθυνση αλλαγής. Κεντρικό σημείο της νέας σοσιαλδημοκρατικής πρότασης, η παραδοχή της αποτυχίας στην προσπάθεια υπέρβασης της κρίσης. Πέτυχε να διατηρήσει τη χώρα στην ευρωζώνη αναλαμβάνοντας το τεράστιο πολιτικό κόστος αλλά απέτυχε στο να το επιμερίσει δίκαια και να το μετριάσει. Συνέβαλε δια της παραλείψεως στην μεγιστοποίηση του κοινωνικού κόστους και αυτό ήταν κραυγαλέα αποτυχία.

Αυτή τη στιγμή δεν υπάρχει μία προοδευτική πολιτική δύναμη με τα εξής χαρακτηριστικά : σταθερά ευρωπαϊκή, πραγματικά προοδευτική, μεταρρυθμιστική, λαϊκή, με συλλογική ιστορική συνείδηση για τις δυσκολίες του εγχειρήματος εξόδου από την κρίση και ανάταξης της ελληνικής κοινωνίας και οικονομίας. Πρέπει να την δημιουργήσουμε


Παρασκευή 20 Μαρτίου 2015

10 + 1 πληγές της Θεσσαλονίκης ή αλλιώς «το κέρατό μου το τράγιο»

Σε καιρούς οικονομικής κρίσης, διαπραγματεύσεων με τους εταίρους και αβεβαιότητας για το ευρωπαϊκό μέλλον της χώρας χωράνε άρθρα και απόψεις για την καθημερινότητα της πόλης;
Εκτιμώ ότι όχι μόνο χωράνε αλλά ίσως να είναι το θέμα αυτό εξίσου σημαντικό για την ζωή των πολιτών. Στη Θεσσαλονίκη λοιπόν που παρά την σημαντική αλλαγή διοίκησης το 2010 και τον αέρα ανανέωσης της πόλης από τον Γιάννη Μπουτάρη – μην τα ξαναλέμε κάθε φορά, έχουμε γίνει γραφικοί – παρατηρείται ένα δραματικό πισωγύρισμα. Μια σταδιακή διολίσθηση σε καταστάσεις πόλεων τριτοκοσμικές. Πάμε να δούμε μερικά ζητήματα που είναι εξόχως ενοχλητικά και υποβαθμίζουν την πόλη αλλά και την ποιότητα ζωής σε αυτήν.
  1. Κυκλοφοριακό. Τραγικές καταστάσεις. Οι κύριες οδοί μονίμως μποτιλιαρισμένες, νεύρα, ατυχήματα, χαμένες ώρες κλπ κλπ
  2. Φορτοεκφορτώσεις. Έχω την εντύπωση ότι σε όλον τον πολιτισμένο κόσμο οι φορτοεκφορτώσεις που τροφοδοτούν τα εμπορικά καταστήματα και τα καταστήματα εστίασης γίνονται σε αυστηρά συγκεκριμένες ώρες ( πολύ πρωί- πολύ αργά το βράδυ) για να μην παρεμποδίζεται η κίνηση των οχημάτων. Στη Θεσσαλονίκη είναι άλλη η πραγματικότητα. 11.30 στην Τσιμισκή, στην Εγνατία και σε κάνα δυο άλλους δρόμους διπλοπαρκάρουν καμιά 100 φορτηγά απλωτά, κατεβάζουν κούτες εμπορεύματα και καληνύχτα ζωή…..
  3. Παράνομο παρκάρισμα – διπλοπαρκάρισμα. Δραματικές καταστάσεις Ουγκάντας. Δεν έχω λόγια να περιγράψω την κατάσταση. Μην λέμε πολλά πολλά. Δρόμοι 4 λωρίδων μετατρέπονται σε 1 λωρίδα με το ζόρι. Εξοργιστικές καταστάσεις – δεν είναι για επιχειρηματολογίες.
  4. Καθαριότητα. Οριακές καταστάσεις και εδώ. Καμία σοβαρή προσπάθεια. Ίσα ίσα να είναι λειτουργική η πόλη. Καμία αίσθηση ευταξίας και καθαριότητας. Κάδοι παντού μισοκατεστραμμένοι, ατσούμπαλα τοποθετημένοι, σπασμένα καπάκια κλπ κλπ. Έλλειψη μικρών καλαθιών- κάδων  σκουπιδιών στις διαδρομές της πόλης και στα πεζοδρόμια. Γενικά βράστα και άστα. Σκουπίδια κάτω πεταμένα, χαρτάκια, συσκευασίες.
  5. Ταξί. Η συμπαθής αυτή κατηγορία επαγγελματιών ( που στην Αθήνα έχει βελτιωθεί ΠΑΡΑ ΠΟΛΥ αλλά εδώ ΟΧΙ) εκτιμά ότι για να βγαίνει το μεροκάματο ΔΙΚΑΙΟΥΤΑΙ να καταλαμβάνει ολόκληρες λωρίδες του οδοστρώματος μετατρέποντάς τες σε πιάτσες. ΟΙ ατελείωτες ουρές των ταξί σαν φίδια περικυκλώνουν ολόκληρα οικοδομικά τετράγωνα, δεν καταλαβαίνουν από διαβάσεις, φανάρια, πεζούς, παρακρισμένα ΙΧ, κυκλοφορία. Γιατί « τι να κάνουμε ξες πως βγαίνει το μεροκάματο, πετρέλαια, αβαρίες ». Καταστάσεις ΤΡΑΓΕΛΑΦΙΚΕΣ.
  6. Αριστοτέλους. Πάνω στον κάθετο πεζόδρομο της Αριστοτέλους ΠΑΡΚΑΡΟΥΝ ΤΑ ΑΥΤΟΚΙΝΗΤΑ ΟΙ ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΟΙ – δηλαδή ένα έλεος κάπου ρε όργανα. Και ακολουθούν μηχανάκια, αυτοκίνητα ιδιωτών, φορτηγά που ξεφορτώνουν κλπ κλπ. ΔΡΑΜΑ. Επίσης έχουν στηθεί λογής λογής πάγκοι και περίπτερα ενημερωτικά. Από αισθητικής άποψης η προοπτική της Αριστοτέλους  - κάθετη οδός που βλέπει θάλασσα – έχει γίνει τσαντιρομαχαλάς. Μόνον μπουγάδες λείπουν να δέσει το γλυκό.
  7. Αφισοκόλληση. Παντού και πάντα, τους πάντες και τα πάντα. Μηδενική αντίδραση. Στο έλεος κάθε συλλογικότητας που απαιτεί το δικαίωμα της έκφρασής της
  8.  Μετρό. Φαραωνικό έργο που ΠΟΤΕ ΔΕΝ ΕΠΡΕΠΕ ΝΑ ΞΕΚΙΝΗΣΕΙ δυστυχώς ξεκίνησε σε γνωστή σε μας ημερομηνία αλλά η αποπεράτωσή του τοποθετείται στο άγνωστο μέλλον. Άγνωστη και η δυνατότητα αποπεράτωσης έτσι – μην μπερδεύεστε. Τώρα αν τα 10 χιλιόμετρα ΜΕΤΡΟ κοστίζουν όσο 120 χιλιόμετρα ΤΡΑΜ μην την ψάχνετε. Λεφτά υπήρχαν και θυμάμαι ακόμη τις αφίσες του Παπαγεωργόπουλου προεκλογικά «ΜΕΤΡΟ ΤΩΡΑ ΓΙΑ ΤΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ» με παρατεταμένο χέρι. Περιττό να πω ότι ολόκληρες περιοχές εμπορικές έχουν μαραζώσει, δρόμοι έχουν στενέψει και λοιπές οχλήσεις αμέτρητες. Στο βαθμό που τελείωνε το έργο κάπως εντός λογικών χρονοδιαγραμμάτων θα έλεγε κανείς υπομονή. Εδώ μιλάμε για κτηνωδία.
  9. Παλιά παραλία από το λιμάνι έως τον Λευκό Πύργο με τον ποδηλατόδρομο πάνω στο πεζοδρόμιο …. Παιδιά είναι απλό. ΔΕΝ ΧΩΡΑΜΕ και εμείς οι πεζοί και οι ποδηλάτες σε 5 μέτρα πλάτος. Κάποιος ή θα πέσει σε ποδήλατα και θα τον πατήσουν ή θα πέσει στη θάλασσα ή θα δημιουργηθεί μποτιλιάρισμά ή δεν θα κάνει ποδήλατο. Λοιπόν πρέπει να βρεθεί μία λύση.
  10. Πόλη εχθρική προς συμπολίτες με κινητικά προβλήματα, ΑΜΕΑ. Δεν τα ξέρω τόσο καλά τα θέματα αυτά ΑΛΛΑ με την κοινή λογική βλέπω ότι δυσκολεύονται άνθρωποι χωρίς κάποιο πρόβλημα κινητικό, οι συμπολίτες με κάποιο πρόβλημα τι πρέπει να κάνουν;
  11. ΟΑΣΘ - Ιστορία μου αμαρτία μου εισιτήριο μου μεγάλο. 1 ευρώ για αποστάσεις μικρές εν συγκρίσει με την Αθήνα, 1,10 μέσα στον κερματοδέκτη που ΔΕΝ ΔΙΝΕΙ ΚΑΙ ΡΕΣΤΑ ( άτσα μαγκιά), σαρδελοποίηση και η ζωή συνεχίζεται.  

Τόσα μου έρχονται τώρα. Άμα κάτσω να γράψω ήρεμα και όχι εν βρασμώ θα βρω και άλλα πόσα. Και δεν επεκτείνομαι σε ζητήματα κοινωνικής πρόνοιας γιατί  είναι πιο σοβαρά και δεν χωράνε στο ύφος αυτού του κειμένου. Το παρόν άρθρο δεν διεκδικεί ούτε επιστημονικές δάφνες, ούτε αντιπολιτευτική κριτική. Είναι η εικόνα της πόλης όπως τη ζω εγώ στην καθημερινότητά της. Μιας πόλης που πολύ δύσκολα βελτιώνεται αλλά αστραπιαία και ήσυχα διολισθαίνει σε καταστάσεις τριτοκοσμικές. Πρέπει να αντισταθούμε το κέρατό μου…
Να ζήσουμε σαν άνθρωποι, σε πόλεις σοβαρές, δυτικές, κάπως οργανωμένες, λειτουργικές.

Μην τα αφήσουμε όλα στη μοίρα τους.

(Για το θεό μην πει κανείς «εδώ ο κόσμος πεινάει» « δεν υπάρχουνε οι πόροι» «κατάργησαν την δημοτική αστυνομία» «παραλάβαμε χάος από τους προηγούμενους» και τέτοια)

Δευτέρα 16 Μαρτίου 2015

ΣΥΡΙΖΑ και νεοκαραμανλισμός (άρθρο γνώμης για την εφημερίδα Θεσσαλονίκη της 16/3/2015)

Πολλοί ψήφισαν ΣΥΡΙΖΑ έχοντας την ελπίδα πως θα μετεξελιχθεί σε ένα κόμμα ευρωπαϊκό, σοσιαλδημοκρατικό.  Δεν μπορεί να ισχυριστεί κανείς ότι αυτές ήταν οι προσδοκίες του συνόλου του εκλογικού σώματος του ΣΥΡΙΖΑ, καθώς είναι γεγονός πως στην κάλπη υπέρ του έφτασαν πολίτες με διαφορετικές ιδεολογικοπολιτικές ταυτότητες. Η προοπτική όμως μετεξέλιξης του ΣΥΡΙΖΑ είναι ακόμα μία υπόθεση που εκκρεμεί. Από την άλλη όμως δεν μπορούν να μείνουν στο απυρόβλητο πλείστες όσες επιλογές που σκιαγραφούν μια διαφαινόμενη πολιτική συμμαχία που οδηγεί σε αντίθετη κατεύθυνση.

Η επιλογή του Προκόπη Παυλόπουλου για Πρόεδρο της Δημοκρατίας σε συνεννόηση μάλιστα με τον πρώην πρωθυπουργό  Κώστα Καραμανλή δεν είναι απλά απόδειξη της αταίριαστης προσέγγισης αλλά επιστέγασμά της. Ο πρώτος τη τάξει υπουργός τα χρόνια του ανέμελου δημοσιονομικού εκτροχιασμού, της διόγκωσης και της  αποδιάρθρωσης του δημοσίου τομέα είναι πρόσωπο που συμπυκνώνει όλη τη φιλοσοφία εκείνης της περιόδου. Ο Κώστας Καραμανλής το 2004 ανέλαβε την πρωθυπουργία της χώρας με τα λιγότερα προβλήματα και τις μεγαλύτερες προοπτικές από κάθε άλλον έλληνα πρωθυπουργό και μέσα σε 5,5 χρόνια την παρέδωσε χρεοκοπημένη. Η χώρα είχε σημαντικές  δυνατότητες αλλά η απραξία και ο αντιμεταρρυθμισμός ήταν πάγιες συνισταμένες. Μερικά χαρακτηριστικά εκείνης της περιόδου ήταν το μεγάλο και αναποτελεσματικό κράτος, μεγάλα ελλείμματα, πτώση σε όλες τις συγκριτικές λίστες, καμία προσπάθεια εκσυγχρονισμού, καμία προσπάθεια μετάβασης από το εξαντλημένο οικονομικό μοντέλο του εσωστρεφούς κορπορατισμού σε πιο ανοιχτή και ανταγωνιστική οικονομία.

Πέραν αυτού, με την πρόθεση του ΣΥΡΙΖΑ να προχωρήσει σε εξεταστική επιτροπή για τα πεπραγμένα των μνημονιακών κυβερνήσεων, με ακατανόητη εξαίρεση της αμέσως προηγούμενης της Νέας Δημοκρατίας της περιόδου 2004-2009,  φανερώνεται ο τρόπος με τον οποίο διαβάζεται  το παρελθόν. Ο πυρήνας της ανάγνωσης αυτής, τον οποίο μοιράζεται από κοινού με τον νεοκαραμανλισμό, είναι πως το μνημόνιο έφερε την κρίση και όχι η κρίση το μνημόνιο. Εξάλλου η αμφισβήτηση των δημοσιονομικών στοιχείων της επίμαχης περιόδου, το κλείσιμο του ματιού στη συνομωσιολογική προσέγγιση της ιστορίας με επιχειρήματα περί μεθόδευσης και τεχνητής κρίσης, δίνουν χώρο και οξυγόνο και στον κυβερνητικό εταίρο, τους ΑΝΕΛ, μια δεξιά επίσης δύναμη που συστεγάζονταν στη Νέα Δημοκρατία επί Κώστα Καραμανλή.

Εάν υποθέσουμε πως με αυτόν τον τρόπο αναλύει και διαβάζει το παρελθόν ο ΣΥΡΙΖΑ ποιες είναι οι προοπτικές για τον ίδιο και τη χώρα; Εάν θεωρεί ότι λίγο πολύ όλα ήταν καλώς καμωμένα μέχρι το 2009 ποια είναι η αναγκαιότητα για μεγάλες αλλαγές και μεταρρυθμίσεις; Ένα πρώτο επίπεδο κριτικής μπορεί να γίνει στο ΣΥΡΙΖΑ σχετικά με τις προεκλογικές του εξαγγελίες που ήταν βέβαιο πως δεν ήταν δυνατό να υλοποιηθούν αλλά παρόλα αυτά αποτέλεσαν πολιορκητικό κλοιό για την ανάληψη της εξουσίας. Το κοστολογημένο πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης αποδείχθηκε τελικά ακοστολόγητο και με τον έναν ή τον άλλο τρόπο παραπέμπεται στις καλένδες. Σε ένα δεύτερο επίπεδο όμως μπορεί να ισχυριστεί κανείς πως ακόμη και εάν δεν υπήρχαν ασφυκτικοί δημοσιονομικοί περιορισμοί, η πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ είναι παλιά και σχεδόν ξεπερασμένη. Είναι πρόταση της δεκαετίας του 1960 ή του 1980 για την Ελλάδα, χωρίς όμως να πληρούται καμία από τις συνθήκες της εποχής. Σε διαφορετική περίπτωση θα είχε ένα ελάχιστο σκαρίφημα μεταρρυθμιστικού σχεδίου. Τέτοιο σχέδιο δεν υπάρχει ή δεν έχει παρουσιαστεί μέχρι τώρα.

Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι κόμμα ριζοσπαστικό και πολύ πιθανά να αποδειχθεί κόμμα του status quo. Υπερασπίζεται παρωχημένες αντιλήψεις και  συμφέροντα προστατευμένων κοινωνικών ομάδων που βιώνουν έντονη ανασφάλεια σε ένα ανταγωνιστικό περίγυρο. Αν επιχειρήσει μέσω μεταρρυθμίσεων να ισοκατανείμει βάρη και ωφέλειες θα έχει απώλειες. Μακάρι να διαψεύσει τις ενδείξεις.

Κυριακή 8 Μαρτίου 2015

Εpinay και Bad Godesberg για τους σοσιαλιστές (άρθρο γνώμης για την εφημερίδα Θεσσαλονίκη της 9/3/2015)


Η στήριξη της νέας κυβέρνησης ξεπερνά κατά πολύ την αθροιστική εκλογική επίδοση των δύο κομμάτων που την απαρτίζουν. Δεν είναι κάτι πρωτοφανές αυτό καθώς η μετεκλογική στήριξη στην εκάστοτε νεοεκλεγείσα κυβέρνηση είναι σύνηθες φαινόμενο και συμπυκνώνει τις ελπίδες και τις προσδοκίες του εκλογικού σώματος. Ως εκ τούτου δεν είναι ασφαλές κριτήριο ορθότητας επιλογών και στρατηγικών στο οποίο μπορεί να βασιστεί μία επιχειρηματολογία. Όχι ότι δεν έχει αξία ή ότι δεν επιδρά στην πολιτική ζωή της χώρας, αλλά δεν μπορεί η τελευταία να ασκείται με βάση αυτό το κριτήριο.

Λαμβάνοντας υπόψη την ανωτέρω παραδοχή η προσπάθεια για δημιουργία ενός ισχυρού σοσιαλδημοκρατικού- σοσιαλιστικού πόλου δεν είναι χαμένη υπόθεση. Είναι αντίθετα επιτακτική ανάγκη καθώς υπάρχει πολιτικό κενό. Μπορεί δημοσκοπικά να μην αποτυπώνεται όμως πολιτικά είναι εμφανέστατη η απουσία του. Αυτή τη στιγμή δεν υπάρχει μία προοδευτική πολιτική δύναμη με τα εξής χαρακτηριστικά : σταθερά ευρωπαϊκή, πραγματικά προοδευτική, μεταρρυθμιστική, λαϊκή, με συλλογική ιστορική συνείδηση για τις δυσκολίες του εγχειρήματος εξόδου από την κρίση και ανάταξης της ελληνικής κοινωνίας και οικονομίας.

Η νέα κυβέρνηση με βασικό κορμό τον ΣΥΡΙΖΑ θα αποδειχθεί μια κυβέρνηση που δεν μπορεί να υλοποιήσει υπερβάσεις και να εφαρμόσει μεταρρυθμίσεις. Εμφορείται από κρατισμό που στην καλύτερη περίπτωση θα μετατραπεί σε εσωστρεφή κορπορατισμό. Δεν πιστεύει στις μεταρρυθμίσεις στο κράτος και την οικονομία και ακόμη και αυτές οι λίγες που προτάσσει είναι δύσκολο να υλοποιηθούν καθώς θίγουν τον πυρήνα των υποστηρικτών της. Στα πεδία όπου εκ πρώτης δεν υπάρχει εξωτερικός δημοσιονομικός καταναγκασμός θα επιχειρήσει επιστροφή σε παρελθοντικά ξεπερασμένα μοντέλα ( παιδεία, δημόσια διοίκηση). Η όποια στροφή στο ρεαλισμό κρίνεται δύσκολα επιτεύξιμη και ακόμη και αν υλοποιηθεί θα έχει σχετική επιτυχία.

Πολιτικά λοιπόν ο σοσιαλδημοκρατικός χώρος είναι ευδιάκριτος σε σχέση με τον ΣΥΡΙΖΑ αλλά δυσκολεύεται να πείσει για την διαφορετικότητά του σε σχέση με τη Δεξιά - ως εκ τούτου θα πρέπει να προσπαθήσει να οριοθετηθεί και να διαφοροποιηθεί από τις συντηρητικές πολιτικές δυνάμεις στα μάτια του μέσου ψηφοφόρου. Ιδανικά καλό θα ήταν να δούμε νέα ηλικιακά πρόσωπα, απόσυρση ή βήματα προς τα πίσω μιας παλιάς φουρνιάς υψηλόβαθμων στελεχών και ηγεσιών, σαφή κομματική δομή, διασφαλισμένη εσωκομματική δημοκρατία και λειτουργία και  δικαιώματα και υποχρεώσεις των νέων μελών. Επίσης άμεσος παραμερισμός όλων των προσωποκεντρικών εγωισμών  και των παθών που δυσανάλογα έχουν επιβαρύνει το χώρο. Η νέα συνθήκη είναι εντελώς διαφορετική από το πρόσφατο παρελθόν και όποιος δεν δύναται να το αντιληφθεί αποτελεί τροχοπέδη. Δεν επιτρέπεται να διυλίζεται ο κώνωπας ενώ ταυτόχρονα  στα μεγάλα στρατηγικά ζητήματα υπάρχει τέτοια ομοιογένεια που οι τάσεις του ενιαίου ΣΥΡΙΖΑ ούτε προσεγγίζουν.

Ο ευρύτερος χώρος της σοσιαλδημοκρατίας πρέπει να οδηγηθεί τάχιστα σε ένα ιδρυτικό συνέδριο αλά Εpinay και ταυτόχρονα Bad Godesberg χωρίς πολλά προαπαιτούμενα, αποκλεισμούς και μικρομεγαλισμούς. Η εκκίνηση πρέπει να γίνει από μηδενική βάση, με ευρύ κάλεσμα προς όλους όσους αυτοπροσδιορίζονται με αυτόν τον τρόπο, είτε αυτοί είναι άτομα- μονάδες, είτε είναι μικρές συλλογικότητες είτε ακόμη και κόμματα.

Αναφέρουμε και τις δύο αυτές περιπτώσεις τοποθεσιών που έλαβαν χώρα σημαντικά συνέδρια για τον σοσιαλιστικό – σοσιαλδημοκρατικό χώρο καθώς στο πρώτο ιδρύθηκε το Γαλλικό Σοσιαλιστικό Κόμμα με συνένωση όλων των διάσπαρτων σοσιαλιστικών ομάδων ενώ στο δεύτερο, το SPD μετεξελίχθηκε πολιτικά αφήνοντας πίσω του την ιδεολογία του μαρξισμού - λενινισμού.

Κατ’ αναλογία λοιπόν για τον ελληνικό σοσιαλιστικό χώρο ένα Epinay οργανωτικά και ένα Bad Godesberg πολιτικά όπου θα επιχειρηθεί η μετεξέλιξη του χώρου είναι η ενδεικνυόμενη οδός. Πίσω του ο χώρος θα αφήσει τον κρατισμό, την κουλτούρα της αντιμεταρρύθμισης, την ικανοποίηση συντεχνιακών αιτημάτων και συμφερόντων και την υποχώρηση σε ομάδες πίεσης, τον πελατειασμό και τον κυβερνητισμό. Ο προγραμματικός πλούτος εξάλλου είναι δεδομένος. Είναι δύσκολο αλλά αξίζει.

( φωτογραφίες από τα ιστορικά συνέδρια ΕΔΩ

Δευτέρα 2 Μαρτίου 2015

Ένας μήνας κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ –ΑΝΕΛ (άρθρο γνώμης για την εφημερίδα Θεσσαλονίκη της 2/3/2015)


Οποιαδήποτε αποτίμηση κυβερνητικού έργου σε μόλις ένα μήνα κρίνεται πρόωρη και ευάλωτη σε υποκειμενισμό. Ιδιαίτερα στην περίπτωση που το κόμμα ή τα κόμματα που αναλαμβάνουν τη διακυβέρνηση βρίσκονται για πρώτη φορά σε αυτή τη θέση. Όμως ας μας επιτραπεί μία παρέκκλιση, μία εξαίρεση που επιβεβαιώνει τον κανόνα. Είναι τόσο πυκνός ο πολιτικός χρόνος, είναι τόσο κρίσιμες οι διαπραγματεύσεις με τους εταίρους που κάθε λανθασμένη στρατηγική, κάθε λανθασμένη τακτική, κάθε ολιγωρία και λανθασμένη εκτίμηση οδηγεί τους φορολογούμενους στο κρατικό ταμείο και τις δημόσιες δαπάνες στο κρεβάτι του Προκρούστη. Μερικά σημεία αυτού του μήνα.

Αρχικά αποδεικνύεται κομβικό λάθος η επιμονή του ΣΥΡΙΖΑ για διεξαγωγή εθνικών εκλογών στις αρχές του τρέχοντος. Σχεδόν ακατανόητη στρατηγική επιλογή που τον εγκλώβισε και αντικειμενικά περιόρισε τις όποιες δυνατότητες ευελιξίας. Είναι μία επιλογή που θα τον  φθείρει και θα απομειώσει το πολιτικό του κεφάλαιο πολύ νωρίς καθώς ήδη αναγκάζεται να το καταναλώσει στα πρώτα μέτρα του μαραθώνιου. Υπέπεσε στο επαναλαμβανόμενο λάθος των εκάστοτε αξιωματικών αντιπολιτεύσεων που ζητούσαν εκλογές όταν εκτιμούσαν πως το αποτέλεσμα θα ήταν θετικό, παραγνωρίζοντας όλα τα υπόλοιπα δεδομένα και υποεκτιμώντας σημαντικές παραμέτρους.

Δεύτερο σημείο, αποδεικνύεται η παντελής απουσία στοιχειώδους σχεδίου. Κανένα σχέδιο διαπραγμάτευσης, καμία σοβαρή προετοιμασία πρότασης για τις ανάγκες της χώρας. Προ δεκαημέρου γράφαμε σε αυτή τη στήλη «η διαφαινόμενη αδυναμία της κυβέρνησης να εμφανιστεί αρχικά με ένα στοιχειώδες σχέδιο για τη χώρα, ποσοτικοποιημένο και καταγραμμένο με αριθμούς και κουτάκια είναι μειονέκτημα. Η πολιτική διαπραγμάτευση δεν ισοδυναμεί με λόγια και ομιλίες γενικού περιεχομένου. Είναι λάθος η αντίληψη που θέλει τους αριθμούς να περιορίζουν το εύρος της διαπραγμάτευσης και να υποβιβάζουν δήθεν τη διαδικασία σε τεχνοκρατική διευθέτηση». Σήμερα αυτό βεβαιώνεται και από φωνές εντός ΣΥΡΙΖΑ που ασκούν κριτική στη συμφωνία από άλλη οπτική.

Τρίτο σημείο, αυτή καθ’ αυτή η συμφωνία συνιστά θετική εξέλιξη έναντι της προοπτικής ρήξης με τους εταίρους όμως αυτό δεν είναι μεγάλη επιτυχία. Η συμφωνία αυτή θα κριθεί συγκριτικά με τους αρχικούς στόχους και με το προηγούμενο πρόγραμμα. Ως εκ τούτου υπολείπεται δραματικά των αρχικών στόχων και διακηρύξεων και εξετάζεται στα σημεία εάν είναι καλύτερη της συνέχισης του προγράμματος ως είχε. Τα οφέλη αναζητούνται αλλά τα κόστη πληρώνονται άμεσα.

Τέταρτο σημείο, η διαφορά προεκλογικού λόγου και μετεκλογικής διαχείρισης ξεπερνά κάθε φαντασία. Επιχειρείται μια τεραστίων διαστάσεων προσπάθεια να ονοματιστούν τα πράγματα με πιο εύηχες λέξεις. Η αναγκαία στροφή στο ρεαλισμό γίνεται με ταχείς ρυθμούς που τραντάζουν το κομματικό ακροατήριο του ΣΥΡΙΖΑ.

Πέμπτο σημείο, η ποιότητα του συγκυβερνώντος κόμματος και του πολιτικού προσωπικού είναι προβληματική. Ο πρόεδρος των ΑΝΕΛ είναι υπουργός άμυνας και έχει προβεί σε απαράδεκτες δηλώσεις που ξεπερνούν τα ειωθότα. Το γεγονός πως τα φώτα της δημοσιότητας είναι στραμμένα στον ΣΥΡΙΖΑ και στην κεντρική διαπραγμάτευση του παρείχε τη δυνατότητα να ενεργήσει στο περιθώριο χωρίς να συναντήσει τον παραμικρό αντίλογο. Παραμένει όμως πολιτικός άκρως συντηρητικός, λαϊκιστής, που ποντάρει στην συνωμοσιολογία και τον εθνικισμό. Η πιθανότητα ατυχήματος λόγω ύφους, πολιτικού αμοραλισμού και άγνοιας κινδύνου παραμένει μεγάλη.

Συνοψίζοντας θα πρέπει όλοι να αντιληφθούμε πως έχουμε πολύ και ανηφορικό δρόμο να διανύσουμε. Εύκολες λύσεις δεν υπάρχουν – υπάρχουν όμως δικαιότερες και περνάνε μέσα από μεταρρυθμίσεις κι μεγάλες αλλαγές σε κράτος και οικονομία. Αλλαγές που έστω και αργά ο ΣΥΡΙΖΑ φαίνεται να συζητά, αν και υπάρχει ακόμη μεγάλο χάσμα ανάμεσα στις ανάγκες τις πραγματικότητας και στη βούληση του πολιτικού υποκειμένου.