Σάββατο 26 Δεκεμβρίου 2020

Ταξίδι στο χρόνο - συμβουλεύοντας πρωθυπουργούς την τελευταία 20ετία ( «16 στιγμές» που ίσως άλλαζαν την πορεία μας)

 


Λίγες ημέρες πριν μπούμε στο 2021, δεν θα μπορούσα να βρω καλύτερο χρονικό σημείο για να σκεφτώ και να γράψω το παρόν πόνημα. Βρισκόμαστε εν μέσω μίας πανδημίας και μιας τεράστιας υγειονομικής κρίσης που επηρεάζει κάθε πτυχή της κοινωνικής και οικονομικής ζωής, (ίσως) ανατρέπει γεωπολιτικούς συσχετισμούς και σίγουρα μας βάζει για τα καλά στον 21ο αιώνα μετά την πρώτη εισαγωγική δεκαετία.

Η Ελλάδα σε αυτό το πλαίσιο έχει να αντιμετωπίσει ταυτόχρονα τους δικούς της δαίμονες, εσωτερικούς και εξωτερικούς, ως μία μεσαία ευρωπαϊκή αλλά μικρή διεθνώς χώρα με συγκεκριμένες δυνατότητες αλλά και περιορισμούς. Εκεί που λέγαμε ότι κουτσά στραβά αφήσαμε πίσω μας την υπερδεκαετή οικονομική κρίση – debatable αλλά ας προχωρήσουμε για την οικονομία του άρθρου – μας βρήκε ο ιός εκ Κίνας, ο τουρκικός αναθεωρητισμός, οι ανακατατάξεις στο γεωπολιτικό τόξο που ξεκινά από εμάς και καταλήγει στην Ινδία κ.α

H ανάπαυλα των γιορτών είναι μία ευκαιρία αναστοχασμού. Έτσι λοιπόν μεταξύ τύρου και αχλάδου και άλλων λιπαρών εδεσμάτων αναρωτήθηκα αν μέσα από μια άλλη αλληλουχία επιλογών και πρωθυπουργικών αποφάσεων η χώρα θα μπορούσε να είναι σε μία άλλη θέση – καλύτερη. Ποιες αποφάσεις ή παραλείψεις θεωρώ σημαντικές; Ή τί θα άλλαζα αν μπορούσα;

Αν με έναν μαγικό τρόπο μπορούσα να γυρίσω το χρόνο πίσω κατά το δοκούν και να μεταφερθώ δίπλα σε πρωθυπουργούς της χώρας την τελευταία 20ετία ως μυστικοσύμβουλός τους, τί θα τους έλεγα, πότε θα τους το έλεγα και γιατί;

Αυτή ήταν μία σκέψη που με γοήτευσε – ένα what if εμπνευσμένο από παρεμφερείς τηλεοπτικές σειρές και ντοκιμαντέρ που εξετάζουν ένα διαφορετικό, εναλλακτικό παρελθόν. Για πάμε να δούμε λοιπόν.

Πρόχειρα εντόπισα ορισμένες «στιγμές καμπής» που εάν δίνονταν άλλες απαντήσεις, άλλες επιλογές ίσως η χώρα να βρισκόταν σήμερα σε άλλο, καλύτερο σημείο. Είναι περισσότερο ένα παιχνίδι του μυαλού και μια καταγραφή ορισμένων σκέψεων – δεν διεκδικεί δάφνες πολιτικής ανάλυσης.

Μετά τις απαραίτητες εξηγήσεις εντόπισα 16 σημεία. Ιδού:

1. Θα πήγαινα στον Κώστα Σημίτη το 2.000 και θα του έλεγα : «Δώσε βάση στους θεσμούς και ενίσχυσε τη διαφάνεια. Ο εκσυγχρονισμός ως project απαιτεί πληθώρα στελεχών και η χώρα δεν έχει αυτό το στελεχιακό βάθος. Δώσε βάση στη μετεξέλιξη του ΠΑ.ΣΟ.Κ».

2. Στον ίδιο θα έλεγα το 2001 : «Μην υποχωρείς στο ‘’ασφαλιστικό Γιαννίτση’’, πράξε το χρέος σου απέναντι στις επόμενες γενιές της χώρας, κλείσε τα αυτιά σου στην εσωκομματική, στη  νεοδημοκρατική και εξ’ αριστερών αντιπολίτευση. Η υποχώρησή σου θα σημάνει την αρχή του τέλους του εκσυγχρονιστικού εγχειρήματος και θα συμπαρασύρει τη χώρα σε μία αδιανόητη δαπάνη τα επόμενα χρόνια που θα υπερβαίνει κατά πολύ τις οικονομικές της δυνατότητες».

3. Στον ίδιο το 2003 : «Μην δίνεις το δαχτυλίδι διαδοχής σε έναν μόνο υποψήφιο. Άνοιξε το παιχνίδι της διαδοχής στο ΠΑΣΟΚ με όρους πολιτικούς, εσωκομματικής δημοκρατίας και αποδέξου ότι η ήττα του κόμματος θα είναι μεγαλύτερη».

4. Στον Κώστα Καραμανλή τον Σεπτέμβριο του 2004 – μετά τους Ολυμπιακούς : «Έχεις τη σπάνια ευκαιρία να αλλάξεις τη χώρα καθώς η κυριαρχία σου είναι καθολική και η χώρα που παρέλαβες στο καλύτερό της σημείο διαχρονικά. Όρισε 2-3 μεγάλους στόχους και υπηρέτησε αυτούς. Γίνε καλός πρωθυπουργός και μη μένεις μόνο στο γεγονός ότι είσαι πολύ καλός πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας. Είναι η καλύτερη περίοδος για ουσιαστικές μεταρρυθμίσεις. Μείνε στην Ιστορία ως μεγάλος».

5. Στον ίδιο στις πυρκαγιές του 2007 στην Πελοπόννησο : «Η διαχειριστική ανεπάρκεια των δομών και η καταστροφή δεν πρέπει να επιτρέψεις να φυσικοποιηθούν. Βάλε μπροστά μια επανεκκίνηση της πρωθυπουργίας σου – είσαι μόλις 3 χρόνια στο θώκο. Μην εγκαταλείπεις».

6. Στον ίδιο τον Δεκέμβρη του 2008 : «Για κανέναν λόγο μην αφήνεις να καεί η Αθήνα. Πρέπει να αντιδράσεις, να διασφαλίσεις τις περιουσίες και τον δημόσιο χώρο γιατί διαφορετικά θα τρωθεί όχι απλά η πρωθυπουργία σου αλλά η πίστη μεγάλου μέρους των Ελλήνων στις δυνατότητες του κράτους και στο μεταπολιτευτικό κοινωνικό συμβόλαιο. Η παράλυση θα μεταφραστεί ως παράδοση, ως ανοιχτός αντικοινοβουλευτισμός κοκ».

7. Στον Γιώργο Παπανδρέου το 2009 : «Όλα δείχνουν ότι θα είσαι επόμενος πρωθυπουργός. Προετοιμάσου καλύτερα, ενημερώσου διεξοδικά και σε βάθος, μην επιτρέπεις στην κομματική ροπή των στελεχών του ΠΑ.ΣΟ.Κ και στον βολονταρισμό να υποκαταστήσουν την ανάγκη ενός σχεδίου για την οικονομία. Να είσαι φειδωλός στις εξαγγελίες – δώσε βάση στις μεταρρυθμίσεις. Οι καιροί αναμένονται ταραχώδεις και η Ελλάδα είναι καρυδότσουφλο».

8. Στον ίδιο στα τέλη του 2009 : «Πάρε πιο σκληρά μέτρα άμεσα πριν βγει ο χρόνος, κέρδισε χρόνο, οι συσχετισμοί δεν ευνοούν το όποιο σχέδιό σου. Σταθεροποίησε τη χώρα στοιχειωδώς και κάνε ξανά εκλογές παρουσιάζοντας την πραγματικότητα στον ελληνικό λαό». Και λίγο αργότερα «εάν δεν κάνεις εκλογές ζήτα την ψήφιση του Μνημονίου με 180 ψήφους από τη Βουλή. Το βάρος πρέπει να σηκωθεί από τις μεγάλες ιστορικές παρατάξεις της Μεταπόλιτευσης».

9. Στον ίδιο το 2011 : «Μαζί με τις 4-5 μεγάλες μεταρρυθμίσεις που έχεις κάνει, άλλαξε τον εκλογικό νόμο και σύστημα στην κατεύθυνση του γερμανικού με 2 κάλπες. Σπάσε έναν κρίκο της κακοδαιμονίας της χώρας ό,τι και αν γίνει από εδώ και πέρα».

10. Στον Αντώνη Σαμαρά στις αρχές του 2012 : «Μην βιάζεσαι να γίνεις πρωθυπουργός. Άφησε τον Παπαδήμο να ολοκληρώσει έναν κύκλο απαραίτητων αλλαγών και ετοιμάσου καλύτερα. Θα αναγκαστείς να μετατοπιστείς από τις προεκλογικές σου θέσεις και αυτό θα έχει κόστος. Στην προσπάθεια να κερδίσεις το ΠΑΣΟΚ πρόσεξε να μην νομιμοποιήσεις οπτικές και προσεγγίσεις ακραίες».

11. Στο Βαγγέλη Βενιζέλο το 2012 : «Η αρχηγία του ΠΑΣΟΚ δεν μπορεί να είναι μονοπρόσωπη διαδικασία. Μία εσωκομματική αναμέτρηση σφυρηλατεί το συνανήκειν. Η αποδρομή του Παπανδρέου και της ιστορικότητας του ονόματος αφήνει ένα δυσαναπλήρωτο κενό. Μην προσεγγίζεις το ζήτημα ως προσωπική σου δικαίωση».

12. Στον Σαμαρά πάλι, αρχές του 2014 : «Συνέχισε το μνημονιακό πρόγραμμα και μην σκέπτεσαι να αλλάξεις γραμμή – δεν θα εκτιμηθεί από κανέναν. Προσπάθησε να ενσωματώσεις στη διακυβέρνησή σου περισσότερα στοιχεία μίας κεντρώας ατζέντας ώστε να χτίσεις μία συμμαχία Κέντρου και Δεξιάς. Θα σε ευνοήσει κυρίως κυβερνητικά και δευτερευόντως εκλογικά».

13. Στον Αλέξη Τσίπρα το 2014 : «Μην βιάζεσαι να φτάσεις σε εκλογές. Άσε τον Σαμαρά να ολοκληρώσει έναν ακόμη κύκλο μεταρρυθμίσεων και στο μεταξύ εσύ ετοιμάσου καλύτερα. Όλο το οικοσύστημα ΣΥΡΙΖΑ είναι παντελώς ανέτοιμο. Εκλογές τον Σεπτέμβριο και μέχρι τότε όρισε 2-3 εφικτούς ρεαλιστικούς στόχους και με αυτούς ξεκίνα την μετατόπισή σου. Όλα δείχνουν ότι θα είσαι ο επόμενος πρωθυπουργός.

14. Στον Τσίπρα τον Φεβρουάριο του 2015 : «Εντόπισε 5 σημεία που θέλεις να διαπραγματευτείς στο νέο μνημόνιο, 5 σημεία που πιστεύεις ότι μεσοπρόθεσμα θα ευνοήσουν την πορεία της χώρας και την κοινωνικής της συνοχή και πάρε την τελική συμφωνία την 1η Μαρτίου. Η αποδοχή μιας συμφωνίας – εμφανώς ευνοϊκότερης από ό,τι είχαν να αντιμετωπίσουν οι ‘’Σαμαροβενιζέλοι’’ σου εξασφαλίζει ένα σταθερό πλαίσιο να κινηθείς. Σου δίνει το χρόνο για άλλες πολιτικές πρωτοβουλίες, άλλες συμμαχίες και μία ατραπό προς σοσιαλδημοκρατικοποίηση. Αποδεσμεύσου από τους ΑΝΕΛ και μετεξέλιξε τον ΣΥΡΙΖΑ εν κινήσει».

15. Στον Τσίπρα το 2016 – 2019 : «Το κόμμα ΣΥΡΙΖΑ ως έχει δεν μπορεί να ανταποκριθεί στις ανάγκες της χώρας. Άλλαξε το συθέμελα επιδιώκοντας της ώσμωση με ευρύτερες πολιτικές και κοινωνικές δυνάμεις. Παραδειγματίσου από την άρνηση του Ανδρέα Παπανδρέου να αναλάβει το κόμμα του πατρός του και την επιλογή του να διαμορφώσει ο ίδιος τις νέες συνιστάμενες».

16. Στον Κυριάκο Μητσοτάκη σήμερα : « Η χώρα χρειάζεται βαθιές αλλαγές, μη θεωρήσεις τη δεδομένη υπεροχή σου μόνιμη. Ενίσχυσε τις μεταρρυθμιστικές πολιτικές σου και προσπάθησε να συμπαρασύρεις το κόμμα προς αυτήν την κατεύθυνση». Επίσης θα του έλεγα «μην επιτρέψεις να σε υπνωτίσει η αδυναμία του αντιπάλου σου τη δεδομένη στιγμή – προσπάθησε μέσα από την διαχείριση της μετά την πανδημία οικονομίας να λύσεις παράλληλα πολλές παγιωμένες υστερήσεις της χώρας. Μη μείνεις μόνο στη διαχείριση – επιχείρησε αλλαγές».

Κάπου εδώ το παιχνίδι αυτό σταματά. Θα μπορούσε κανείς αντί για 16 να βρει 46 ή 106 στιγμές στην εικοσαετή αυτή πορεία της χώρας και να είναι όλες σωστές. Ή άλλος μπορεί να διαφωνεί με τις δικές μου 16 αυτές συγκεκριμένες «στιγμές», όλα στο παιχνίδι είναι. Mετά Χριστόν προφητεία; Όχι – περισσότερο ένα παιχνίδι της μνήμης και μία αξιολόγηση.

Το ερώτημα και ο στόχος όμως παραμένει ένας. Να βρει η χώρα μας τον βηματισμό της και να διεκδικήσει ό,τι της αναλογεί σε αυτόν τον αναδυόμενο νέο κόσμο του πραγματικού 21ου αιώνα. 

Το παρόν άρθρο δημοσιεύτηκε στην ιστοσελ;iδα VORIA.gr

Από τη Δ.Ε.Θ σού έρχομαι και στην κορφή κανέλα


 

Κατά καιρούς είχαν ακουστεί ενδιαφέρουσες απόψεις περί μεταφοράς της Διεθνούς Έκθεσης Θεσσαλονίκης εκτός πολεοδομικού συγκροτήματος, στην περιοχή της Σίνδου.

Το σκεπτικό είχε δομή κα επιχειρήματα και ήταν ένα θέμα του δημοσίου διαλόγου τότε. Το 2000 - 2009 οι πραγματικότητες και οι προοπτικές της χώρας, άρα και οι σχεδιασμοί ήταν διαφορετικοί. Από τότε όμως έχουν αλλάξει άρδην τα δεδομένα.

Σήμερα, βρισκόμαστε μετά από 10 - 15 περίπου χρόνια να έχουμε στα χέρια μας μία πιο ώριμη προσέγγιση. Έχει ξεκινήσει ο αρχιτεκτονικός διαγωνισμός για την ανάπλαση του χώρου εκεί που βρίσκεται, στο κέντρο της πόλης.

η προκήρυξη του διαγωνισμού για το project της αναμόρφωσης του εκθεσιακού και συνεδριακού κέντρου της Θεσσαλονίκης γνώρισε μεγάλη αποδοχή από την διεθνή αρχιτεκτονική κοινότητα καθιστώντας το έργο της ανάπλασης της ΔΕΘ ένα φιλόδοξο εγχείρημα.

- οι παρεμβάσεις αφορούν συνολική έκταση 176 στρεμμάτων και θα αναμορφώσουν ριζικά την εικόνα όλης της πόλης

- τα μισά από τα στρέμματα θα δοθούν για χρήση στην πόλη με τη δημιουργία πάρκου και χώρων κοινής χρήσης.

- στο βόρειο κομμάτι, δίπλα από το Παλέ ντε Σπορ θα αναπτυχθεί το νέο συνεδριακό κέντρο

- Εγνατία με Αγγελάκη και θα ανεγερθεί επιχειρηματικό κέντρο ενώ κάτω από αυτά θα γίνει υπόγειο πάρκινγκ 2.000 θέσεων.

Κάθε ένας δικαιούται να έχει την Α ή την Β άποψη, να την καταθέτει και να επιδιώκει την επικράτησή της. Όμως εδώ έχουμε μία πόλη που διψάει για επενδύσεις, έχει ανάγκη την επιτάχυνση όλων των έργων υποδομής, χρειάζονται μεγάλες παρεμβάσεις κλίμακας. Έχουμε μία πόλη που έχει κολλήσει σε αέναες συζητήσεις, σε διχασμούς και κόντρες έχοντας όμως στο τραπέζι της την ατζέντα του 1990-2000 ενώ βαδίζουμε στο 2021. Δεν γίνεται παντού να προχωράνε έργα και μόνο η Θεσσαλονίκη να ομφαλοσκοπεί, μόνο η Θεσσαλονίκη να προανεγγέλει, να ματαιώνει, να ακυρώνει, να ξαναμαλώνει και να ξανασυζητά.

Αυτές οι καθυστερήσεις έχουν κόστος, αθροίζουν κόστος. Δεν γίνονται in vitro όπου μπορούμε κλεισμένοι σε έναν πύργο μεταξύ τύρου και αχλάδου να συζητάμε για ένα μέλλον που ποτέ δεν έρχεται. Χάνονται εκατομμύρια, χάνονται θέσεις εργασίας, ΑΕΠ. Η πόλη μένει στάσιμη, δεν αλλάζει, δεν βελτιώνεται με αυτή τη συνταγή.

Το σύνθημα είναι ένα και γύρω από αυτό πρέπει να συνασπιστούν όσοι αντιλαμβάνονται το διακύβευμα. «Εδώ και τώρα ολοκλήρωση των έργων - εδώ και τώρα επιτάχυνση των έργων» ώστε να μπορεί η πόλη να καθίσει στο τραπέζι του μελλοντικού εθνικού σχεδιασμού της επόμενης γενιάς μεγάλων έργων. Ακόμη και εάν εκκινούν από διαφορετικές ιδεολογικές ή πολιτικές αφετηρίες, είναι περισσότερο απαραίτητο από ποτέ να διαμορφωθεί μία συμμαχία υπέρ των έργων υποδομής, υπέρ των παρεμβάσεων κλίμακας.

Πόλη χωρίς υποδομές, χωρίς αναπλάσεις, χωρίς πράσινο και δημόσιο χώρο, χωρίς σοβαρό συγκοινωνιακό δίκτυο, χωρίς προσέλκυση επενδύσεων, νέες θέσεις εργασίας δεν μπορεί να σταθεί στον 21ο αιώνα - πόσο δε μάλλον να πρωταγωνιστήσει.

Μια μικρή παράθεση της κακοδαιμονίας θα πείσει και τον πιο καχύποπτο αναγνώστη περί του αληθούς της αγανάκτησης. Δεκαετίες για το μετρό, δεκαετίες για την πλατεία Διοικητηρίου, ακύρωση υποθαλάσσιας αρτηρίας, 15ετία για την ανάπλαση Δ.Ε.Θ, αρκετά χρόνια για το Μουσείο Ολοκαυτώματος, τα ίδια για τον περιφερειακό της πόλης ( ελπίζουμε όχι και για το flyover), παρόμοια για τους κόμβους. Στο τέλος της δεκαετίας όμως οι θρήνοι για μια πόλη με σημαντικές υστερήσεις κινδυνεύουν να γίνουν καφόφωνο μοιρολόγι και εμείς οι Θεσσαλονικείς μοιρολογίστρες.

Αλλαγή με ύμνους της στασιμότητας, πρόοδος χωρίς θραύση της συναίνεσης της ακινησίας, επιτάχυνση με διαρκή αναμασήματα δεκαετιών δεν μπορεί να υπάρξει. Διακηρυκτικά όλοι θέλουν μια πόλη εξωστρεφή που θα αξιοποιεί επιτέλους αυτά τα πολυθρύλητα πλεονεκτήματά της και θα αναδεικνύεται σε αυτό που δυνητικά μπορεί να μετατραπεί. Σε έναν κόμβο επιχειρηματικότητας, ανάπτυξης, εκπαίδευσης, εμπορίου, σε τουριστικό προορισμό αξιώσεων κοκ.

Όμως πως το φανταζόμαστε να γίνεται αυτό; Χωρίς μέσα σταθερής τροχιάς; Με περίπου ένα ΜΜΜ; Χωρίς δρόμους που θα συνδέουν το λιμάνι με τον αυτοκινητόδρομο; Χωρίς μεγάλες αστικές αναπλάσεις; Χωρίς αναβάθμιση του δημοσίου χώρου, χωρίς πράσινο, χωρίς υποδομές, ποδηλάτοδρομους, χωρίς πάρκινγκ; Ή μήπως η παράμετρος του χρόνου δεν προσμετράται στην εξίσωση ωσάν να τον έχουμε παγώσει;

Αν υπάρχει συνταγή που μπορεί να σε οδηγήσει στο στόχο χωρίς αυτές τις προϋποθέσεις ας κατατεθεί. Η λογική όμως λέει πως κατ’ αναλογία δεν μπορούμε να ταΐσουμε 5.000 κόσμου με 5 ψωμιά και 3 ψάρια. Δεν αρκεί δηλαδή το «λίγο κρασί, λίγο θάλασσα και λίγο ερωτική πόλη» για να συναγωνιστούμε αντίστοιχου βεληνεκούς και δυνατοτήτων πόλεις. Και στο κάτω κάτω της γραφής αυτός ο οιωνεί οριενταλισμός με τον οποίο προσεγγίζεται από πολλούς η πόλη πρέπει να περιοριστεί.

Το παρόν άρθρο φιλοξενήθηκε στη VORIA.gr


Κυριακή 6 Δεκεμβρίου 2020

Η τέλεια καταιγίδα, οι δυσκολίες και το στοίχημα, άρθρο στη ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ της ΚΥΡΙΑΚΗΣ 06/12/2020


 

Δε χωρά καμία αμφιβολία ότι η πανδημία θα φέρει μεγάλες ανακατατάξεις  στην πορεία των πραγμάτων και σίγουρα μεγάλες οικονομικές επιπτώσεις στην παγκόσμια οικονομία. Η Ελλάδα σε αυτό το πλαίσιο είναι δεδομένο ότι θα αντιμετωπίσει ακόμα μεγαλύτερο πρόβλημα καθώς  η ήδη δυσχερής της θέση με το μεγάλο δημόσιο χρέος και η διάρθρωση της σχετικά (μη) ανταγωνιστικής και διεθνώς (μη) εμπορεύσιμης οικονομίας της είναι βραχνάς που ίσως αποδειχθεί βρόγχος. Οι οικονομικές επιπτώσεις προδιαγράφονται ήδη στον ορίζοντα και αναθεωρούνται επί τα χείρω οι προβλέψεις της ύφεσης και της μελλοντικής ανάκαμψης.

Σε αυτή τη συνθήκη που βρισκόμαστε έχουμε στοιχεία που μας κάνουν απαισιόδοξους και κάποια λιγότερα αισιόδοξους. Απαισιοδοξία για το μέλλον φέρνει η αδυναμία του πολιτικού συστήματος -πλην ορισμένων θυλάκων- να επεξεργαστούν ένα σχέδιο ανάταξης της οικονομίας και της χώρας. Πολλές φορές κατά την ιστορία μας κατατέθηκαν σχέδια στη δημόσια σφαίρα. Το «σχέδιο Πισσαρίδη» σήμερα, όπως παλιότερα το «Μνημόνιο» είναι ολοκληρωμένες δέσμες δημόσιων πολιτικών, με δομή, στόχευση, συμπεράσματα και προτάσεις. Κάποιοι συμφωνούν, άλλοι διαφωνούν - ιδεολογικές παράμετροι πάντα υπάρχουν σε τέτοια κείμενα, όμως το μείζον είναι αλλού. Γιατί το πολιτικό σύστημα - τα κόμματα κυρίως -δεν καταθέτουν δικό τους σχέδιο. Σχέδιο την ιδιοκτησία του οποίου θα έχουν τα ίδια, όπως και τη δέσμευση εφαρμογής.

Η συγκρατημένη αισιοδοξία εδράζεται στην ευχή και εκτίμηση ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση θα αντιδράσει με τρόπο πιο αποτελεσματικό συγκριτικά με την κρίση χρέους και δανεισμού της προηγούμενης δεκαετίας, ότι ο λαϊκισμός ως μοντέλο διαχείρισης βρίσκεται σε κάμψη και ότι μία κρίσιμη κοινωνική μάζα έχει μετατοπιστεί προς πιο ορθολογικές θέσεις. Η συναίνεση της ακινησίας ήταν πρόβλημα και το 2010 είναι και το 2020. Δεν θέλουμε να αλλάξουμε. Αλλάζουμε λίγο -τόσο όσο να μην μας εκπαραθυρώσουν από τον ανεπτυγμένο κόσμο. Αυτή τη φορά όμως δεν μπορούμε και δεν πρέπει να συνεχίζουμε έτσι. Η στρατηγική του «κουτσά – στραβά κάτι κάνουμε, κάπως σώζουμε την παρτίδα» έχει εξαντλήσει τα καύσιμά της.

Η «τέλεια καταιγίδα» που ζούμε, οι επάλληλες και εφαπτόμενες κρίσεις, οι προκλήσεις του μέλλοντος, οι παγκόσμιες ανακατατάξεις, η ανάδυση ενός νέου κόσμου πραγματικά πολυπολικού και σίγουρα όχι δυτικοκεντρικού πρέπει να μας αφυπνίσει. Στα υπαρκτά και πλήρως εντοπισμένα δικά μας προβλήματα, στις δικές μας χρόνιες υστερήσεις έρχονται να προστεθούν νέες προκλήσεις. Το μείγμα μπορεί να γίνει εκρηκτικό για μία μικρή χώρα με αδυναμίες όπως η Ελλάδα. Ταυτόχρονα όμως θα ήταν ψέμα να αποκρύψουμε το παράθυρο ευκαιρίας που έχουμε.

Η ανάπτυξη της τεχνολογίας στην αυγή της 4ης βιομηχανικής επανάστασης, τα big data, το πλεόνασμα επιστημονικού προσωπικού, η δυνατότητά μας στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, η αμφισβήτηση λόγω πανδημίας των μεγάλων μονάδων παραγωγής φορντικού τύπου και έντασης εργασίας έναντι της αποκεντρωμένης παραγωγής μικρότερης κλίμακας ίσως είναι στοιχεία που μπορεί να μας ευνοήσουν. 

Η αμφισβήτηση των πλανητικών εφοδιαστικών αλυσίδων ίσως αναδείξει τη σημασία της τοπικότητας. Ακόμη και οι εμφανώς μικρότερες πόλεις μας αν και υστερούν σε υποδομές μπορούν με μία νέα πολεοδομική και χωροτακτική προσέγγιση μετασχηματιστούν σε προορισμούς τηλε-εργαζομένων, σε τόπους εγκατάστασης μικρών επιχειρήσεων καινοτομίας και παραγωγής προϊόντων προστιθέμενης αξίας. Το παραγωγικό κενό της ελληνικής οικονομίας είναι παρόν εδώ και μία δεκαετία και χρειαζόμαστε νέες και έξυπνες ιδέες για να το καλύψουμε.

Αν μπορέσουμε να μετατρέψουμε τον ιδιόμορφο ελληνικό καπιταλισμό από μειονέκτημα σε πλεονέκτημα ίσως κερδίσουμε το στοίχημα. Δεν είναι εύκολο, θα υπάρξουν αντιστάσεις. Οι insiders δεν θα παραδώσουν τα προνόμιά τους ιδιαίτερα σε μία εποχή αβεβαιότητας, manual διακυβέρνησης που οδηγούν σε ασφαλή ύδατα δεν υπάρχουν καθώς η καταιγίδα μαίνεται και δεν είναι όλες οι ιδιομορφίες του συστήματός μας αξιοποιήσιμες στη νέα εποχή. 

Ίσως ο πιο κρίσιμος παράγοντας σε αυτή την προσπάθεια είναι τα κόμματα. Πρέπει από κόμματα των 70s να φτιάξουμε κόμματα του 21ου αιώνα γιατί το κράτος θα έχει σίγουρα μεγαλύτερο ρόλο στις δεκαετίες που έρχονται.

Δευτέρα 12 Οκτωβρίου 2020

Κίνδυνοι και προκλήσεις για την κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας, άρθρο στη ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ της ΚΥΡΙΑΚΗΣ 11/10/2020

 


Εκ πρώτης παράδοξο να αναφερθεί κανείς σε κινδύνους για το κυβερνών κόμμα τη στιγμή που έναν χρόνο μετά τις εκλογές συνεχίζει να απολαμβάνει μεγάλη δημοσκοπική διαφορά από το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης.

Η αντικειμενικά θετική διαχείριση τριών μείζονος σημασίας κρίσεων, του Έβρου, της πανδημίας και της παρουσίας της χώρας στη γεωπολιτική σκακιέρα της Ανατολικής Μεσογείου είναι αναμφίβολα ένα ισχυρό χαρτί για την εικόνα της κυβέρνησης. Της δίνει «καύσιμα» και παγιώνει μία αίσθηση στιβαρής ηγεσίας. Εγκαθιδρύει μία σχέση αξιοπιστίας και εμπιστοσύνης που είχε να παρατηρηθεί από τους προ κρίσης καιρούς. Η καλή στάθμιση, η αμεσότητα στη δράση, η αξιοποίηση επιστημόνων στα ζητήματα της πανδημίας και οι ενεργές πρωτοβουλίες εξωτερικής πολιτικής δημιουργούν μία αίσθηση επάρκειας και σοβαρότητας.

Αυτή η αίσθηση οφείλεται και στην αδυναμία μετεξέλιξης του ΣΥ.ΡΙ.ΖΑ καθώς ο τελευταίος συνεχίζει να είναι εγκλωβισμένος στα στρατηγικά του αδιέξοδα και στις δομικές του αδυναμίες. Η Νέα Δημοκρατία παίζει στο γήπεδο χωρίς ουσιαστικό αντίπαλο και οι υστερήσεις της κρύβονται κάτω από το χαλί λόγω της ευθείας σύγκρισης.

Είναι όμως έτσι τα πράγματα; Ή για να το θέσουμε με άλλα λόγια, αρκεί αυτή η κατάσταση για να φτάσουμε μέσα από μία καλή κυβέρνηση στον σημαντικότερο εθνικό στόχο επίλυσης των δομικών αδυναμιών της χώρας;

Εδώ αρχίζουν άλλης φύσεως ερωτήματα, πιο σύνθετα και πιο ουσιώδη. Ερωτήματα που σχετίζονται με το κράτος, τη δημόσια διοίκηση, τις αναγκαίες μεταρρυθμίσεις, και τον σχεδιασμό δημοσίων πολιτικών με γνώμονα την ανάταξη της οικονομίας. Η Νέα Δημοκρατία σε αυτά τα ζητήματα, πλην ηχηρών εξαιρέσεων και υπουργείων που παράγουν έργο μετρήσιμο, αντιληπτό και χρήσιμο δεν φαίνεται να επιθυμεί μεγάλες αλλαγές. Σε πολλά μέτωπα προχωρά με την πεπατημένη και υπακούει κατά κάποιο τρόπο στη συναίνεση της ακινησίας. Στο εσωτερικό της διεξάγεται μία «μάχη» όχι τόσο εμφανής ούτε τόσο ξεκάθαρη - καθώς το κόμμα δεν έχει τάσεις ούτε σχηματοποιημένα ρεύματα – υπάρχει όμως μια ουσιώδης διαφοροποίηση. Η ηγετική ομάδα προεξάρχοντος του πρωθυπουργού, το επιτελείο του και ορισμένοι υπουργοί φαίνεται να αντιλαμβάνονται τις προκλήσεις. Για παράδειγμα η ανάθεση κατάρτισης σχεδίου για την οικονομία και την αξιοποίηση των ευρωπαϊκών πόρων στην επιτροπή Πισσαρίδη είναι μία μεταρρυθμιστικής λογικής κατεύθυνση. Στην Ελλάδα όμως δεν υστερούμε σε κείμενα και σχέδια αλλά στην εφαρμογή τους διότι το πολιτικό προσωπικό δεν τα πιστεύει, δεν τα υιοθετεί και άρα δεν τα εφαρμόζει. Είναι πολύ λίγες οι περιπτώσεις που κυβερνήσεις προχώρησαν τολμηρές μεταρρυθμίσεις χωρίς εξωτερικό καταναγκασμό – μνημόνια, επιτροπίες κοκ.

Ο κίνδυνος για τη Νέα Δημοκρατία είναι υπαρκτός και εξηγούμαι. Προ πανδημίας η οικονομία έδειχνε σημάδια κόπωσης και εν μέσω πανδημίας επανέρχεται παγκοσμίως η τάση διεύρυνσης του ρόλου του κράτους. Οι δαπάνες αυξάνονται, το κράτος αναμενόμενα μεγαλώνει και αναλαμβάνει να διασώσει οικονομία και κοινωνία από τις επιπτώσεις. Το ελληνικό κράτος όμως καθοδηγούμενο από το ελληνικό πολιτικό σύστημα – και σήμερα από τη Νέα Δημοκρατία- δεν διέπεται από ορθολογισμό. Οι δαπάνες δεν συνοδεύονται από στοχοθεσία, δεν ελέγχονται για την απόδοσή τους και οι πόροι δεν κατευθύνονται προς επενδυτικούς σκοπούς παρά ενισχύουν την κατανάλωση. Όσοι διαχρονικά είναι insiders ελπίζουν στη χείρα βοηθείας του, όσοι είναι outsiders δεν ελπίζουν σε τίποτε. Ο ελέφαντας στο δωμάτιο συνεχίζει να είναι το ασφαλιστικό, ο ρυθμιστικός πληθωρισμός παραμένει και οι οικονομικές εξελίξεις – κυρίως η ύφεση – προδιαγράφουν δύσκολο χειμώνα με οξυμένο το κοινωνικό ζήτημα.

Συνοψίζοντας, αν η Νέα Δημοκρατία πιστέψει ότι μπορεί και να ξεπεράσει το σκόπελο των επιπτώσεων της πανδημίας αλλά και να ανατάξει κράτος και οικονομία βασισμένη σε συνταγές παρελθόντος που το κράτος απλά δαπανούσε άκριτα, τότε θα έχει πρόβλημα. Μεσοπρόθεσμα, καθώς αυτή είναι συνταγή αποτυχίας, μακροπρόθεσμα καθώς ακόμη και στο πεδίο των ιδεών θα ενισχύσει την ευρέως διαδεδομένη πεποίθηση στην κοινωνία πως λύση είναι οι κρατικές δαπάνες – λογική που αρχετυπικά πρεσβεύουν κόμματα της Αριστεράς.

Κυριακή 27 Σεπτεμβρίου 2020

Τσίπρας στη Θεσσαλονίκη. Μια από τα ίδια, καμία φαντασία, καμία μετεξέλιξη, άρθρο στη ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ της ΚΥΡΙΑΚΗΣ 27/9/2020

 


Από την εκλογική ήττα στην απαιτούμενη -μη- ωρίμανση

Η εκλογική ήττα στις εκλογές του 2019 και μάλιστα με τη διαφορά που αποτυπώθηκε ανάμεσα στα δύο μεγάλα κόμματα, ήταν ( και παραμένει) επαρκής αιτία αλλαγών στον ΣΥ.ΡΙ.ΖΑ. Το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης μετά την εντυπωσιακή αποδοκιμασία της κάλπης θα περίμενε κανείς να αναδιοργανωθεί σε πολλά επίπεδα. Η σχετικά καλή πορεία της κυβέρνησης της Νέας Δημοκρατίας και η θετική διαχείριση τριών μείζονος σημασίας κρίσεων ( Έβρος, πανδημία, ελληνοτουρκικά και Αν. Μεσόγειος) μετατρέπει την ανάγκη μετεξέλιξης σε ιεραρχικά πρώτο μέλημα. Για να το πούμε αλλιώς, ο ΣΥ.ΡΙ.ΖΑ ως έχει δεν μπορεί να σταθεί απέναντι σε μία ανανεωμένη και με αυτοπεποίθηση Νέα Δημοκρατία, παρά τις υπαρκτές αδυναμίες της δεύτερης. Η σύγκριση, στη μεγάλη εικόνα, είναι δραματική.

Χρόνος υπήρχε για μία διαφορετική προσέγγιση, για αλλαγή στρατηγικής, για προγραμματική εμβάθυνση και πολιτική ωρίμανση. Αξιοποιήθηκε αυτός ο χρόνος προς αυτήν την κατεύθυνση;  Η εμφάνιση του Αλέξη Τσίπρα στο Thessaloniki Helexpo Forum έδωσε μία καθαρή απάντηση – για όποιον μπορεί να προσεγγίσει τα ζητήματα με μία σχετική αυτονομία. Όχι, δεν αξιοποιήθηκε.

Τί είδαμε, τι δεν είδαμε και τί σημαίνουν αυτά που ακούσαμε

Οι ομιλίες των πολιτικών αρχηγών – ειδικά αυτές του Σεπτεμβρίου στη Θεσσαλονίκη - είναι μία ιδανική ευκαιρία για να δοθούν πολλαπλές απαντήσεις και να σκιαγραφηθεί το πολιτικό σχέδιο κάθε κόμματος. Στον λόγο των αρχηγών αποτυπώνονται οι προτεραιότητες, οι αιχμές, η αντιπολιτευτική στρατηγική και ένα περίγραμμα προγραμματικού λόγου.

Ο Αλέξης Τσίπρας είχε τη δυνατότητα να εμφανιστεί ανανεωμένος. Με νέο πολιτικό λόγο, καλύτερα προετοιμασμένες προτάσεις για την οικονομία, μακριά από τον αναξιόπιστο πληθωρισμό υποσχέσεων της αντιμνημονιακής περιόδου, με σαφή στόχευση τη δημιουργία ενός πιο μετριοπαθούς «κεντροαριστερού» προφίλ κόμματος εξουσίας. Είχε τη δυνατότητα να εκπλήξει θετικά, να πιάσει την παγκόσμια τάση επαναφοράς της κρατικής παρέμβασης και να τη γειώσει στα ελληνικά πράγματα με νέες πολιτικές.

Η προσπάθεια αυτή βέβαια μόνον εύκολη δεν είναι καθώς απαιτεί συστηματική και επίπονη προγραμματική υπέρβαση, μακριά από ιδεοληπτικές βεβαιότητες και αγκυλώσεις που ενδημούν στην Αριστερά, αυτοκριτική διάθεση, συγχρονισμό με πιο νέες αναζητήσεις και επεξεργασίες, σαφή εικόνα προτεραιοτήτων για την ίδια τη χώρα. Απαιτεί αλλαγές στην κομματική δομή, πεπαιδευμένα στελέχη με αντίληψη των νέων ιεραρχήσεων, ηγετική ομάδα με βαθιά γνώση των δεδομένων και με συναντίληψη για τον δρόμο που πρέπει να ακολουθηθεί.

Αντί αυτών παρακολουθήσαμε μία soft παρουσίαση ενός «Προγράμματος Θεσσαλονίκης» δομημένο γύρω από χιλιάδες διορισμούς στο δημόσιο, με μία αβαθή και έωλη επεκτατική πολιτική, έναν παλαιού τύπου κρατισμό και μία υφολογία κομματικών στελεχών εφάμιλλη της αντιμνημονιακής περιόδου. Ο ίδιος ο Τσίπρας πλάτειασε, δεν είχε κέντρο βάρους, δεν άφησε ένα στίγμα.

Αποδεικνύεται περίτρανα λοιπόν ότι το κόμμα ΣΥ.ΡΙ.ΖΑ, ως έχει, αδυνατεί να μετεξελιχθεί σε κάτι άλλο, σε αυτό δηλαδή που έχει ανάγκη η χώρα. Αποδεικνύεται ότι η ηγετική ομάδα, το στελεχιακό δυναμικό και τα μέλη του κόμματος νιώθουν πολύ πιο άνετα όσο κινούνται κοντά στην «αντιμνημονιακή» μήτρα που τους γέννησε. Επειδή δε οι περισσότεροι εξ΄ αυτών πολιτικοποιήθηκαν συγκροτητικά κατά την περίοδο 2010 -2015, έχουν ταυτίσει τη διαμαρτυρία με την κυβερνητική πρόταση για το μέλλον. Αδυνατούν να καταλάβουν τις αλλαγές της ελληνικής κοινωνίας, αδυνατούν να προσεγγίσουν και να κατανοήσουν την αναγκαιότητα ενός μεταρρυθμιστικού προγράμματος για το κράτος και την οικονομία - πόσο δε μάλλον να το σχεδιάσουν.

Αντιπολιτεύονται χωρίς να σχεδιάζουν, παρουσιάζουν λύσεις χωρίς να μετράνε, καμώνονται τους έτοιμους όταν δεν άλλαξαν σχεδόν τίποτε από αυτό που αποδοκιμάστηκε. Όσο η κυβέρνηση θα κυριαρχεί στον μετριοπαθή κεντρώο χώρο, τόσο θα επικρατεί εκνευρισμός και ανακύκλωση παλιών συνθημάτων. Βέβαια, όσο δε νιώθουν κάποια πολιτική απειλή από τον ευρύτερο προοδευτικό χώρο (βλ. δομική αδυναμία ΚΙΝΑΛ) έχουν την άνεση του μονοπωλίου.

 

 

Τετάρτη 15 Απριλίου 2020

Η κρίση είναι προσωρινή, η προσπάθεια για τη Θεσσαλονίκη αδιάκοπη


Το πρώτο βεβαιωμένο κρούσμα κορωνοϊού στην Ελλάδα έτυχε να εντοπιστεί στη Θεσσαλονίκη. Τύχη και ατυχία μαζί καθώς το γεγονός αυτό έκρουσε τον κώδωνα του κινδύνου έγκαιρα.

Η αλήθεια είναι – και το βεβαιώνει προσωπικά ο γράφων – πως στο Δημαρχείο Θεσσαλονίκης υπήρχε νωρίτερα μέριμνα για προπαρασκευαστικές ενέργειες. Λίγο η ενημέρωση των υπερκείμενων υγειονομικών αρχών, λίγο η εκτίμηση του κινδύνου, οδήγησαν σε αυξημένη εγρήγορση. Η πρώτη Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου της Ελληνικής Κυβέρνησης σχετικά με την πανδημία έδωσε το σήμα προετοιμασίας. Παραγγέλθηκαν έγκαιρα μάσκες, αντισηπτικά, αφίσες για όλη την πόλη ( μην ξεχνάτε ότι στη Θεσσαλονίκη αναρτήθηκαν μαζικά σε όλα τα δημόσια κτίρια και στις στάσεις του ΟΑΣΘ βασικές οδηγίες προφύλαξης πριν υπάρξει 2ο και 3ο κρούσμα).

Από εκεί και πέρα έλαβαν χώρα μία σειρά ενεργειών σε πρώτο χρόνο, δημιουργώντας θετική εντύπωση σε όλη τη χώρα και οδηγώντας πολλές φορές σε απόδοση ευσήμων. Απολυμάνσεις παντού, σε κτήρια, δρόμους, περιμετρικά των νοσοκομείων κοκ. Ενισχύθηκε άμεσα το πρόγραμμα Βοήθεια στο Σπίτι με προσωπικό υπηρεσιών που λόγω των εξελίξεων σταμάτησε να λειτουργεί. Δημιουργήθηκε επίσης άμεσα τηλεφωνική γραμμή ψυχολογικής υποστήριξης, οργανώθηκαν τα συσσίτια και με προσφορές του ιδιωτικού τομέα, δημιουργήθηκαν νέες δομές για άστεγους. Παράλληλα ανακοινώθηκε δέσμη ελαφρυντικών μέτρων για τους επαγγελματίες και τις επιχειρήσεις

Η μέχρι τότε υπέρ-αποτελεσματική Δημοτική Αστυνομία επιφορτίστηκε με νέα καθήκοντα επιτήρησης της κυκλοφορίας και διασφάλισης των μέτρων κοινωνικής απόστασης. Στο σημείο εκείνο, τέθηκε επιτακτικά το ζήτημα της Νέας Παραλίας της πόλης. Ακούστηκαν πλείστες όσες προσεγγίσεις όμως τη δεδομένη στιγμή, τη στιγμή της κρίσης, του βάρους της ευθύνης και της ορθολογικής στάθμισης, η εισήγηση του Δημάρχου προς την Πολιτεία ήταν συγκεκριμένη. «Περιορίστε την κυκλοφορία στη Νέα Παραλία, είναι ζήτημα δημόσιας υγείας». Μια φράση που εκτιμώ ότι αν μπορούσαμε να γυρίσουμε το χρόνο πίσω πολλοί ευρωπαίοι πολίτες θα ήθελαν να ακουστεί από τις δικές τους αρμόδιες αρχές.

Από το σημείο εκείνο ξεκίνησαν κάποιες αντιπολιτευτικές προσπάθειες τραβηγμένες από τα μαλλιά. «Βάλτε διόδια, επιτρέψτε την κίνηση με τον λήγοντα αριθμό του ΑΦΜ, οριοθετήστε πορείες με τροχονόμους, κόψτε εισιτήρια στην είσοδο» κ.α ευφάνταστα, τη στιγμή που η συντριπτική πλειοψηφία πολιτών συμφωνούσε με το μέτρο.

Η ανάγκη αντιπολίτευσης είναι κατανοητή, λογική, αναμενόμενη και για κάθε δημοκράτη επιθυμητή. Όταν δε αυτή είναι δομημένη, στιβαρή και με ερείσματα σε πραγματικές ολιγωρίες, διαχειριστικές ανεπάρκειες, λάθη και παραλείψεις βοηθά στην ποιότητα της διοίκησης και οδηγεί σε βελτίωση του τρόπου λήψης αποφάσεων και των ίδιων των αποφάσεων. Όταν είναι προσχηματική, ρηχή και αποσπασματική τότε το μόνο που πετυχαίνει είναι να δαπανά το χώρο και τον χρόνο των ΜΜΕ. Ας είναι όμως, δεν ενοχλεί κανέναν αυτό.

Το πνεύμα της Διοίκησης του Δήμου Θεσσαλονίκης στην αντιμετώπιση της πανδημίας ήταν και παραμένει ένα. Παρεμβαίνουμε, σηκώνουμε το βάρος της ευθύνης, ενεργούμε.

Σε ένα ζήτημα που αντιμετωπίζεται με επιστημονικούς - ιατρικούς όρους δεν χωρούν σχετικοποιήσεις, πολυτελείς διαβουλεύσεις και εύρεση ενός ελάχιστου κοινού παρονομαστή. Ή το κάνεις σωστά ή το κάνεις λάθος με ολέθρια αποτελέσματα. Ή δρας με βάση τη λογική, τις οδηγίες και τις συμβουλές ή διαμορφώνεις μία τριμελή επιτροπή με πέντε – έξι νοματαίους και αποφασίζεις τον Αύγουστο. Κάπως έτσι δυστυχώς η Ισπανία – μέχρι να τα βρούνε τα συγκυβερνώντα κόμματα και να αποφασίσουν, έχασε πολύτιμο χρόνο.

Πέραν όμως της υγειονομικής κρίσης στρατηγικής σημασίας επιλογή της Διοίκησης είναι η πλήρης αξιοποίηση του «νεκρού χρόνου» προς όφελος της πόλης. Όποιος κινείται σε αυτήν ή ενημερώνεται από τα ΜΜΕ θα παρατηρήσει έναν τηρουμένων των αναλογιών οργασμό. Διορθώνονται καθημερινά δρόμοι, πεζοδρόμια, λακκούβες, αλλάζονται λαμπτήρες, απομακρύνονται γκράφιτι από το δημόσιο χώρο, έργα και αναπλάσεις προχωράνε, κατεδαφίζονται επικίνδυνα κτίσματα, καθαρίζονται συστηματικά ολόκληρες περιοχές, επιδιορθώνονται οχήματα του στόλου καθαριότητας και αντικαθίσταται αστικός εξοπλισμός.

Ας αναρωτηθεί ο καλόπιστος αναγνώστης πότε είδε η πόλη ξανά τέτοια προσπάθεια συμμαζέματος, τέτοια καθημερινή και συστηματική προσπάθεια βελτίωσης του αστικού περιβάλλοντος; Ή πότε ξανά Διοίκηση του Δήμου Θεσσαλονίκης επέλεξε να δώσει όλες τις μάχες σε όλο το μέτωπο των ανοιχτών ζητημάτων – από το Μετρό και τον ΟΑΣΘ μέχρι τα σκουπίδια και την κυκλοφορία;

Το στοιχήματα είναι δύο. Πρώτο, να βρουν οι Θεσσαλονικείς μία καλύτερη πόλη από αυτή που άφησαν στην αρχή του lockdown. Δεύτερο, να μη χαθεί πολύτιμος χρόνος - το μέλλον της πόλης θα κριθεί στο κατά πόσο, όσοι έχουν την εξουσία, είναι αποφασισμένοι να ενεργήσουν με σχέδιο και αμεσότητα ώστε να περιορίσουν τις οικονομικές συνέπειες.

To παρόν δημοσιεύτηκε στη Voria.gr

Σάββατο 29 Φεβρουαρίου 2020

Ελληνοτουρκικά : Μετατόπιση, μετεξέλιξη, ρεαλισμός και σχέδιο





Σε πολλά θέματα η χώρα προχωράει με ορισμένες σταθερές εδώ και δεκαετίες. Αυτό δεν είναι κατ΄ ανάγκη ούτε καλό, ούτε κακό. Ας πούμε η εθνική στρατηγική επιλογή για πρόσδεση της χώρας στις ευρωατλαντικές δομές – ΝΑΤΟ και ΕΕ – είναι το δίχως άλλο μία θετική παρακαταθήκη της μεταπολεμικής περιόδου.

Η ένταξη στη ζώνη του ευρώ – παρά τις όποιες ενστάσεις για διαδικασίες και χειρισμούς – συνιστά επίσης μία κορυφαία επιλογή στρατηγικού χαρακτήρα, άσχετα αν στη συνέχεια δεν αξιοποιήσαμε τις ωφέλειές της.  Δυνητικά ήταν ένα χρήσιμο εργαλείο εκσυγχρονισμού δομών και υποδομών, μία ''πιστωτική κάρτα'' στα χέρια μας για να γίνουμε Ευρώπη. Αν εμείς τη χρησιμοποιήσαμε αλόγιστα ή ορθολογικά είναι άλλη συζήτηση.

Η επιλογή ένταξης της Κύπρου στην Ε.Ε επίσης ήταν μία μεγάλη εθνική επιτυχία που ενίσχυσε τη θέση της σε σχέση με το αντικειμενικό πρόβλημα διχοτόμησης της νήσου.

Σε ό,τι αφορά τις ελληνοτουρκικές σχέσεις, υπήρξαν περίοδοι που ήταν έντονες, με γεγονότα και συμβάντα που τις δοκίμαζαν. Σε αυτό το πεδίο λοιπόν υπήρχε μία εθνική στρατηγική που αντιμετώπιζε τις ελληνοτουρκικές σχέσεις υπό το πρίσμα της πορείας ένταξης της γείτονος στην Ε.Ε.
Δεν είναι της στιγμής να αξιολογηθεί αυτή η εθνική στρατηγική – είχε αρχή μέση και τέλος, είχε ένα κάποιο σκεπτικό που διαρθρώνονταν στο χρόνο. Σήμερα όμως, ορθότερα εδώ και χρόνια, η Τουρκία δείχνει πως δεν ενδιαφέρεται να διεκδικήσει την ένταξή της στην Ε.Ε. Άρα ένας βασικός πυλώνας της στρατηγικής αυτής που ακολουθούσαμε, έχει καταρρεύσει. Η ένταξη στην Ένωση ως μοχλός πίεσης εξευρωπαϊσμού της Τουρκίας έχει πάψει να υφίσταται. Αυτό συνεπάγεται μία άλλη στρατηγική, ουσιωδώς διαφοροποιημένη.

Χωρίς το παρόν άρθρο να διεκδικεί δάφνες πρωτοτυπίας, σε επίπεδο κοινής αντίληψης γίνεται ευκρινώς ορατή η νέα αναγκαιότητα χάραξης μιας διαφοροποιημένης εθνικής στρατηγικής.
Και όταν μιλάμε για στρατηγική εννοούμε ένα πλαίσιο το οποίο θα καθορίζει την πολιτική του κράτους σε πολλά επίπεδα. Από εξωτερική πολιτική και διπλωματία, Εθνική Άμυνα και στρατιωτική ισχύ μέχρι την οικονομία και το δημογραφικό ζήτημα. Άρα γίνεται αντιληπτό πως θα πρέπει να είναι ένα σχέδιο με αντοχή στο χρόνο – στρατηγική και όχι τακτική- βασισμένο σε παραδοχές, σε εξέταση των δυναμικών, με προβολές στο μέλλον και σοβαρές επεξεργασίες.

Η υπερδεκαετής οικονομική κρίση αποδυνάμωσε τη χώρα ποικιλοτρόπως. Η δημοσιονομική στενότητα ανατρέπει την εξοπλιστική ισορροπία δυνάμεων στην Ανατολική Μεσόγειο, η Ελλάδα στηρίζεται εν πολλοίς στην ευρωπαϊκή οικονομική συνδρομή και το όποιο διπλωματικό της κεφάλαιο έχει απομειωθεί.

Μπορούμε να ανακάμψουμε;

Εκτιμώ ότι μπορούμε να ανακάμψουμε μέσα από συντονισμένες ενέργειες. Ήδη η από δεκαετίας οιωνεί συμμαχία με το Ισραήλ, την Κύπρο, την Αίγυπτο του Σίσυ, τη Γαλλία και τις Η.Π.Α είναι ένας άξονας ανάσχεσης του τουρκικού αναθεωρητισμού – που ας μην ξεχνάμε ότι και αυτός έχει αντικειμενικά πολιτικά και στρατιωτικά όρια.

Η βούλησή μας να έχουμε ρόλο και φωνή στο ζήτημα της Λιβύης, η στρατιωτική μας ετοιμότητα και οι – έστω και περιορισμένοι το τελευταίο διάστημα – στρατιωτικοί εξοπλισμοί, το γεγονός ότι παραμένουμε μία πλούσια και σταθερή χώρα στην ευρύτερη περιοχή, μέλος του ΝΑΤΟ και της Ε.Ε, συνιστούν μερικές σοβαρές σταθερές.

Από εκεί και πέρα – για να πιάσω το νήμα με τα προηγούμενα – νομίζω ότι κάτι πρέπει να αλλάξει στη στρατηγική μας. Δεν μπορούμε με τις ίδιες παραδοχές διαμορφωμένες προς 25ετίας να προχωρήσουμε στα ελληνοτουρκικά.

Είμαστε έτοιμοι να υπερασπιστούμε ή να υποχωρήσουμε; Είμαστε έτοιμοι να αντιπαρατεθούμε ή να κατευνάσουμε; Είμαστε ψύχραιμοι ή φοβόμαστε ή ; Μπορούμε ή αδυνατούμε; Εάν η στάση μας, η στάση της ηγεσίας μας είναι η πρώτη ( μπορούμε, είμαστε έτοιμοι, είμαστε ψύχραιμοι και δεν φοβόμαστε), τότε δίνεται μία μοναδική ευκαιρία συσπείρωσης του κοινωνικού παράγοντα γύρω από μία νέα ''μεγάλη ιδέα'' ανάταξης του κράτους. 

Κλείνοντας, θα πω για μία ακόμη φορά ότι το μεγαλύτερο ίσως εθνικό ζήτημα είναι η οικονομία – εξ’ ου και το πάγιο ενδιαφέρον για αυτήν. Όχι λόγω στενού οικονομισμού αλλά διότι μόνον μέσα από μία ακμάζουσα οικονομία μπορούμε να στηρίξουμε το κοινωνικό κράτος και να βελτιώσουμε την κοινωνική συνοχή. Μόνον μέσα από μία ακμάζουσα οικονομία μπορούμε να αγοράσουμε μαχητικά αεροσκάφη τελευταίας γενιάς ή να εκσυγχρονίσουμε τα υπάρχοντα, να αγοράσουμε υποβρύχια και φρεγάτες κοκ.

Ακόμα και στο ζήτημα των μεταναστών – προσφύγων, μία οικονομία που τρέχει με 3-4% ανάπτυξη μπορεί ευκολότερα να απορροφήσει κραδασμούς και να εντάξει ένα μέρος αυτών στην οικονομική διαδικασία. Μία οικονομία όμως του 0,5% και του 1% ανάπτυξη μετά από σωρρευτικές απώλειες του 25% του ΑΕΠ είναι έως αδύνατο να τα καταφέρει. 





Κυριακή 23 Φεβρουαρίου 2020

«Ποιο το όραμά σας για την πόλη κύριε Ζέρβα»; άρθρο στο My Portal


Αυτή είναι η συνήθης ερώτηση της αντιπολίτευσης στο Δήμο Θεσσαλονίκης, είτε από βήματος Δημοτικού Συμβουλίου, είτε μέσα από ΜΜΕ της πόλης. Είναι μία ερώτηση καλόπιστη μάλλον, που τίθεται όμως πάντα μετά από μπαράζ ανακοινώσεων, πρωτοβουλιών, συγκεκριμένων αριθμών και παρουσιάσεων με δεδομένα, συγκριτικούς πίνακες και άλλων πρωτοβουλιών της παρούσας Διοίκησης. Άρα ενέχει τακτικισμό. 

Πριν όμως δούμε τι έχει γίνει, συνοπτικά αυτούς τους μήνες και κατά πόσον το άθροισμα αυτών συνιστά και συγκροτεί ένα όραμα για την πόλη, ας απαντήσουμε σε μία βασική ερώτηση. Τι θα συνιστούσε σήμερα όραμα για την πόλη της Θεσσαλονίκης; Το «όραμα για τη Θεσσαλονίκη» νοείται ως μία καλογραμμένη έκθεση ιδεών λυκειακού τύπου, που περιγράφει γλαφυρά ένα ιδεατό σχέδιο για το μέλλον της πόλης, που ποτέ δεν έρχεται, παρά μόνο γεμίζει σελίδες επί σελίδων; Θα συνιστούσαν επαρκές «όραμα για την πόλη» ορισμένες φαντεζί διακηρύξεις για μία πόλη που αξιοποιεί τα συγκριτικά της πλεονεκτήματα και «αλλάζει τον αέρα της κάθε δεκαετία»; 

Άποψή μου είναι πως όχι. Προτιμώ το όραμα του συγκεκριμένου, του απτού, του μετρήσιμου. Προτιμώ να δω σε πίνακες πόσα οχήματα από το στόλο της καθαριότητας λειτουργούσαν, πόσα επισκευάστηκαν και πόσα προγραμματίζονται να αγορασθούν ή να μισθωθούν. Προτιμώ να μάθω πως ακριβώς θα ενισχυθεί η ανακύκλωση – γιατί αυτά είναι τα βήματα προς την κυκλική οικονομία και όχι τα λογύδρια κομματικών παραγόντων. 

Προτιμώ να βλέπω τον προϋπολογισμό του Τεχνικού Προγράμματος να αυξάνεται, να βρίσκονται πόροι και να εντάσσονται νέα έργα σε αυτό. Έργα συγκεκριμένα, για τη σχολική στέγη, για αναπλάσεις του δημοσίου χώρου, για σημεία εμβληματικά – ιδιαίτερου πολιτιστικού και τουριστικού ενδιαφέροντος. Προτιμώ τις παρεμβάσεις σε κάθε γειτονιά – μικρής και μεσαίας κλίμακας. Προτιμώ να πληροφορηθώ για τις μεταρρυθμίσεις εντός του Δήμου, για το αν για παράδειγμα εν έτη 2020 θα μπορεί ο δημότης, ο κάτοικος και ο επιχειρηματίας να πληρώνει ηλεκτρονικά τις οφειλές του στο Δήμο και δεν θα στήνεται με τις ώρες σε διάφορες ουρές. 

Προτιμώ να μάθω, με τρόπο έγκυρο και δεσμευτικό, για το αν η πόλη θα κάνει βήματα προς την κατεύθυνση των smart cities. Άλματα και όχι βήματα, συνολική εφαρμογή τεχνικών λύσεων και όχι πιλοτικές εφαρμογές σε 2 γειτονιές και 3 πλατείες. Μπορεί κατά μόνας, κάθε ενέργεια και δράση που λαμβάνει χώρα να μην συνιστά «όραμα για την πόλη» αλλά το άθροισμα τους αποτυπώνει μια κατεύθυνση. 

Τί το οραματικό στο να κατεβάζεις μηχανάκια και λογής εμπόδια από τα πεζοδρόμια ή να πλένεις με πιεστικά δρόμους και πλατείες; Κανείς δεν θα βρει γοητευτική την ενασχόληση με τον αστικό εξοπλισμό, την αλλαγή των στάσεων του ΟΑΣΘ, τις συνεχείς αυτοψίες στα σχολικά κτίρια και την πλύση των κάδων. Πολιτικά όλοι αναζητούν το μεγάλο, το μοναδικό, το ιστορικά ξεχωριστό. Δυστυχώς όμως για αυτούς, οι δημότες, οι κάτοικοι και οι επισκέπτες ενδιαφέρονται για μία άλλη ατζέντα. Αυτήν της καθημερινότητας. Απαιτούν καθαρές γειτονιές, φωτισμό, πάρκα, ΜΜΜ και θέσεις στάθμευσης – θέλουν να ζήσουν με όλες εκείνες τις πρόνοιες του αστικού περιβάλλοντος που συναντά κανείς στην ευρωπαϊκή πόλη. 

Η Θεσσαλονίκη κουράστηκε από τους διχασμούς, κουράστηκε από τις διαμάχες. Είναι αλήθεια πως τα διλλήματα χτίζουν πολιτικές και πολιτιστικές καριέρες. Με το Μετρό ή με τα αρχαία; Με τα ΜΜΜ ή με τις θέσεις στάθμευσης; Με τον πεζόδρομο ή με την κυκλοφορία των οχημάτων; Με το κέντρο ή τις γειτονιές; Η απάντηση είναι απλή. Μια συμμαχία όλων εκείνων των κοινωνικών και πολιτικών δυνάμεων που έχουν αντιληφθεί σε βάθος την ιστορική αναγκαιότητα η πόλη να προχωρήσει επιλέγει το «και – και». Αφήνει το διχαστικό «είτε – είτε» και με ευαισθησία για την  κληρονομιά, το περιβάλλον και τις ανάγκες της κοινωνικής διαστρωμάτωσης της πόλης δηλώνει πως είναι αποφασισμένη να προχωρήσει.

Το παρόν άρθρο δημοσιεύτηκε στο My Portal

Τα μέτωπα της Θεσσαλονίκης και οι μάχες μπροστά μας, άρθρο στη Voria.gr


Μια βασική υπόσχεση του Δημάρχου Θεσσαλονίκης Κωνσταντίνου Ζέρβα, από την προεκλογική περίοδο ακόμη, ήταν πως θα εξελισσόταν σε «Δήμαρχο που θα κάνει τη δουλειά». Όχι σε δήμαρχο δημοσίων σχέσεων, καλών επαφών με την Αθήνα και τα ΜΜΕ. Πως θα ανέστρεφε την παγιωμένη ιεράρχηση «πρώτα καλή εικόνα, ατάκα, αντιπερισπασμός και ακολούθως αλλαγή θέματος» υπέρ μιας άλλης λογικής. Πρώτα καταγραφή του προβλήματος, της κατάστασης, των μέσων και ακολούθως σχεδιασμός της λύσης, εξεύρεση πόρων και δράση. Όσο να πει κανείς είναι μία αλλαγή που θέλει λίγο χρόνο να ενσωματωθεί και να αφομοιωθεί από τους δημοσιολογούντες και μερίδα της κοινωνίας της πόλης.

Όμως οι ανατροπές δεν σταματούν εδώ. Συνεχίζονται και σε άλλα πεδία. Για πρώτη φορά εδώ και αρκετό καιρό μπαίνει στο τραπέζι η πλην του Ιστορικού Κέντρου Θεσσαλονίκη, με το σύνθημα «Θεσσαλονίκη δεν είναι μόνο το κέντρο της». Αυτό βέβαια δεν συνεπάγεται εγκατάλειψη του κέντρου της πόλης -ίσα ίσα το αντίθετο- όμως στο σχεδιασμό ειδικά των τεχνικών έργων και των αναπλάσεων πρωτεύοντα ρόλο αποκτούν οι γειτονιές. Θα φανεί αυτό ανάγλυφα το αμέσως επόμενο διάστημα καθώς σχεδιάζεται σωρεία παρεμβάσεων σε γειτονιές που έχουν να δουν τεχνικά έργα πάνω από δύο δεκαετίες.

Επιπλέον, η νέα δημοτική αρχή στους πέντε μήνες που είναι στα πράγματα τηρεί ακόμα μία προεκλογική υπόσχεση. Με πρωτοβουλία του Δημάρχου συγκαλούνται Ειδικές Συνεδριάσεις του Δημοτικού Συμβουλίου, ακόμη και για θέματα που δεν εμπίπτουν στις στενά αυτοδιοικητικές αρμοδιότητες, αλλά που απασχολούν σύσσωμη την πόλη. Μετράμε ήδη δύο, μία για το Μετρό και μία για τον ΟΑΣΘ και ήδη έχει εξαγγελθεί μία τρίτη για τα ζητήματα ασφάλειας στην πόλη. Και για να προλάβω την ερώτηση «ποιο το κέρδος αυτών των Ειδικών Συνεδριάσεων», απαριθμώ. Πρώτα και κύρια ενημερώνεται η πόλη με τρόπο ανοιχτό, δημοκρατικό και δεσμευτικό, δεύτερον δημιουργείται πολιτική πίεση προς κάθε αρμόδιο για εξεύρεση λύσεων και τρίτον δεν σωρεύονται προβλήματα, η πόλη βγαίνει από την απραξία, θέτει τα ζητήματα και κάποιος ασχολείται. Εκτιμώ ως θετική την εξαγγελία της κυβέρνησης για τον ΟΑΣΘ, που αν και δε λύνει το πρόβλημα, φέρνει το στόλο του από τα 250 οχήματα στα 450 και σε μία κατάσταση κάπως πιο ανεκτή από την προτέρα τριτοκοσμική.

Και στην καθαριότητα όμως υπάρχουν νέα δεδομένα. Όλη την προεκλογική περίοδο, μέχρι πρόσφατα, το ζήτημα της καθαριότητας ήταν ιεραρχικά πρώτο σε όλες τις έρευνες της κοινής γνώμης ως μείζον πρόβλημα της Θεσσαλονίκης. Και εδώ υπάρχει αντικειμενική βελτίωση καθώς στην τελευταία έρευνα η καθαριότητα κατατάσσεται τέταρτη. Λύθηκε το ζήτημα και ως δια μαγείας η πόλη έγινε καθαρή μέσα σε πέντε μήνες; Ούτε σαν αστείο δεν μπορεί να το ισχυριστεί κανείς αυτό. Τι έγινε όμως; Έγινε μία τιτάνια προσπάθεια να υπάρξει καταγραφή των δυνάμεων, να σχεδιαστούν και να υλοποιηθούν ανακατατάξεις, να αναδιαρθρωθεί η υπηρεσία κοκ. Έγινε γενικός έλεγχος των οχημάτων, εντοπίστηκαν τα παροπλισμένα, τα ασυντήρητα – που δυστυχώς ήταν πολλά σε αριθμό – και δρομολογήθηκε η επισκευή τους. Δόθηκε βαρύτητα στα ζητήματα και τα προβλήματα των υπαλλήλων, στο να έχουν ΜΑΠ, στον ανασχεδιασμό των δρομολογίων και στην απομάκρυνση των ογκωδών απορριμμάτων από τους δρόμους της πόλης. Το πιο σημαντικό ίσως στον τομέα της ψυχολογίας της πόλης είναι πως είδε ξανά ο Θεσσαλονικιός συνεργεία του Δήμου να πλένουν με πιεστικά και νερό, οδοστρώματα, πλατείες και να περιποιούνται διάφορα σημεία. Και αυτή η εικόνα είχε ξεχαστεί. Αν σκεφτεί κανείς πως δρομολογείται σοβαρή ενίσχυση του στόλου των οχημάτων, τότε τα επόμενα χρόνια μπορούμε να ελπίζουμε ότι θα γίνουμε μία πόλη κανονική, ευρωπαϊκού επιπέδου.

Συνοψίζοντας, βρισκόμαστε στην αρχή μίας προσπάθειας που ήδη όμως έχει δείξει ορισμένα χαρακτηριστικά. Υπάρχει ισχυρός βολονταρισμός στην κορυφή, υπάρχει σχέδιο και ιεράρχηση και έχουν δοθεί σαφείς κατευθύνσεις. Κανένα πρόβλημα ή ζήτημα δεν αντιμετωπίζεται με φοβικότητα, ανοίγονται όλα τα μέτωπα και όλα φτάνουν με τον έναν ή τον άλλο τρόπο στο τραπέζι του δημοσίου διαλόγου ή στην αίθουσα του Δημοτικού Συμβουλίου. Προφανώς υπάρχουν αστοχίες και λάθη, παραφωνίες και παραλείψεις – θα ήταν ολέθριο να το απαρνηθεί κανείς.

Όμως οι Θεσσαλονικείς, ίσως στην πορεία του χρόνου θα νιώσουν πως η πόλη δεν πρόκειται να μείνει ανοχύρωτη ποτέ, πως η φωνή τους ακούγεται και απασχολεί τη Δημοτική Αρχή και πως δεν υπάρχει χάσμα ανάμεσα στην πόλη και το Δημαρχιακό Μέγαρο. Ίσως εν τέλει αυτή να αποδειχθεί η μεγαλύτερη επιτυχία της διοίκησης Ζέρβα.

Το παρόν άρθρο δημοσιεύτηκε στη Voria.gr