Τρίτη 18 Σεπτεμβρίου 2018

Περί μισθών, συντάξεων και προοπτικής της χώρας




Το γεγονός πως στην Ελλάδα η χρεοκοπία του κράτους και ακολούθως τα μνημόνια ως μηχανισμοί σωτηρίας επηρέασαν την καθημερινότητα των ανθρώπων και μετέβαλλαν άρδην καταναλωτικές συνήθειες  και τρόπο ζωής, είναι αναμφισβήτητο.  Αυτό που αμφισβητείται έντονα είναι το κατά ποιο βαθμό έχουν γίνει αντιληπτοί οι λόγοι που οδήγησαν τη χώρα σε αυτό το τραγικό σημείο.

Οι λόγοι της χρεοκοπίας είναι πολλοί – δεν υπάρχει μονολεκτική προσέγγιση. Συμφύονταν κυρίως εσωτερικές αδυναμίες και χρόνιες παθογένειες με προβλήματα δομής της ΟΝΕ. Όμως αξίζει μέσα σε μία τέτοια προσέγγιση να ασχοληθεί κανείς με τα ζητήματα εκείνα που αξιολογεί ως σημαντικότερα και εγγύτερα.

Ένας από τους βασικότερους λόγους χρεοκοπίας της χώρας ήταν το ασφαλιστικό σύστημα. Τα προηγούμενα της κρίσης χρόνια ήταν αδιανόητα γενναιόδωρο και υπερβολικά άδικο. Οι παροχές του αναλογικά πάντα με το ΑΕΠ της χώρας ίσως ήταν οι περισσότερες από κάθε άλλο σύστημα χώρας του ΟΟΣΑ. Το ποσοστό αναπλήρωσης το 2009 ανέρχονταν στο 97% του τελευταίου μισθού. Και βέβαια μια τέτοια γενναιοδωρία  που δεν πατά σε πραγματικές δυνατότητες είναι επόμενο να εγκολπώνει και αδικίες. Ήταν λοιπόν άδικο τόσο στο εσωτερικό μίας γενιάς καθώς ένα μέρος των συνταξιούχων απολάμβανε προκλητικά προνόμια έναντι άλλου, αλλά και καταφανώς άδικο διαγενεακά, με τους σημερινούς εργαζόμενους να πληρώνουν το μάρμαρο.

Βέβαια με το μνημόνιο επιχειρήθηκε μία μείζονα εξισορρόπηση του συστήματος όμως και πάλι αυτό δεν είναι βιώσιμο καθώς η ανεργία, η διάρθρωση της οικονομίας και το δημογραφικό προφίλ της χώρας δεν ευνοούν τη διατήρησή του στα σημερινά επίπεδα – που παραμένουν ως ποσοστιαία δαπάνη τεράστια.

Στο θέμα του κατώτατου μισθού και των ανέξοδων εξαγγελιών της κυβέρνησης είναι απολύτως κρίσιμο να γνωρίζουμε πως το ύψος του εξαρτάται από τους ρυθμούς ανάπτυξης και όχι από τη βούληση των κυβερνώντων. Για να επιστρέψουμε στον κατώτατο μισθό των 750 ευρώ και σε μία ετήσια κατανάλωση 170 δισεκατομμυρίων ευρώ όπως το 2008, θα πρέπει η οικονομία μας να ανακτήσει το απολεσθέν εισόδημα. Θα πρέπει δηλαδή να πετύχει μέσο ετήσιο  όρο πραγματικής ανάπτυξης του ΑΕΠ γύρω στο 2,5%, για περισσότερο από 20 χρόνια με τελικό στόχο ένα επίπεδο ΑΕΠ 310 δισεκατομμυρίων ευρώ. Αλλά πέραν αυτού η κατανάλωση θα πρέπει να αντιστοιχεί στο 55% του ΑΕΠ, όπως συμβαίνει στις χώρες της ευρωζώνης, και όχι στο 75% όπως συνέβαινε εδώ το 2008. Μόνο με αυτόν τον τρόπο μπορεί ένας κατώτατος μισθός των 750 ευρώ να είναι εφικτός και να μην δημιουργεί πρόβλημα ανταγωνιστικότητας.

Όλα αυτά περνάνε μέσα από μεταρρυθμίσεις, εκσυγχρονισμούς και αλλαγές που θα μεταβάλουν ουσιωδώς τη δομή, τη διάρθρωση και την παραγωγικότητα της ελληνικής οικονομίας.

Το παρόν δημοσιεύθηκε στον ιστότοπο makthes

Κυριακή 9 Σεπτεμβρίου 2018

Αναπόδραστες εξελίξεις - άρθρο στην ΚΥΡΙΑΚΑΤΙΚΗ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ 9/9/2018




Εν όψει ΔΕΘ, τα κομματικά επιτελεία εργάζονται πυρετωδώς καθώς το βήμα της είθισται να σηματοδοτεί τη νέα πολιτική χρονιά, που αντιμετωπίζεται ήδη ως προεκλογική. Φέτος ο ίδιος ο πρωθυπουργός σε μια προσπάθεια να χρωματίσει με αισιοδοξία την επίσκεψή του, ανέφερε πως θα είναι η πρώτη χρονιά χωρίς μνημονιακές δεσμεύσεις και καταναγκασμούς, υπονοώντας μία διακριτική ευχέρεια της κυβέρνησής του να δώσει κάτι παραπάνω σε παροχές – κοινωνικές δαπάνες.

Η εμπειρία δείχνει όμως πως όσες παροχές και να ανακοινώσει πρωθυπουργός από το βήμα της ΔΕΘ, δεν μεταβάλουν ουσιωδώς το πολιτικό και δημοσκοπικό κλίμα, καθώς το τελευταίο διαμορφώνεται σταδιακά μέσα στο χρόνο και συμπυκνώνει πολλές εξελίξεις  σε πολλά και διαφορετικά επίπεδα.

Η δραματική καταστροφή στο Μάτι Αττικής, με τον αδιανόητα μεγάλο αριθμό των νεκρών λίγα χιλιόμετρα από την πρωτεύουσα του κράτους, την επικοινωνιακή παρωδία και τον εμφανή κυνισμό της εξουσίας ήταν ένα σημείο καμπής. Η θεωρητική και απόμακρη  διάλυση του κρατικού μηχανισμού, η αποδιάρθρωση των υπηρεσιών, η επιχειρησιακή ανετοιμότητα και ανικανότητα των πολιτικών προϊσταμένων από φιλολογική κουβέντα, πολιτικολογία και αντιπολιτευτική  κατάφαση μετατράπηκε σε αίτιο θανάτου. Η αναφυλαξία της εξουσίας στη λογοδοσία και την ανάληψη ευθύνης την απογύμνωσε από κάθε μανδύα ενσυναίσθησης. «Εδώ δεν ενδιαφέρονται για τους νεκρούς που κάηκαν θα ενδιαφερθούν για τα άλλα ζητήματα», θα μπορούσε να είναι μια σκέψη ενός μέσου ψηφοφόρου και ορθά.

Το ντεμαράζ επικοινωνιακών νικών με την αναγγελία εξόδου από το Μνημόνιο στην Ιθάκη μέχρι την υπογραφή ορισμένων κλαδικών συμβάσεων εργασίας δεν έχει κανέναν απολύτως αντίκτυπο καθώς η ζώσα πραγματικότητα της δραματικής οικονομικής δυσπραγίας είναι συντριπτική. Όσοι προπαγανδιστικοί πόροι και αν κινητοποιηθούν, όσα δωράκια και διευθετήσεις και αν τακτοποιηθούν όσο η οικονομία δεν εκκινεί δεν υπάρχει περίπτωση αλλαγής κλίματος.

Το αναπόδραστο των εξελίξεων βέβαια δεν σηματοδοτεί παραίτηση και νηνεμία.  Μάλλον το αντίθετο σε επίπεδο πολιτικού και κομματικού ανταγωνισμού. Το δυστύχημα είναι πως μια τέτοια ποιότητα ανταγωνισμού δεν θα επιτρέψει την ανάπτυξη ενός στοιχειωδώς γόνιμου διαλόγου για το μεταμνημονιακό μέλλον. Η πόλωση και οι αντεγκλήσεις δεν μπορούν να οδηγήσουν σε καμία σύνθεση, σε κανένα σχέδιο. Μπορούν όμως να συγκρατήσουν κοινωνικές δυνάμεις στην κάλπη και να διασφαλίσουν πως ο ηττημένος θα παραμείνει σε μεγέθη και επιρροή κόμματος εξουσίας.

Η χώρα έχει μπροστά της όλες τις προκλήσεις ανοιχτές, το πολιτικό σύστημα πλην εξαιρετικά περιορισμένου αριθμού ατόμων προχωρά αμέριμνο αναπαράγοντας παθογένειες του παρελθόντος και η κοινωνία φαίνεται εξουθενωμένη από τη διάρκεια της οικονομικής κρίσης.

Το παρόν δημοσιεύθηκε και στον δικτυακό τόπο www.makthes.gr

Τρίτη 4 Σεπτεμβρίου 2018

Ανασχηματίστε την Ελλάδα, όχι απλά την κυβέρνηση

Δημοσίευση στο www.makthes.gr

Λίγες ημέρες μετά τον κυβερνητικό ανασχηματισμό, το τέλος των μνημονίων αλλά και τους αθροιστικά 100 και πλέον νεκρούς στην Αττική ( πυρκαγιές, ιός Δυτ. Νείλου), τα επιτόκια δανεισμού της χώρας βρίσκονται σε σημείο οριακά απαγορευτικό για οποιαδήποτε σκέψη ‘’ εξόδου’’ σε αυτές για άντληση κεφαλαίων. Συνεχόμενα black out βυθίζουν περιοχές στο σκοτάδι, περιοδικές διακοπές υδροδότησης, σκουπίδια απλωμένα μέσα σε αστικά και τουριστικά κέντρα, 35.000 παιδιά εκτός παιδικών σταθμών και ο κατάλογος αποτυχιών δεν έχει τέλος.
Η χώρα εξαντλημένη από την πολυετή κρίση δεν φαίνεται να μπορεί να ορθοποδήσει καθώς απουσιάζει κάθε προϋπόθεση ανάκαμψης.  Στα 9 χρόνια μνημονίων έγιναν αρκετά, όχι όμως όλα. Περιορίστηκαν τα δημοσιονομικά ελλείμματα με τρόπο όμως μη διατηρήσιμο καθώς αντί διαρθρωτικών αλλαγών επιλέχθηκε η φορολογική επιβάρυνση, η μείωση εισοδημάτων και εκμηδένιση δημοσίων επενδύσεων. Κάποιες λίγες μεταρρυθμίσεις που έλαβαν χώρα δεν μπορούν να δημιουργήσουν αντίρροπη δυναμική καθώς πολλές έμειναν ημιτελείς, υπονομεύθηκαν και κάποιες άλλες κεφαλαιώδους σημασίας δεν ξεκίνησαν ποτέ.
Το κράτος και η οικονομία μας παραμένουν εν πολλοίς στην προηγούμενη κατάσταση. Εσωστρεφής κορπορατισμός, υπαλληλία, εισαγωγές, κρατισμός, υπερφορολόγηση, πολιτικές διαμεσολαβήσεις, γραφειοκρατία κοκ. Τη στιγμή που πρέπει να μειωθεί το κράτος, να γίνουν ιδιωτικοποιήσεις, να απελευθερωθούν δημιουργικές δυνάμεις της αγοράς, να ανοίξουν τα κλειστά επαγγέλματα, να λειτουργήσει ο ανταγωνισμός, απαιτείται κρατική παρέμβαση σε νέα πεδία. Ρυθμιστικές αρχές, αναδιάρθρωση του κοινωνικού κράτους, στόχευση, διοικητική μεταρρύθμιση κ.ο.κ.
Δεν αρκεί να λέμε πως 1.000.000 πολίτες πρέπει να αλλάξουν επάγγελμα στρεφόμενοι σε διεθνώς εμπορεύσιμα προϊόντα και υπηρεσίες ( ή σε άλλα που θα υποκαθιστούν τις εισαγωγές) αλλά να δούμε μια ποιο τρόπο μπορεί να υποβοηθηθεί αυτή η μετάβαση. Εδώ το κράτος έχει ρόλο. Φορολογία, κόστος ενέργειας, υποδομές, διασφάλιση κανόνων ανταγωνισμού – αυτά είναι υποθέσεις του κράτους. Αναστροφή της ανεστραμμένης πυραμίδας είναι ο στόχος.
Το κρίσιμο ερώτημα
Μπορεί η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ να υλοποιήσει ένα τέτοιο σχέδιο αλλαγών και μεταρρυθμίσεων; Είναι ικανή να σχεδιάσει και να εφαρμόσει ένα μεταρρυθμιστικό πρόγραμμα που θα δώσει προοπτική στη χώρα; Φαίνεται μήπως να ωριμάζει πολιτικά και προγραμματικά ώστε σε δεύτερο χρόνο  - διεκδικώντας μία νέα κυβερνητική τετραετία – να ασκήσει ανάλογες πολιτικές;
Η απάντηση είναι καταφανώς αρνητική. Οι ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ σίγουρα δεν μπορούν αλλά και δεν θέλουν. Δεν έχουν τον αξιακό πυρήνα να προωθήσουν τέτοιες δημοκρατικές εκσυγχρονιστικές και ως εκ τούτου προοδευτικές πολιτικές. Δεν αναζήτησαν ποτέ τις απαντήσεις, δεν προσπάθησαν, δε σχεδίασαν. Προχώρησαν μόνο με έναν άκρατο βολονταρισμό. Δεν έχουν και δεν είχαν ποτέ δομημένο προγραμματικό πλαίσιο ή έστω κάποιες βασικές προγραμματικές επεξεργασίες. Τα παραδείγματα που δομούν την σκέψη τους είναι κάποια κρατικιστικά μοντέλα προηγούμενων δεκαετιών που, δυστυχώς για αυτούς, είναι ασύμβατα με το διεθνές και ευρωπαϊκό πλαίσιο που κινείται η χώρα. Εάν μπορούσαν θα κρατικοποιούσαν, θα διόριζαν, θα έλεγχαν ασφυκτικά το τραπεζικό σύστημα, δικαιοσύνη, ΜΜΕ και αγορά. Το πιο σύγχρονο που μπορεί ο ΣΥΡΙΖΑ να προσεγγίσει είναι μία πασοκικη διαχείριση δεκαετίας 80 και αυτή απογυμνωμένη από κάθε προωθητική τότε καινοτομία και εκσυγχρονισμό. Σα να διάλεξε επιμελώς και να υιοθέτησε όλες τις σκοτεινές πτυχές της Μεταπολίτευσης.
Η επόμενη μέρα
Η επόμενη μέρα θα είναι δύσκολη και το απαιτούμενο έργο τιτάνιο. Όσο περνάνε τα χρόνια, χάνεται εθνικό εισόδημα και ευκαιρίες ανάκαμψης. Η χώρα γερνά, οι νέοι μεταναστεύουν. Δεν είναι στασιμότητα – είναι υποχώρηση.  Το δυστύχημα είναι πως μαζί με ένα μεταρρυθμιστικό πρόγραμμα για το κράτος και την οικονομία, σήμερα, πρέπει να σχεδιαστεί και να εφαρμοστεί μία κρατική πολιτική που θα απαντά στα απολύτως βασικά. Ασφάλεια, τροφή, στέγαση, εκπαίδευση, περίθαλψη.
Αυτά που το αντιμνημονιακό μπλοκ ψευδώς κατήγγειλε το 2010 σήμερα είναι πραγματικότητα. Τότε υπήρχε λίπος, υπήρχε μια κάποια διάθεση για αλλαγές, υπήρχε στο δημόσιο λόγο η έννοια της μεταρρύθμισης. Σήμερα όλοι εξουθενωμένοι δεν μπορούμε να δούμε την προοπτική.