Δευτέρα 22 Δεκεμβρίου 2014

Πολλές εκλογές, λίγες αλλαγές (άρθρο γνώμης για την εφημερίδα Θεσσαλονίκη της 22/12/2014)

Αν ορίσουμε συμβατικά το έτος 2007 ως το απόγειο της προηγούμενης – προ χρεωκοπίας – κατάστασης αλλά και το πρώτο έτος σαφών ενδείξεων δημοσιονομικών προβλημάτων θα θυμηθούμε ότι ο τότε πρωθυπουργός Κώστας Καραμανλής κατέφυγε σε πρόωρες εκλογές με αφορμή και αιτία το επιδεινούμενο κλίμα στην οικονομία. Ζήτησε νέα εντολή για τη λήψη δημοσιονομικών μέτρων που θα συγκρατούσαν τα ασυγκράτητα. Από το 2007 φτάσαμε στο 2015 και  οι εκλογικές αναμετρήσεις, συμπεριλαμβανομένων των πολύ πιθανών στις αρχές του νέου έτους φτάνουν τις 5 τον αριθμό (2007, 2009, 2012/2012, 2015). Δηλαδή σε 8 χρόνια 5 εκλογικές αναμετρήσεις. Αυτή η συχνότητα προσφυγής στη λαϊκή ετυμηγορία είναι από μόνη της προβληματική καθώς φανερώνει μια αδυναμία εφαρμογής πολιτικών προτάσεων που να απαντούν στοιχειωδώς στο δομικό πρόβλημα της χώρας.

Σήμερα, μετά από τόσα χρόνια φαίνεται πως οδηγούμαστε και πάλι σε πρόωρες εκλογές. Σήμερα μετά από 7 περίπου χρόνια ύφεσης, με ανεργία στο 30%, με πτώση του ΑΕΠ κατά 25%  θα συζητήσουμε για χρηματισμούς, για πολώσεις, για στρατηγικές έντασης, για παραγοντισμούς αλλά ποτέ για λύσεις. Θα συζητήσουμε για νέα κόμματα, συμπράξεις, αποχωρήσεις, μεταγραφές αλλά καθόλου για ρεαλιστικές προτάσεις. Γιατί συμβαίνει όμως αυτό; Γιατί δεν υπάρχουν πολιτικές δυνάμεις ή πρόσωπα που θα υποδείξουν ένα σκαρίφημα πρότασης διεξόδου από την κρίση; Γιατί δεν έγιναν και δεν γίνονται οι απαραίτητες αλλαγές και μεταρρυθμίσεις που απαιτούνται;

Οποιαδήποτε συζήτηση περί αλλαγών στην Ελλάδα έχει αξία να ξεκινά από τους λόγους για τους οποίους αυτές δεν υλοποιούνται. Έχει αξία να ειπωθεί γιατί συνεχώς αναβάλλονται, ακυρώνονται, μετατίθενται για το μέλλον, αποσιωπούνται ή εκφυλίζονται.

Δύο είναι κατά τη γνώμη μου οι αιτίες αυτής της αέναης ελληνικής πραγματικότητας και αυτής της κακοδαιμονίας. Πρώτη, ο κεντρικός ρόλος που  έπαιξαν οι ομάδες συμφερόντων και οι ομάδες πίεσης  που σχεδόν καθόριζαν την οικονομική και κοινωνική λειτουργία του κράτους όλα τα προηγούμενα χρόνια. Η αυξημένη ισχύς των ομάδων συμφερόντων περά από γενεσιουργός αιτία κοινωνικών αδικιών και ανισοτήτων είναι ταυτόχρονα και βασικός παράγοντας αδυναμίας προσαρμογής της χώρας μας στα νέα δεδομένα. Δεύτερη αιτία είναι αυξημένη δυνατότητα δανεισμού που απήλαυσε η εκάστοτε ελληνική κυβέρνηση και δια αυτού ικανοποιούσε κάθε ανάγκη, κάθε απαίτηση, κάθε αναγκαίο βήμα εκσυγχρονισμού. Η πρόσβαση σε φθηνό χρήμα κατέστησε την ανάγκη ων μεταρρυθμίσεων βραχυπρόθεσμα περιττή. Ελλείψει εξωτερικών καταναγκασμών και πληθώρα εσωτερικών εναλλακτικών διαρκούς χρηματοδότησης ελλειμμάτων, οι μεταρρυθμίσεις κατέστησαν φιλολογική συζήτηση. Η μη έγκαιρη υλοποίησή τους δεν είχε άμεσα ορατά αποτελέσματα. Άλλοτε το πολιτικό κόστος και οι κοινωνικές κινητοποιήσεις, άλλοτε ο μετεωρισμός ανάμεσα σε μεταρρυθμιστική βούληση και πελατειακές εξαρτήσεις και άλλοτε η επικράτηση ενός αλόγιστου κυβερνάν ματαίωσαν την υλοποίηση τέτοιων παρεμβάσεων.

Σήμερα, σε μια ριζικά διαφορετική συγκυρία όπου οι κεντρικοί δημοσιονομικοί καταναγκασμοί είναι ισχυροί, οι συνέπειες της αλόγιστης απραξίας, της μετάθεσης των μεταρρυθμίσεων λόγω πολιτικού κόστους είναι εμφανείς, οφείλουμε να ξαναπιάσουμε το θέμα από την αρχή και να διεκδικήσουμε την υλοποίησή τους. Εντός της κρίσης η αντιμετώπιση των μεταρρυθμίσεων με τον ίδιο εν πολλοίς τρόπο δεν είναι ανεκτή. Η μεταρρυθμιστική αβελτηρία πέραν του ότι οδήγησε στην κρίση, έχει μεγιστοποιήσει το κόστος εξόδου από αυτήν. Οι μεταρρυθμίσεις που δεν έγιναν έχουν επίπτωση στην προσπάθεια προσαρμογής και αυξάνουν το δημοσιονομικό κόστος. Εάν υλοποιούνταν είναι σίγουρο πως θα επιδρούσαν θετικά, θα ελάφρυναν τα βάρη και θα μετασχημάτιζαν το παραγωγικό μοντέλο της χώρας.

Δυστυχώς, η έννοια της μεταρρύθμισης όμως στην Ελλάδα της κρίσης έχει αλλοιωθεί από την παρατεταμένη και συνεχόμενη χρήση αλλά και από την αναντιστοιχία στόχων και αποτελεσμάτων. Η εννοιολογική διαστολή της λέξης «μεταρρύθμιση» αλλοίωσε τα νοήματα. Πίσω από την ταμπέλα της μεταρρύθμισης και την ιδιότητα του μεταρρυθμιστή βρέθηκαν ιδέες και πρακτικές που άφηναν αναλλοίωτα τα αίτια των παθογενειών, πολιτικοί και πολιτικές που προστάτευσαν λογής συμφέροντα μικρά ή μεγαλύτερα αλλά και συντεχνιακές αντιλήψεις.

Αντί όμως οι αλλαγές αυτές να μονοπωλήσουν το ενδιαφέρον των συζητήσεων, της προεκλογικής περιόδου μπορούμε να αναλωθούμε συλλογικά σε μια αναζήτηση χρηματισμών, αργυρώνητων, λωποδυτών, νταουλιών. Όσες εκλογές και αν κάνουμε το μείζον είναι πάντα θα είναι οι αλλαγές.