Δευτέρα 12 Οκτωβρίου 2020

Κίνδυνοι και προκλήσεις για την κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας, άρθρο στη ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ της ΚΥΡΙΑΚΗΣ 11/10/2020

 


Εκ πρώτης παράδοξο να αναφερθεί κανείς σε κινδύνους για το κυβερνών κόμμα τη στιγμή που έναν χρόνο μετά τις εκλογές συνεχίζει να απολαμβάνει μεγάλη δημοσκοπική διαφορά από το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης.

Η αντικειμενικά θετική διαχείριση τριών μείζονος σημασίας κρίσεων, του Έβρου, της πανδημίας και της παρουσίας της χώρας στη γεωπολιτική σκακιέρα της Ανατολικής Μεσογείου είναι αναμφίβολα ένα ισχυρό χαρτί για την εικόνα της κυβέρνησης. Της δίνει «καύσιμα» και παγιώνει μία αίσθηση στιβαρής ηγεσίας. Εγκαθιδρύει μία σχέση αξιοπιστίας και εμπιστοσύνης που είχε να παρατηρηθεί από τους προ κρίσης καιρούς. Η καλή στάθμιση, η αμεσότητα στη δράση, η αξιοποίηση επιστημόνων στα ζητήματα της πανδημίας και οι ενεργές πρωτοβουλίες εξωτερικής πολιτικής δημιουργούν μία αίσθηση επάρκειας και σοβαρότητας.

Αυτή η αίσθηση οφείλεται και στην αδυναμία μετεξέλιξης του ΣΥ.ΡΙ.ΖΑ καθώς ο τελευταίος συνεχίζει να είναι εγκλωβισμένος στα στρατηγικά του αδιέξοδα και στις δομικές του αδυναμίες. Η Νέα Δημοκρατία παίζει στο γήπεδο χωρίς ουσιαστικό αντίπαλο και οι υστερήσεις της κρύβονται κάτω από το χαλί λόγω της ευθείας σύγκρισης.

Είναι όμως έτσι τα πράγματα; Ή για να το θέσουμε με άλλα λόγια, αρκεί αυτή η κατάσταση για να φτάσουμε μέσα από μία καλή κυβέρνηση στον σημαντικότερο εθνικό στόχο επίλυσης των δομικών αδυναμιών της χώρας;

Εδώ αρχίζουν άλλης φύσεως ερωτήματα, πιο σύνθετα και πιο ουσιώδη. Ερωτήματα που σχετίζονται με το κράτος, τη δημόσια διοίκηση, τις αναγκαίες μεταρρυθμίσεις, και τον σχεδιασμό δημοσίων πολιτικών με γνώμονα την ανάταξη της οικονομίας. Η Νέα Δημοκρατία σε αυτά τα ζητήματα, πλην ηχηρών εξαιρέσεων και υπουργείων που παράγουν έργο μετρήσιμο, αντιληπτό και χρήσιμο δεν φαίνεται να επιθυμεί μεγάλες αλλαγές. Σε πολλά μέτωπα προχωρά με την πεπατημένη και υπακούει κατά κάποιο τρόπο στη συναίνεση της ακινησίας. Στο εσωτερικό της διεξάγεται μία «μάχη» όχι τόσο εμφανής ούτε τόσο ξεκάθαρη - καθώς το κόμμα δεν έχει τάσεις ούτε σχηματοποιημένα ρεύματα – υπάρχει όμως μια ουσιώδης διαφοροποίηση. Η ηγετική ομάδα προεξάρχοντος του πρωθυπουργού, το επιτελείο του και ορισμένοι υπουργοί φαίνεται να αντιλαμβάνονται τις προκλήσεις. Για παράδειγμα η ανάθεση κατάρτισης σχεδίου για την οικονομία και την αξιοποίηση των ευρωπαϊκών πόρων στην επιτροπή Πισσαρίδη είναι μία μεταρρυθμιστικής λογικής κατεύθυνση. Στην Ελλάδα όμως δεν υστερούμε σε κείμενα και σχέδια αλλά στην εφαρμογή τους διότι το πολιτικό προσωπικό δεν τα πιστεύει, δεν τα υιοθετεί και άρα δεν τα εφαρμόζει. Είναι πολύ λίγες οι περιπτώσεις που κυβερνήσεις προχώρησαν τολμηρές μεταρρυθμίσεις χωρίς εξωτερικό καταναγκασμό – μνημόνια, επιτροπίες κοκ.

Ο κίνδυνος για τη Νέα Δημοκρατία είναι υπαρκτός και εξηγούμαι. Προ πανδημίας η οικονομία έδειχνε σημάδια κόπωσης και εν μέσω πανδημίας επανέρχεται παγκοσμίως η τάση διεύρυνσης του ρόλου του κράτους. Οι δαπάνες αυξάνονται, το κράτος αναμενόμενα μεγαλώνει και αναλαμβάνει να διασώσει οικονομία και κοινωνία από τις επιπτώσεις. Το ελληνικό κράτος όμως καθοδηγούμενο από το ελληνικό πολιτικό σύστημα – και σήμερα από τη Νέα Δημοκρατία- δεν διέπεται από ορθολογισμό. Οι δαπάνες δεν συνοδεύονται από στοχοθεσία, δεν ελέγχονται για την απόδοσή τους και οι πόροι δεν κατευθύνονται προς επενδυτικούς σκοπούς παρά ενισχύουν την κατανάλωση. Όσοι διαχρονικά είναι insiders ελπίζουν στη χείρα βοηθείας του, όσοι είναι outsiders δεν ελπίζουν σε τίποτε. Ο ελέφαντας στο δωμάτιο συνεχίζει να είναι το ασφαλιστικό, ο ρυθμιστικός πληθωρισμός παραμένει και οι οικονομικές εξελίξεις – κυρίως η ύφεση – προδιαγράφουν δύσκολο χειμώνα με οξυμένο το κοινωνικό ζήτημα.

Συνοψίζοντας, αν η Νέα Δημοκρατία πιστέψει ότι μπορεί και να ξεπεράσει το σκόπελο των επιπτώσεων της πανδημίας αλλά και να ανατάξει κράτος και οικονομία βασισμένη σε συνταγές παρελθόντος που το κράτος απλά δαπανούσε άκριτα, τότε θα έχει πρόβλημα. Μεσοπρόθεσμα, καθώς αυτή είναι συνταγή αποτυχίας, μακροπρόθεσμα καθώς ακόμη και στο πεδίο των ιδεών θα ενισχύσει την ευρέως διαδεδομένη πεποίθηση στην κοινωνία πως λύση είναι οι κρατικές δαπάνες – λογική που αρχετυπικά πρεσβεύουν κόμματα της Αριστεράς.