Τρίτη 23 Ιανουαρίου 2024

Μορατόριουμ συμφερόντων για να πάει μπροστά η Θεσσαλονίκη: Από τις φορτοεκφορτώσεις στο μέλλον της πόλης άρθρο στη Voria.gr

 


Μορατόριουμ, ουδέτερο άκλιτο (σημαίνει) η συμφωνημένη προσωρινή αναστολή ενεργειών που θα επέφεραν επιδείνωση των σχέσεων μεταξύ δύο πλευρών. Ας πάρουμε αυτόν τον απλό ορισμό και όχι την ακριβή μετάφραση της λέξης που θα μας πήγαινε στην ελληνική λέξη «δικαιοστάσιο». Γιατί ξεκινάμε με αυτή τη λέξη; Τί θέλει να πει ο ποιητής;

Ας τα πιάσουμε με μία λογική σειρά τα πράγματα, μήπως και καταφέρουμε να βρούμε μια δομική λύση για μια χαμηλής ποιότητας κακοδαιμονία που μας ταλαιπωρεί όσους μένουμε στο πολεοδομικό συγκρότημα Θεσσαλονίκης. Και επειδή είναι χαμηλής ποιότητας κακοδαιμονία είναι ακόμη πιο εκνευριστικό το γεγονός ότι δεν μπορούμε να απαλλαχθούμε από αυτήν. Σαν να μας καταράστηκε κάποιος να στριφογυρνάμε γύρω από την ουρά μας και να μην κάνουμε το απολύτως εφικτό άλμα προς τα εμπρός. Και αντί να γίνουμε Βαρκελώνη, Τελ Αβίβ ή έστω Σαλονικάρα, τρώμε τις σάρκες μας μποτιλιαρισμένοι σε 5 δρόμους και μαλώνουμε για τον -λιγοστό πράγματι – δημόσιο χώρο.

Όπως περιγράψαμε σε προηγούμενο άρθρο (βλ. Γιατί η πορεία της Θεσσαλονίκης θα δείξει το μέλλον της χώρας) η λύση και η λύτρωση θα έρθει για την πόλη μας μόνον εάν καταφέρει να εντάξει τα δίκαια αιτήματά της σε μία άλλη, μεγάλη, εθνική αφήγηση. «Πρέπει με κάθε τρόπο, από κάθε δίοδο, από κάθε διαδρομή να πειστεί το πολιτικό προσωπικό της χώρας ότι τυχόν επιτυχία της πόλης θα οδηγήσει σε επιτυχία την Ελλάδα. Ότι δηλαδή ισχυρή Θεσσαλονίκη θα σημάνει περιφερειακή ανάπτυξη, γεωπολιτική αναβάθμιση, εξωστρέφεια, ίσως καλύτερη δημογραφία. Συνδέστε λοιπόν το μέλλον της πόλης με το μέλλον της χώρας – αναβαθμίστε το στοίχημα για όλους». Αυτά γράφαμε σε ό,τι αφορά την μεγάλη εικόνα.

Ούτε βήμα λοιπόν πίσω από τις διεκδικήσεις μας – με άλλο, σοβαρό και έξυπνο τρόπο. Από εκεί και πέρα όμως για να γίνει ακόμα πιο πειστική αυτή η προσπάθεια θα πρέπει να επιδείξουμε και εμείς εδώ μεγαλύτερη ωριμότητα. Αν δεν μπορούμε να συνεννοηθούμε και να λύσουμε 2-3 βασικά ζητήματα τότε είμαστε άξιοι της μοίρας μας.

Η κατασκευή του Fly Over είναι ένας καταλύτης για τα πράγματα της Θεσσαλονίκης. Μας αναγκάζει όλους να δούμε ξανά τον τρόπο σκέψης και λειτουργίας μας, τις συνήθειες μας αλλά και το βεληνεκές – το εύρος της πολιτικής μας δυνατότητας. Αφήνω έξω την κουβέντα αν είναι έργο χρήσιμο, αν σχεδιάστηκε σωστά, αν έπρεπε να προηγηθούν άλλα κ.ο.κ Αυτή είναι μια καλή και μεγάλη συζήτηση. Εγώ θέλω με αφορμή το Fly Over και τις επιπτώσεις του να σκύψουμε και να δούμε μια σειρά άλλων παραμέτρων που καταδυναστεύουν την λειτουργία της πόλης. Να ξεκινήσουμε από το κυκλοφοριακό που πράγματι έχει επιβαρυνθεί από το έργο - παρά το γεγονός ότι ήταν στα κόκκινα πολύ πριν από την έναρξη εργασιών – αλλά να δούμε και μερικά ακόμη πεδία.

Το βασικό, βαθιά πολιτικό και σχεδόν φιλοσοφικό ζήτημα είναι αν μπορούμε και με ποιον τρόπο να επαναφέρουμε το δημόσιο συμφέρον, το κοινό καλό που λέμε, πάνω από την μερικότητα. Για όλους ή για τους λίγους και ισχυρούς; Για όλους ή για τους συντεχνιακά οργανωμένους που μπορούν να επηρεάσουν; Για όλους ή για τον κλάδο μας; Για την πόλη ή για την τσέπη μας; Αν το αφήσουμε στη διακριτική ευχέρεια των υποκειμένων, των συμφερόντων, αν δεχθούμε να γίνουμε τροχονόμοι συμφερόντων, αν πιστέψουμε στην αυτορρύθμιση της δημοκρατίας και της αγοράς, τότε ετοιμαστείτε μάλλον για το κακό σενάριο. Πρέπει με κάθε τρόπο – πειθώ ή δημοκρατικό εξαναγκασμό – τα πράγματα να αλλάξουν δομικά. Και δομικά σημαίνει σε πρώτο επίπεδο «συμμόρφωση με τους κανόνες» αλλά σε δεύτερο «κατανόηση και σεβασμός σε αυτούς».

Σημείο 1ο : ο χώρος είναι πεπερασμένος, η Θεσσαλονίκη μονοκεντρική πόλη και οι χρήσεις είναι μεικτές σχεδόν σε όλον τον αστικό ιστό. Άρα αυτό το ωραίο, πολύβουο, δημιουργικό και ζωντανό μπουγιουρντί θέλει κανόνες. Κανόνες απολύτως συγκεκριμένους, κανόνες που θα τηρούνται, θα ελέγχεται η συμμόρφωση και θα τιμωρείται η παραβίαση. Η επιλογή είναι διλημματική και εδώ που έχουν φτάσει τα πράγματα σχεδόν τελεσιγραφική. Θέλουμε πόλη ευρωπαϊκή ή τριτοκοσμική; Θέλουμε να ζήσουμε σαν Ευρωπαίοι, σαν ανεπτυγμένοι Ασιάτες ή σαν Ινδοί και Αφγανοί του 1980; Σήμερα, ειδικά σε ζητήματα κυκλοφορίας μοιάζουμε με κάτι βίντεο στο youtube με το Νέο Δελχή ή το Κάιρο που όλοι κινούνται χαοτικά, κορνάρουν, μαρσάρουν και οι εξατμίσεις τους ξερνάνε μαύρα ντουμάνια. Αν είχαμε οι Έλληνες οδηγοί και δασύτριχα στήθη με χρυσές αλυσίδες και μουστάκια παχιά θα είμασταν τάλε κουάλε.

Σημείο 2ο : Στην ταμπακιέρα αυτό σημαίνει α. ωράριο και σημεία φορτοεκφορτώσεων, β. ωράριο αποκομιδής, γ. πασαλάκια παντού, δ. κανείς στις λεοφορειολωρίδες (αρκεί να κυκλοφορούν και οχήματα – καμία 500αριά όχι 200 λεωφορεία), ε. σοβαρότερες συγκοινωνίες, στ. έξυπνα φανάρια, στ. παρουσία τροχονόμων, ζ. κυκλοφοριακή αγωγή οδηγών και πεζών, η. σεβασμός του δημοσίου χώρου, θ. συντήρηση του δημοσίου χώρου, ι. ισόρροπη και βιώσιμη διαχείριση του αστικού περιβάλλοντος.

Σημείο 3ο : Τα ανωτέρω έχουν γραφτεί 1000 φορές – άλλη μία από μένα 1001. Όλοι θα πούμε «που είναι το κράτος, που είναι ο Δήμος, έτσι είναι στην Ελλάδα» και αμέσως μετά θα διπλοπαρκάρουμε να πάρουμε φρέντο εσπρέσσο με μαύρη ζάχαρη, ο θείος μου ο ταξιτζής θα συνεχίσει να μπαίνει στη λεοφορειολωρίδα και ο φίλος στην εστίαση να απλώνει 1-2 τραπεζάκια παραπάνω. Οι μεγάλοι ξενοδοχειακοί όμιλοι και τα σούπερ μάρκετ να παράγουν τόνους σκουπιδιών καθημερινά και η ζωή συνεχίζεται.

Σημείο 4ο : Μορατόριουμ συμφερόντων. Όλοι ένα βήμα πίσω από το συντεχνιακό – κλαδικό – επαγγελματικό συμφέρον προς όφελος της πόλης. Τα μέτρα του 2ου σημείου έχουν κόστος. Το να ξεφορτώνεις βράδια τα εμπορεύματα και να παραλαμβάνεις βράδυ εμπορεύματα είναι ακριβό. Το να μαζεύεις σκουπίδια βράδυ είναι ακριβό. Το να κάνεις στάση μόνο σε πιάτσα ταξί είναι δύσκολο, το να περιορίζεις τα τραπεζοκαθίσματά σου στα νόμιμα όρια έχει κόστος. Το να προσφέρεις στην πόλη ανταποδοτικά κανέναν έξτρα κάδο, να οργανώνεις εσωτερικά την ανακύκλωσή σου και την διαχείριση των απορριμμάτων σου ως μεγάλο ξενοδοχείο έχει κόστος. Το να μην γίνεται όμως τίποτε από αυτά έχει επίσης κόστος. Κόστος πολλαπλάσιο. Κόστος που διαχέεται στο κοινωνικό σύνολο και υπονομεύει αργά και σταθερά το επόμενο βήμα. Και αυτή ακριβώς η διάχυση του κόστους το καθιστά όχι αόρατο – είναι απολύτως ορατό – αλλά δύσκολο να το υπερασπιστεί κανείς. Το μερικό, το συντεχνιακό, το κλαδικό το υπερασπίζονται οι άμεσα ενδιαφερόμενοι με νύχια και με δόντια. Το γενικό συμφέρον αντίθετα είναι υπόθεση της πολιτικής ηγεσίας, του πολιτικού προσωπικού και της πολιτικής με την ευρύτερη της λέξης σημασία.

Σημείο 5ο : Πρέπει λοιπόν να έρθει η πολιτική ( και οι πολιτικοί ) και με απλά λόγια να πούνε το εξής. «Κοιτάξτε να δείτε, ο τουρισμός πάει καλά, η εστίαση πάει καλά, οι κρατήσεις και οι διαμονές πάνε καλά, τα σούπερ μάρκετ έχουν δυσθεώρητα κέρδη – σας αναγκάζω μέσα από τις ρυθμίσεις που επιβάλλω να δώσετε κάτι πίσω στην κοινωνία αλλιώς βουλιάζουμε. Αλλιώς δεν πάμε πουθενά». Μα θα σου πούνε «άσε μας να ρεφάρουμε, τώρα θα δουλέψουμε» κλπ. Όχι. Είναι μια κατάπτυστη μετακύλιση κόστους σε ανθρώπους που δεν έχουν φωνή, δεν έχουν δύναμη και περνάνε κάτω από το ραντάρ του πολιτικού συστήματος. Όχι, γιατί με τον δικό σας τρόπο υποσκάπτεται η δυνατότητα της πόλης αφενός να βελτιωθεί και να γίνει ανθρώπινη και αφετέρου να εξελιχθεί προς όφελος όλων.

Σημείο 6ο: Προσέξτε -ακόμη και αυτό είναι υποχώρηση από το ιδανικό γιατί συσχετίζει τους κανόνες με τους τζίρους αλλά εδώ θέλουμε να είμαστε ρεαλιστές. Να λέμε πράγματα εφικτά και όχι ιδεατά. Αν θέλετε μια αναλογία είναι το ίδιο με αυτό που μας έλεγαν και λέγαμε πολλοί για την οικονομική κρίση προ 15ετίας. Τις μεταρρυθμίσεις, τις αλλαγές και τους δομικούς εκσυγχρονισμούς τις κάνεις τα καλά χρόνια που κυλάει το «χρηματάκι», όχι όταν αυτό κόβεται. Τις κάνεις τα καλά χρόνια και όχι τα δύσκολα. Αν τις κάνεις τα καλά χρόνια ίσως μάλιστα αποφύγεις και τον ερχομό των δύσκολων. Αν δεν τις κάνεις επιταχύνεις τον ερχομό των κακών ετών όπου και οι αντιστάσεις θα είναι πανίσχυρες.

Σε όλα αυτά που λέμε υπάρχει και μια ιστορική, πολιτική και κοινωνιολογική εξήγηση που σχετίζεται με το κατά πόσο η Ελλάδα είναι κοινωνία ή κοινότητα. Είναι και τα δύο.

Άρα κλείνοντας τι χρειαζόμαστε;

Χρειαζόμαστε κατανόηση των θεμάτων. Σαφή προσδιορισμό του δημοσίου συμφέροντος και του γενικού καλού. Σαφή προσδιορισμό όσων πλήττουν το γενικό συμφέρον για χάρη του ειδικού (τους), ενεργή κοινωνία των πολιτών και μια κάπως πεφωτισμένη πολιτική ηγεσία. Και κάτι για τους πολιτικούς. Το άθροισμα των μερικών συμφερόντων δεν είναι φέρνει εκλογικά οφέλη μεγαλύτερα από την υπεράσπιση του γενικού συμφέροντος. Το πρώτο είναι συνταγή αποτυχίας, συνταγή χρεοκοπίας. Το δεύτερο – ακόμη και αν δεν επιτευχθεί πλήρως σου δίνει μία καλή σελίδα στο βιβλίο όσων προσπάθησαν και τους θυμόμαστε για αυτό. 

 το άρθρο δημοσιεύτηκε 21/01/2024 στη Voria.gr

Σάββατο 6 Ιανουαρίου 2024

Γιατί η πορεία της Θεσσαλονίκης θα δείξει το μέλλον της χώρας, άρθρο στη Voria.gr



Διαβάζοντας κανείς τον τίτλο του άρθρου μπορεί αυθόρμητα να θεωρήσει ότι ο ισχυρισμός αυτός είναι υπερβολικός.

Από πού και ως πού η Θεσσαλονίκη γίνεται δείκτης της πορείας της χώρας; Ποιο είναι το σκεπτικό αυτού του συλλογισμού;

Πάμε να δούμε λίγο πιο αναλυτικά μερικές σκέψεις, που ακροθιγώς παρουσιάσαμε στο προηγούμενο άρθρο την πρωτοχρονιά (βλ. Προκλήσεις για το 2024 στον πλανήτη, την Ελλάδα και τη Θεσσαλονίκη) με μια λογική σειρά και με μια συνοπτική δομή παρουσίασης.

Σημείο 1ο : Πρώτα και πάνω από όλα πρέπει να συμφωνήσουμε ότι είναι τουλάχιστον προβληματικό για κάθε κράτος, κάθε έθνος, η υπερσυγκέντρωση ανθρώπων, πόρων, υποδομών, ευκαιριών σε ένα μόνο αστικό κέντρο ακόμη και αν αυτό είναι το εθνικό κέντρο. Αυτό που απαντάται στην Ελλάδα είναι μοναδικά αρνητικό και υπονομεύει τόσο τις δυνατότητες και τις προοπτικές της Ελλάδας όσο όμως και της ίδιας της Αττικής και της Αθήνας. Μια γρήγορη ματιά σε πληθώρα χωρών της Ευρώπης, της Δύσης – και όχι μόνο – θα φανερώσει πως σε κάθε μία υπάρχουν τουλάχιστον δύο μεγάλα αστικά κέντρα, με διαφορετικά χαρακτηριστικά που παίζουν έναν άτυπο ρόλο πόλου ανάπτυξης. Μπορεί να είναι αληθές το γεγονός πως στην Ελλάδα ιστορικοί, γεωμορφολογικοί πολιτικοί και οικονομικοί παράγοντες έχουν συντελέσει σε μια σημαντική περιφερειακή ανισότητα και ανισορροπία, αυτό όμως δεν είναι αποδεκτό, δεν είναι αναπτυξιακό, δεν είναι δίκαιο και εν τέλει πρέπει να γίνει κατανοητό και σαφές ότι δεν είναι εθνικά επωφελές.

Σημείο 2ο : Αν και δύσκολα θα διαφωνήσει κανείς με την γενική διαπίστωση του πρώτου σημείου, στον δημόσιο διάλογο, στην κεντρική ατζέντα του, παραδόξως και ίσως σκοπίμως, δεν συμπεριλαμβάνεται αυτό το ζήτημα. Και άντε από το 2008 έως το 2022 είχαμε πολύ σημαντικές προκλήσεις – οικονομική κρίση και πανδημία – που αναμενόμενα κυριάρχησαν. Το να μην τίθεται όμως το ζήτημα της ισόρροπης περιφερειακής ανάπτυξης μετ’ επιτάσεως σήμερα, στον πολιτικό και προγραμματικό πολιτικό και κομματικό λόγο είναι μια σημαντική υστέρηση. Και όταν λέμε «να τίθεται», όχι ως συμπλήρωμα λεκτικών περικοκλάδων τυποποιημένων χαιρετισμών αλλά να επηρεάζει αποφασιστικά τις δημόσιες πολιτικές που ασκούνται. Σήμερα που υπάρχουν πόροι, υπάρχουν χρηματοδοτικά εργαλεία ( πχ Ταμείο Ανθεκτικότητας και Ανάπτυξης) και μια συγκυριακά πιο χαλαρή δημοσιονομική πραγματικότητα θα έπρεπε να εκμεταλλευτούμε το momentum να ανατάξουμε την πέραν της Αττικής Ελλάδα.

Σημείο 3ο : Αλλαγή αναπτυξιακού μοντέλου (θα έπρεπε να) σημαίνει αλλαγή κατανομής εθνικών και ευρωπαϊκών πόρων, αξιοποίηση των κατά τόπους πλεονεκτημάτων, εθνική στρατηγική που θα διαρθρώνεται και θα απλώνεται σε όλη την επικράτεια και θα βασίζεται, θα λαμβάνει υπόψη και θα υπολογίζει τις γεωγραφικές ιδιαιτερότητες. Πόσο καλύτερα θα ήταν τα πράγματα αν αντί για μια Αττική 5 εκατομμυρίων κατοίκων είχαμε στην Ανατολική Μακεδονία και Θράκη αντί για 562.000 κατοίκους 850.000, αν είχαμε στη Δυτική Μακεδονία αντί για 264.000 κατοίκους 450.000, στην Ήπειρο αντί για 320.000 κατοίκους 500.000, στη Θεσσαλία αντί για 690.000 κατοίκους 1 εκατομμύριο και αντίστοιχα στο Βόρειο και Νότιο Αιγαίο. Βέβαια μια τέτοια πληθυσμιακή κατανομή σημαίνει ότι επενδύεις σε υποδομές, δημιουργείς προϋποθέσεις ανάπτυξης και θέσεων εργασίας, αποκεντρώνεις και ενισχύεις είτε διεθνώς εμπορεύσιμους τομείς της οικονομίας είτε άλλους που υποκαθιστούν τις εισαγωγές. Βελτιώνεις με τον τρόπο αυτό το μονίμως προβληματικό εμπορικό ισοζύγιο και προχωράς γνωρίζοντας ότι έχεις βιώσιμη και διατηρήσιμη ανάπτυξη.

Σημείο 4ο : Και η Θεσσαλονίκη; Αν όλα τα ανωτέρω μοιάζουν με σενάριο επιστημονικής φαντασίας με βάση την σημερινή πραγματικότητα ή ακόμη ακόμη ένα ανέφικτο πολιτικό και οικονομικό σχέδιο βάσει των αντικειμενικών μας δυνατοτήτων, πρέπει να βρούμε έναν άλλο τρόπο – έναν άλλο δρόμο. Έναν δρόμο που αν μας οδηγήσει σε θετικά αποτελέσματα μπορεί να καταστεί παράδειγμα και οδοδείκτης. Παράδειγμα εθνικής εμβέλειας. Εδώ λοιπόν έρχεται η Θεσσαλονίκη. Η δεύτερη μεγαλύτερη πόλη της χώρας – για πολλούς λόγους που θα παραθέσουμε – μπορεί να παίξει έναν τέτοιο ρόλο. Η Θεσσαλονίκη είναι από ιδρύσεως πόλη – ποτέ δεν εξέπεσε σε χωριό ή πολίχνη. Πάντα αστικό κέντρο και πάντα με σημαίνοντα ρόλο. Λιμάνι και κόμβος γειτνιάζει, επηρεάζει και επηρεάζεται από περιοχές με διαφορετικά χαρακτηριστικά. Βρίσκεται στο κέντρο μιας γεωγραφικής ενότητας που συγκεντρώνει ποικίλες οικονομικές δραστηριότητες. Δεν είναι αναπτυξιακά μονοθεματική. Αγροδιατροφή, τουρισμός, ενέργεια, βιομηχανία, βιοτεχνία, εκπαίδευση, τεχνολογία και καινοτομία, διαμετακόμιση και εμπόριο – με λίγη ή περισσότερη προσπάθεια όλα μπορεί να τα «σηκώσει» η κεντρική Μακεδονία και το κέντρο της η Θεσσαλονίκη. Μια τέτοια εξέλιξη θα έδινε βάθος στο ΑΕΠ της χώρας και θα φανέρωνε τα πλεονεκτήματα αυτής της εθνικής στρατηγικής και θα υποχρέωνε τους πάντες να ξανασκεφτούν. Από εκεί που ο ορίζοντας του πολιτικού συστήματος και προσωπικού είναι η Πλατεία Συντάγματος ξαφνικά θα μιλούσαμε με το βλέμμα μας στραμμένο στη Νοτιοανατολική Ευρώπη. Θα βλέπαμε τις εθνικές παραγωγικές μας δυνατότητες, όχι από το Κολωνάκι αλλά από την Αριστοτέλους. Όχι γιατί «της το χρωστάει η Ιστορία της Θεσσαλονίκης», όχι γιατί «το δικαιούται έναντι του αθηνοκεντρικού κράτους» αλλά γιατί ο δρόμος για την παραγωγική ανασυγκρότηση, και την εθνική αναγέννηση περνά από τον Βαρδάρη.

Σημείο 5ο : Η ίδια η πόλη με μια σειρά παρεμβάσεων μπορεί και πρέπει όχι μόνο να παίξει αυτόν τον ρόλο, αλλά να το δείξει με αυτοπεποίθηση σε όλον τον κόσμο. Τί σημαίνει αυτό; Αυτό σημαίνει ότι οι φιλοδοξίες της πρέπει να αποτυπώνονται στο αστικό περιβάλλον, στον δημόσιο χώρο, στην αρχιτεκτονική, στις συγκοινωνίες – σε όλα αυτά που συναποτελούν την καθημερινή λειτουργία ενός αστικού κέντρου. Για να γίνει αυτό χρειαζόμαστε υποδομές – υποδομές – υποδομές. Υποδομές που θα στηρίξουν την ανάπτυξη αλλά ταυτόχρονα θα την προκαλέσουν ( αναπλάσεις – δίκτυα – κινητικότητα – πράσινο – ανθεκτικότητα – αστικός σχεδιασμός – χρήσεις γης κ.ο.κ.)

Σημείο 6ο: Το πρόβλημα. Το πρόβλημα με αυτήν την ωραία αφήγηση και αυτήν την ιδανική για τη χώρα προοπτική είναι ένα. Για να παίξει αυτόν τον ρόλο η Θεσσαλονίκη έχει ανάγκη την κεντρική εξουσία, το πολιτικό σύστημα. Η κεντρική εξουσία όμως (όχι μόνο η παρούσα κυβέρνηση) δεν φαίνεται να πιστεύει μια τέτοια αλληλουχία πολιτικών – δεν έχει πειστεί ή έχει άλλες προτεραιότητες. Η Θεσσαλονίκη μπορεί να γίνει καταλύτης αλλαγής παραδείγματος αλλά δεν είναι εφικτό να το πετύχει ενδογενώς. Η κότα έκανε το αβγό ή το αβγό την κότα; Η Θεσσαλονίκη θα αλλάξει το μοντέλο αλλά για να το αλλάξει χρειάζεται τη συνδρομή αυτών που έφτιαξαν το προηγούμενο που χρήζει αλλαγής. Πιάσε το αβγό και κούρευτο ή μήπως έχουμε λύση;

Η λύση ως έχουν τα πράγματα είναι μία. Πρέπει με κάθε τρόπο, από κάθε δίοδο, από κάθε διαδρομή να πειστεί το πολιτικό προσωπικό της χώρας ότι τυχόν επιτυχία της πόλης θα οδηγήσει σε επιτυχία την Ελλάδα. Ότι δηλαδή ισχυρή Θεσσαλονίκη θα σημάνει περιφερειακή ανάπτυξη, γεωπολιτική αναβάθμιση, εξωστρέφεια, ίσως καλύτερη δημογραφία.

Αν δείτε τη Θεσσαλονίκη να τα καταφέρνει, να ανεβαίνει, να παίζει έναν ρόλο πέραν των συνόρων της Ελλάδας αλλά πάντοτε προς όφελος της, αυτό σημαίνει ότι θα έχουν αλλάξει προτεραιότητες, κατανομές και ότι ακολουθούμε ενάρετες αναπτυξιακές πολιτικές. Αν δείτε τη Θεσσαλονίκη να παλεύει με τους δαίμονές της, σημαίνει ότι δεν άλλαξαν και πολλά σε εθνικό επίπεδο. Τα περισσότερα στην Αθήνα, τα ρέστα στην περιφέρεια και γενικά χαμηλές πτήσεις. Το κακό με το κακό σενάριο είναι πως οι Βαλκάνιοι γείτονες αλλά και οι ανατολικοευρωπαίοι θα προχωρήσουν είτε έτσι είτε αλλιώς.

Στους εξ ανατολών γείτονες δεν αναφέρομαι καν – είναι ήδη σε άλλη πίστα. Συνδέστε λοιπόν το μέλλον της πόλης με το μέλλον της χώρας – αναβαθμίστε το στοίχημα για όλους.


το άρθρο δημοσιεύτηκε 06/01/2024 στη Voria.gr

Πέμπτη 4 Ιανουαρίου 2024

Προκλήσεις για το 2024 στον πλανήτη, στην Ελλάδα και στην Θεσσαλονίκη, άρθρο στη Voria.gr

 


Κάθε τέλος χρονιάς, εκεί λίγο πριν τα εορταστικά τραπέζια, είθισται να διαβάζουμε άρθρα που είτε ανακεφαλαιώνουν όσα ζήσαμε αποτιμώντας τα, είτε «προβλέπουν» τις προκλήσεις του μέλλοντος ψηλαφίζοντας και αναλύοντας τις δυναμικές που διαμορφώνονται. Πιστός σε αυτήν την παράδοση, παρουσιάζω κάποιες δικές μου για το επόμενο έτος με σημεία αναφοράς την παγκόσμια κοινότητα, την Ελλάδα αλλά και την Θεσσαλονίκη.

1.    Κλιματική κρίση. Πανταχού παρούσα, μας απασχολεί αλλά δεν καθορίζει δυστυχώς τις επιλογές μας. Τη συζητάμε σε συνέδρια και ημερίδες αλλά οι υποδομές ανθεκτικότητας ακόμη αναζητούνται και οι χρηματοδοτήσεις παγίως κατευθύνονται σε άλλους τομείς. Το οικονομικό κόστος των συνεπειών της προϋπολογίζεται τεράστιο αν δεν σχεδιάσεις έγκαιρα και δεν υλοποιήσεις συστηματικά. Ιδιαίτερα για χώρες σαν και εμάς, στη εύκρατη ζώνη, στη Μεσόγειο και με δομική υστέρηση υποδομών, τα νέα είναι δυσοίωνα. Πως το είχε πει μια ψυχή παλαιότερα με άλλη αφορμή; «Ή αλλάζουμε ή βουλιάζουμε». Για την ώρα το δεύτερο. Ταμεία Ανθεκτικότητας και Ανάκαμψης και λοιπά χρηματοδοτικά εργαλεία υπηρετούν και πάλι έναν εσωστρεφή στρεβλό κορπορατισμό και βλέπουμε. Αν δεν δείτε τις πόλεις μας να αλλάζουν – κυρίως Αθήνα και Θεσσαλονίκη, μην «αγοράσετε» καμία προσαρμογή στα νέα δεδομένα. Ό,τι είναι να γίνει πρέπει να γίνει στα μεγάλα μητροπολιτικά αστικά κέντρα της χώρας. Εκεί θα παιχτεί η υπόθεση της κλιματικής κρίσης. Εκεί και σε μεγάλα έργα υποδομής και δικτύων.

2.    Δύση – Ανατολή, Η.Π.Α και Ε.Ε – Κίνα και Ρωσία, πολυπολιτικότητα και πλανητική κυριαρχία. Εμείς οι δυτικοί μάθαμε τον κόσμο μέσα από τα δικά μας εκπαιδευτικά συστήματα, τα δικά μας βιβλία και τις δικές μας ιδεολογίες. Λογικό αφού από το 1600μ.Χ μέχρι και σήμερα η Δύση κυριαρχεί. Θα είναι όμως έτσι ο κόσμος που ξημερώνει; Ο 21ος αιώνας δίνει γρήγορα μάλλον αρνητικές απαντήσεις. Η άνοδος της Κίνας, η ανθεκτικότητα της Ρωσίας, η δημογραφία της Ινδίας αλλά και της Αφρικής αλλάζουν το κέντρο βάρους σε πλανητικό επίπεδο. Για τους Κινέζους αυτή η εξέλιξη είναι η επαναφορά στην «φυσική τάξη των πραγμάτων» γιατί θεωρούν την δυτική κυριαρχία μια ιστορική παραφωνία που κλείνει τον κύκλο της. Οι άλλοι παγκόσμιοι παίκτες έχουν υπέρ τους τη δημογραφία, αποκτούν την τεχνολογία, έχουν παραγωγικές δομές, συγκεντρωτική και συνήθως αυταρχική ηγεσία, αδύναμες κοινωνίες των πολιτών, ισχυρή κρατική εθνική ιδεολογία και μια διαφορετική αντίληψη του χρόνου υπέρ του μακρού χρόνου και όχι του εφήμερου. Από την άλλη εμείς, ιδιαίτερα η Ε.Ε ως η σοσιαλδημοκρατική εκδοχή της Δύσης έχουμε έλλειμα ηγεσίας και στρατηγικής. Φαίνεται σαν να περπατάμε όταν οι άλλοι τρέχουν.



3.      Δημογραφία. Γερνάμε ολοταχώς και μάλλον όχι επιτυχώς. Όλη η Δύση έχει θέμα αλλά εμείς και πάλι βρισκόμαστε στην πρωτοπορία. 44 έτη η διάμεσος ηλικία με ανοδικές τάσεις – 1,3 παιδιά ανά γυναίκα. Το δημογραφικό προφίλ της Ελλάδας είναι τραγικό και αυτό δύσκολα ανατάσσεται. Η δημογραφική κρίση ως αποτέλεσμα τουλάχιστον δύο μέγα- παραγόντων δεν είναι εύκολο να ανατραπεί. Αξίζει όμως – αφού το έχουμε διαπιστώσει το πρόβλημα – να προσπαθήσουμε να το λύσουμε. Αφενός το σύγχρονο πολιτισμικό πρότυπο του δυτικού ανθρώπου – οι αξίες, οι προτεραιότητες, ο ατομοκεντρισμός- και αφετέρου η οικονομική δυσπραγία μεγάλων τμημάτων της κοινωνίας ( ή η απόσταση από το επιθυμητό βιοτικό επίπεδο) καθιστούν την τεκνοποιία ενδεχομένως ασύμφορο οικονομικά βάρος έως αδιανόητη επιλογή. Όμως για εμάς είναι μονόδρομος η προσπάθεια βελτίωσης των δεικτών. Με μια πρόταση πρέπει με ένα πλέγμα δημοσίων πολιτικών να εναρμονίζουμε την σύγχρονη κοινωνική και οικονομική πραγματικότητα με την οικογενειακή ζωή. Επιδόματα, γονικές άδειες, σχολεία, παιδικοί σταθμοί, χρηματικές μεταβιβάσεις, κίνητρα και αντικίνητρα – όλα πρέπει να επιστρατευτούν με ορίζοντα 50ετίας και με ευρεία πολιτική και κοινωνική συναίνεση αν δεν θέλουμε να μετατραπούμε σε κράτος – έθνος παρίας της περιοχής που θα φθίνει συνεχώς μέχρις αφανισμού.

4.  Βγήκαμε από την οικονομική κρίση; Όλα βαίνουν καλώς; Είναι πίσω μας οι μαύρες μέρες της χρεοκοπίας; Αν δει κανείς εστιατόρια, καταλύματα, ταβέρνες και πωλήσεις αυτοκινήτων θα πει ότι στην Ελλάδα έχουμε αλλάξει κατηγορία, έχουμε επιστρέψει σε μια ευρωπαϊκή -καταναλωτική – κανονικότητα και πως το μέλλον μας διαγράφεται ευοίωνο. Είναι όμως έτσι; Μια πρώτη παρατήρηση είναι πως αυτό το σκηνικό – αναλογικά- το ζήσαμε πολύ καλά εκεί στα τέλη της δεκαετίας του 2000. Τότε δεν έβρισκες άδειο δωμάτιο πουθενά και όλες οι αντιπροσωπείες ακριβών αυτοκινήτων είχαν ξεπουλήσει. 2 χρόνια μετά η χώρα χρεοκόπησε. Ελεώ και πανδημίας η Ελλάδα δανείστηκε ξανά τεράστια ποσά, τμήμα αυτών πέρασε στην κατανάλωση, η οικονομία υπερθερμάνθηκε, δημιουργήθηκαν νέες θέσεις εργασίας όμως στα βασικά είμαστε και πάλι έκθετοι. Το παραγωγικό μοντέλο δεν άλλαξε, η δημόσια διοίκηση δεν εκσυγχρονίστηκε όσο έπρεπε, η δικαιοσύνη είναι τριτοκοσμική, το πολιτικό σύστημα έχεις τις ίδιες και απαράλλακτες παθογένειες – μαύρο πολιτικό χρήμα, αδύναμοι θεσμοί, συγκέντρωση εξουσιών, εξωθεσμικά κέντρα αποφάσεων κοκ. Άρα; Άρα έχουμε ξανά όλα τα υλικά που μας οδήγησαν στην κρίση του 2008 και στη χρεοκοπία του 2010 ξανά πάνω στο τραπέζι παρά την τεράστια και οδυνηρή υπερδεκαετή «δημοσιονομική διόρθωση». Στην παλίρροια επιπλέουμε – στην άμπωτη τσακιζόμαστε. Συνυπολογίστε όμως μια σημαντική διαφορά. Η πολιτική – οικονομική οικογένεια της Δύσης το 2010 είχε άλλες δυνατότητες και λιγότερες προκλήσεις από αυτή του 2025.

5.  Υπάρχει Ελλάδα έξω από την Αθήνα (άντε Αττική); Αν τα δει κάποιος ψυχρά τα δεδομένα θα απαντήσει «μάλλον όχι». Υπερβολή; Μπορεί. Περιγράφει όμως μια πραγματικότητα που ναρκοθετεί την ίδια τη χώρα. Τώρα γιατί αυτό το διατυπώνουμε ρητά και απερίφραστα εμείς οι Θεσσαλονικείς έχει να κάνει με το δικό μας ιστορικό φορτίο. 2300 χρόνια ήμαστε πάντοτε πόλη και διατηρούμε ίσως αυτές τις σκιές του παρελθόντος στο νου μας. Όταν όμως κάθε χρόνο στην Αθήνα προστίθεται χιλιομετρικά ένα Μετρό Θεσσαλονίκης ενώ στο βορρά μετά από 18 χρόνια ακόμα περιμένουμε – κάτι πάει στραβά. Και αν αυτό συμβαίνει στη Θεσσαλονίκη, αξιολογείστε τί γίνεται στην υπόλοιπη ελληνική περιφέρεια. Η Ελλάδα το 2020 εμφάνιζε το 9 ο υψηλότερο επίπεδο περιφερειακών ανισοτήτων ως προς το κατά κεφαλήν ΑΕΠ μεταξύ των 30 χωρών του ΟΟΣΑ. Τα τελευταία χρόνια που παρατηρείται μεγέθυνση της οικονομίας η γενικότερη αίσθηση είναι πως και πάλι η Αττική και η Αθήνα ανοίγουν την ψαλίδα – με εξαίρεση κάποιες τουριστικές περιοχές. Πιθανά να χάνεται δηλαδή η ευκαιρία – και πάλι- της ισόρροπης περιφερειακής ανάπτυξης.



6.    Θεσσαλονίκη : αέναη μάχη προοπτικών και προβλημάτων. Η πόλη έχει δυναμική, έχει προοπτικές και ταυτόχρονα μάχεται με τους δικούς της δαίμονες. Τα προβλήματά της είναι δομικά, μεγάλα και πολλά από αυτά σχεδόν διαχρονικά. Δεν μπορούν να λυθούν σε κανένα άλλο επίπεδο πέραν του κυβερνητικού. Απαιτούνται σημαντικοί πόροι, σοβαρό σχέδιο – κατά καιρούς υπήρξε – με προτεραιότητες και ιεραρχήσεις. Οι προκλήσεις που αντιμετωπίζει η πόλη ως πολεοδομικό συγκρότημα απαιτούν εδώ και τώρα μητροπολιτική διαχείριση. Απορρίμματα, βιώσιμη αστική κινητικότητα, υποδομές και υποδομές ανθεκτικότητας, ασφάλεια, ποιότητα ατμοσφαιρικού αέρα, προστασία δύο οικοσυστημάτων, πρωτοβάθμια υγεία, ανάπτυξη, χωροταξία, επενδύσεις και λειτουργίες πόλης δεν μπορούν να περιορίζονται στα διοικητικά όρια ενός δήμου του πολεοδομικού συγκροτήματος – ακόμα και αν αυτός είναι ο κεντρικός. Στεγαστικό, ρύθμιση τουριστικών δραστηριοτήτων, συγκοινωνίες και υποδομές πρέπει να είναι στον πυρήνα κάθε προσπάθειας. Σε κάθε περίπτωση η εξέλιξη του στοιχήματος που λέγεται Θεσσαλονίκη θα είναι ενδεικτική της πορείας της χώρας. Πετυχαίνει η πόλη; Σημαίνει ότι μοιράζονται διαφορετικά οι εθνικοί και ευρωπαϊκοί πόροι, ότι η πέραν της Αττικής Ελλάδα δίνει σημάδια ζωής, ότι βαθαίνει το ελληνικό ΑΕΠ και μπορούμε να παίξουμε έναν ρόλο στη Νοτιοανατολική Ευρώπη. Αποτυγχάνει η Θεσσαλονίκη; Σημαίνει αυτά που ήδη ξέρουμε και ένα ταβάνι χαμηλών εθνικών προσδοκιών. Η Θεσσαλονίκη δηλαδή ως δείκτης.

Ας ευχηθούμε το 2024 να είναι ένα έτος ωριμότητας – προσωπικής και συλλογικής και να προχωρήσουμε μερικά αποφασιστικά βήματα παρακάτω, πάντα προς τη σωστή κατεύθυνση. Η αλληλουχία των κρίσεων από την μία μας κάνει πιο «σοφούς» και από την άλλη πιο ευάλωτους στην αναζήτηση της ευτυχίας ή ευζωίας. Η μάχη αυτών των δύο τάσεων θα κρίνει το που θα βρισκόμαστε σε 10- 20 χρόνια από σήμερα. Ας κάνουμε τις σωστές επιλογές

το άρθρο δημοσιεύτηκε 01/01/2024 στη Voria.gr