Τρίτη 12 Αυγούστου 2025

Θεσσαλονίκη: Πέντε σημεία-κλειδιά για το δάνειο των 30 εκατ. ευρώ που πήρε ο δήμος, άρθρο στη Voria.gr


Στη μικρή μας πόλη, το ζήτημα των τελευταίων ημερών και επίκεντρο ενός μάλλον καχεκτικού διαλόγου ήταν η πρόθεση και τελικά απόφαση της διοίκησης του Δήμου Θεσσαλονίκης να συνάψει δάνειο με την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων, ύψους 30 εκ. ευρώ. Το ποσό σχετικά μεγάλο για τον Δήμο Θεσσαλονίκης καθώς το προηγούμενο δάνειο της διοίκησης Μπουτάρη ανέρχονταν περίπου στα 20 εκ. ευρώ. Με μια μικρή χρονική απόσταση από τα πράγματα – έστω λίγων ημερών, αποτυπώνω 5 σκέψεις για το δάνειο αλλά και ευρύτερα για τη Θεσσαλονίκη. 

Σημείο 1ο: κάθε χρηματοδοτικό εργαλείο είναι επί της αρχής καλό και χρήσιμο. Το να μπορείς να δανειστείς σημαίνει ότι και έχεις την πιστοληπτική ικανότητα να το κάνεις αλλά και υπάρχει κάποιος να σε δανείσει. Ας μην τα θεωρούμε και τα δύο αυτά σημεία αυτονόητα, ιδιαίτερα όταν έχουμε αφήσει πίσω μας μια υπερδεκαετή κρίση που οι οικονομικοί πόροι μετριόταν με το σταγονόμετρο. 

Σημείο 2ο: η Θεσσαλονίκη χρειάζεται πολλά χρήματα. Πάρα πολλά χρήματα. Έχει μείνει πίσω και αυτό το ξέρουν όλοι - είτε το παραδέχονται δημόσια είτε όχι. Η απόσταση από άλλες ισομεγέθεις πόλεις έχει μεγαλώσει τις τελευταίες δεκαετίες και αυτό το αναγνωρίζουν και οι εντός αυτής αλλά και οι εκτός αυτής. Το αν τα τελευταία χρόνια γίνεται μια προσπάθεια, γίνονται κάποια βήματα, γίνονται κάποια έργα και σχεδιάζονται και κάποια ακόμη – δεν σημαίνει ότι το χάσμα μειώνεται. Σημαίνει ότι από εκεί που είμασταν ακίνητοι αρχίσαμε να περπατάμε – και οι άλλοι όμως περπατάνε. Το χάσμα θα μειώνονταν αν εμείς τρέχαμε ή αν οι άλλοι ακινητοποιούνταν. Ο ανταγωνισμός των πόλεων είναι υπαρκτός. Είναι ένας όρος που χρησιμοποιείται για να περιγράψει τη συνεχή προσπάθεια αστικών περιοχών να προσελκύσουν πόρους, ανθρώπους, επενδύσεις και αναγνώριση σε ένα παγκοσμιοποιημένο περιβάλλον. Δεν μιλάμε μόνο για οικονομική κούρσα, αλλά για ένα ευρύτερο «branding» και μια στρατηγική ανάδειξης της πόλης ως τόπου που αξίζει να ζεις, να εργάζεσαι και να επισκέπτεσαι. Ο ανταγωνισμός αυτός εντείνεται λόγω:

  • της παγκοσμιοποίησης καθώς οι πόλεις πλέον συγκρίνονται διεθνώς
  • της κινητικότητας πληθυσμών όπου ταλέντα, εργαζόμενοι, διανοητικό κεφάλαιο και φοιτητές μπορούν να επιλέξουν πού θα ζήσουν
  • της κλιματικής και τεχνολογικής μετάβασης. Πόλεις που καινοτομούν κερδίζουν πλεονέκτημα.

Οι επιτυχημένες πόλεις συνήθως συνδυάζουν: οικονομική δυναμική, υψηλή ποιότητα ζωής, ισχυρή τοπική ταυτότητα και σύγχρονη, ανοιχτή διακυβέρνηση.

Σημείο 3ο: Οι οικονομικοί πόροι είναι η αναγκαία αλλά όχι ικανή προϋπόθεση για την πόλη. Επενδύσεις, υποδομές, αναπλάσεις αστικού περιβάλλοντος, ενίσχυση της ανθεκτικότητας, συγκοινωνίες, στέγη, επιχειρηματικότητα και τουρισμός συνθέτουν μια βεντάλια πιεστικών αναγκών. Όλα απαιτούν δίπλα στα χρήματα και σχέδιο. Για να μην πω ότι η κανονική σειρά είναι πρώτα σχέδιο και μετά χρήματα. Σχέδιο με προτεραιότητες και αυστηρές ιεραρχήσεις. Τα έχουμε αυτά; Ο καθείς ας αξιολογήσει αν υπάρχουν – προσωπικά βλέπω αρκετά mini σχέδια σε βαθμίδες της διακυβέρνησης ή σε δήμους ξεχωριστά, αλλά θα ήταν υπερβολή και wishful thinking να υποστηρίξει κανείς ότι υπάρχει το μέγα σχέδιο. Και αυτό δεν αφορά μόνον στον κεντρικό δήμο αλλά σε όλο το πολεοδομικό συγκρότημα. Οι καιροί απαιτούν μητροπολιτική διαχείριση σε μια σειρά ζητημάτων γιατί όλα τα άλλα φαντάζουν αλλά και είναι αποσπασματικά. 

Σημείο 4ο: Οι διοικήσεις Μπουτάρη, Ζέρβα και Αγγελούδη – ανεξαρτήτως ποια άποψη έχει κανείς και ποια αξιολογική εκτίμηση, ήταν διοικήσεις που στόχευαν στην ανάπτυξη και στην εξωστρέφεια. Ο Μπουτάρης πήρε το πρώτο δάνειο, ο Ζέρβας το αξιοποίησε και ο Αγγελούδης ακολουθεί μια πεπατημένη συνταγή. Αυτό σε ένα πρώτο επίπεδο ανάλυσης σημαίνει ότι όλοι αντιλαμβάνονται πως η πόλη χρειάζεται επενδύσεις, χρειάζεται εργαλεία για να σχεδιάσει και να υλοποιήσει. Και τα χρειάζεται εμπροσθοβαρώς για να προλάβει. Γιατί παίζει και με τον χρόνο αντίπαλο. Ειδικά στα ζητήματα της ανθεκτικότητας, των υποδομών, της αντιμετώπισης της κλιματικής αλλαγής ή κάνεις τώρα αυτό που πρέπει ή ψήνεσαι στους 40 βαθμούς 40 ημέρες τον χρόνο – συνθήκη μη βιώσιμη. 

Σημείο 5ο: Το δάνειο έχει και κόστος – δεν μας χαρίζουν, μας δανείζουν. Ένας δανεισμός για έναν οργανισμό ή έναν δήμο μπορεί να θεωρηθεί οικονομικά ορθή επιλογή όταν πληρούνται ορισμένες προϋποθέσεις που διασφαλίζουν ότι το κόστος εξυπηρέτησής του (χρεωλύσια + τόκοι) θα καλυφθεί και θα ξεπεραστεί από τα οφέλη που θα αποφέρει. Ειδικότερα ο δανεισμός, όταν γίνεται με σχέδιο και στόχευση, μπορεί να αποτελέσει εργαλείο ανάπτυξης και όχι βάρος. 

Πρώτον, οι πόροι που αντλούνται πρέπει να επενδύονται σε έργα που κινητοποιούν την τοπική οικονομία, δημιουργώντας θέσεις εργασίας και εισροή κεφαλαίων που υπερκαλύπτουν μελλοντικά τις δαπάνες εξυπηρέτησής του. 

Δεύτερον, πρέπει να κατευθύνονται αποκλειστικά σε παραγωγικές υποδομές και όχι σε λειτουργικές δαπάνες, ώστε να δημιουργούν μακροπρόθεσμη υπεραξία και εξοικονόμηση. 

Τρίτον, κάθε δανειακή κίνηση οφείλει να έχει θετικό οικονομικό ισοζύγιο, δηλαδή τα αναμενόμενα οφέλη να ξεπερνούν σε αξία το συνολικό κόστος τόκων και αποπληρωμής. 

Μόνο έτσι ο δανεισμός γίνεται επένδυση για το αύριο και όχι υποθήκη για το μέλλον. Επί του συγκεκριμένου – αν οι δάνειοι πόροι εξοικονομήσουν ενέργεια, μειώσουν κόστη, δημιουργήσουν μακροπρόθεσμη υπεραξία θα αποδειχθεί σωστή επιλογή. Αν γίνουν μικρά έργα συντήρησης, πλακάκια και παγκάκια – όσο χρήσιμα και αν είναι αυτά – τότε τα αναγκαστούμε να τα αλλάξουμε άλλες 2-3 φορές μέχρι να αποπληρωθεί το δάνειο.  

Εν κατακλείδι

Το δάνειο είναι μια πιστωτική κάρτα με καλούς σχετικά όρους. Το πώς θα την χρησιμοποιήσει η πόλη είναι το ζήτημα. Για αυτόν που το ζητά και το συνάπτει υποδηλώνει αυτοπεποίθηση και βολονταρισμό. «Θέλω, ξέρω και μπορώ». Για εκείνους που προβληματίζονται από την επιλογή σε στρατηγικό επίπεδο υπάρχει πολιτικός χώρος. Μπορούν και οφείλουν να παρακολουθούν στενά την αξιοποίηση των πόρων και με σκληρό ροκ να αναδείξουν τις όποιες πιθανές αστοχίες. Τέλος – ένας μικρός κίνδυνος που πρέπει να αποφευχθεί είναι ο εφησυχασμός αντί της διεκδίκησης πόρων. Πρέπει όλοι όσοι αγαπούν την πόλη σε αυτό να ομονοούν – συνεχές pressing για περισσότερα, εδώ και τώρα. Πέρα και πάνω από κυβερνήσεις και κόμματα. Η υπόθεση της Θεσσαλονίκης είναι υπόθεση εθνική.


Το άρθρο δημοσιεύτηκε ΕΔΩ

Παρασκευή 8 Αυγούστου 2025

Η Χαλκιδική (δεν πρέπει να) δείχνει τον δρόμo, άρθρο στη Voria.gr



Η Χαλκιδική, ένα από τα εμβληματικότερα τουριστικά θέρετρα της Βόρειας Ελλάδας, βρίσκεται σήμερα αντιμέτωπη με ένα σύνθετο φαινόμενο υπαρξιακού χαρακτήρα: την υπερφόρτωση των φυσικών, κοινωνικών και τεχνικών της υποδομών σε ένα πλαίσιο ανεξέλεγκτου τουριστικού προσανατολισμού και απουσίας μακρόπνοου σχεδιασμούΟ προβληματισμός πολλών για την εξέλιξη του τόπου ήταν έκδηλος από καιρό. Κάποιοι -λίγοι- τα αναγνώριζαν, τα επισήμαιναν, τα παρατηρούσαν και διατύπωναν ανησυχίες. Η οικονομική κρίση και η συνολική καθίζηση της χώρας όμως καθιστούσε τον οποιοδήποτε προβληματισμό σχεδόν φιλολογική συζήτηση. Λογικό, αναμενόμενο και εν μέρει φυσιολογικό. Primum vivere, deinde philosophari λέγαν οι Λατίνοι. Η λογική του «να ανέβουμε οικονομικά όπως όπως, να ανασάνουμε, να τζιράρουμε, να προσελκύσουμε επισκέπτες, επενδύσεις» κυριάρχησε σε μια περίοδο που αντικειμενικά δεν υπήρχαν πολλές εναλλακτικές. 

Πέρυσι όμως με αφορμή το τραγικό δυστύχημα στο -κατ’ ευφημισμό- λούνα παρκ στο Πευκοχώρι σα να τραβήχτε μια κουρτίνα και έξαφνα όλοι αντικρίσαμε μια μάλλον αποκρουστική κατάσταση. Μια πραγματικότητα που όσοι την επισκεπτόμασταν, την βλέπαμε, αλλά δεν εστιάζαμε σε αυτήν.  Από το γιατί και πώς αδειοδοτήθηκε –ρευματοδοτήθηκε– (δεν) ελέγχθηκε μία εγκατάσταση και είχαμε νεκρό η δημόσια συζήτηση σταδιακά, αλλά γρήγορα, εξαπλώθηκε σε μια σειρά άλλων εξίσου καίριων ερωτημάτων.  Φέτος, οι αναφορές, τα άρθρα γνώμης και τα ρεπορτάζ είναι πολλαπλάσια και περιγράφουν μια μάλλον οριακή κατάσταση. Διαβάζοντάς τα κανείς αντιλαμβάνεται ότι η Χαλκιδική κινδυνεύει να γίνει αντιπαράδειγμα, περίπτωση προς αποφυγή και τόπος που σταδιακά διολισθαίνει και χάνει κάθε προοπτική βιώσιμης ανάπτυξης. 

Το 2025 δεν είναι 2015, το «ανάπτυξη με κάθε κόστος» (θα όφειλε να) έχει δώσει τη θέση του στο «ανάπτυξη με όρους και προϋποθέσεις». Η παγκόσμια συζήτηση για τον τουρισμό και τις παραμέτρους είναι πολύ πιο ώριμη, η κλιματική κρίση φανερώνει κάθε χρόνο το μέγεθος της πραγματικής πρόκλησης, οι υποδομές ανθεκτικότητας δεν ακολουθούν με ικανοποιητικό ρυθμό και οι αδυναμία βαθμίδων της ελληνικής Πολιτείας να ανταποκριθεί στα δεδομένα παραμένει δυστυχώς σταθερά.

Τα προβλήματα είναι ανησυχητικά πολλά – το πιο ανησυχητικό είναι όμως ότι δεν φαίνεται να ανησυχεί κανένας. Πώς αλλιώς να μιλήσει κανείς για έναν τόπο που αντιμετωπίζει προβλήματα λειψυδρίας το καλοκαίρι και ταυτόχρονα παρατηρείται αύξηση 145% των πισίνων; Και αν αυτό παρατηρείται στο ζωτικής σημασίας ζήτημα των υδάτινων πόρων, αν δηλαδή δεν μπορεί να υπάρχει σχεδιασμός και μέτρα για το νερό, έχει αξία να μιλήσουμε για την ενέργεια, την αποκομιδή απορριμμάτων, τον αιγιαλό, την Πολιτική Προστασία, τις μεταφορές και μετακινήσεις, τη στάθμευση, την δημόσια υγεία, την ασφάλεια κ.ο.κ

Προσέξτε!! Και ακόμη δεν έχουμε αναφερθεί στο επίσης σημαντικό ζήτημα της μονοκαλλιέργειας του τουρισμού που συνιστά παγίδα για την αναπτυξιακή προοπτική ενός τόπου. Εκεί δηλαδή που παλαιότερα θα έβρισκε κανείς ελαιώνες, άλλες αγροτικές παραγωγές, κτηνοτροφία, αλιεία, μικρομεσαίες βιοτεχνικές δραστηριότητες, σήμερα βρίσκει τουριστικά καταλύματα και εστίαση- διασκέδαση. Εκτοπίζονται οι πρώτες και κυριαρχούν οι δεύτερες. Μονοκαλλιέργεια χωρίς γεωργική, περιβαλλοντική και πολιτιστική ισορροπία. Η απουσία όμως πολυκλαδικότητας στην τοπική οικονομία καθιστά σήμερα την περιοχή ιδιαίτερα ευάλωτη σε διακυμάνσεις της τουριστικής ζήτησης, είτε λόγω κλιματικών φαινομένων, είτε λόγω γεωπολιτικών ή υγειονομικών κρίσεων. Ταυτόχρονα ωθεί το μεγαλύτερο μέρος του εργατικού δυναμικού σε εποχιακές, επισφαλείς, και συχνά χαμηλής προστιθέμενης αξίας υπηρεσίες. Αυτή και αν φαντάζει μια φιλολογική –φιλοσοφική συζήτηση– το αντιλαμβάνομαι. 

Από εδώ και κάτω ας μιλήσουμε επιγραμματικά: 

1. Τι μέγεθος πίεσης δέχεται η περιοχή – υπερτουρισμός και εξάντληση πόρων

Η Χαλκιδική το καλοκαίρι φιλοξενεί έως και 1,5 εκατομμύριο επισκέπτες, δηλαδή περίπου 15 φορές περισσότερους από τον μόνιμο πληθυσμό των 100 χιλιάδων. Αυτή η συγκέντρωση προκαλεί υπερφορτώσεις στα δίκτυα ύδρευσης, ηλεκτρικής ενέργειας και επεξεργασίας λυμάτων –με blackout, ελλείψεις νερού και βλάβες στα βιολογικά καθαριστικά συστήματα. Η λειψυδρία αναγκάζει δήμους να τεθούν σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης μέχρι και το Σεπτέμβριο, με προτάσεις για άμεση εφαρμογή αφαλάτωσης. Επιλογή όμως που απαιτεί σχέδιο και πόρους. Με δυο λέξεις -περιβάλλον και φέρουσα ικανότητα στο όριο

2.Υπερτουρισμός και οικονομικές επιπτώσεις – όταν το πλήθος δεν φέρνει κέρδος

Παρά την αύξηση επισκεπτών, οι επιχειρηματίες εκφράζουν προβληματισμούς. Ανώφελος μαζικός τουρισμός, χαμηλότερη κατά κεφαλήν δαπάνη. Αν ανεβαίνουν οι αριθμοί αλλά μικραίνουν οι τζίροι τότε υπάρχει πρόβλημα.

3. Υποδομές

Η έντονη εποχικότητα επιβαρύνει εκρηκτικά τις ήδη ανεπαρκείς υποδομές. Υπάρχει όμως ένα ερώτημα. Μπορούμε και πρέπει να κάνουμε υποδομές για 1,5 εκατομμύριο ανθρώπους για 2,5 μήνες το χρόνο; Είναι λογικό και εφικτό; Ποιος θα τις χρηματοδοτήσει; Μήπως στα Μουδανιά ή στην Ποτίδαια να πληρώναμε όλοι ένα τέλος υπέρ της βιωσιμότητας του τόπου που θα χρηματοδοτούσε τις υποδομές; Πολλοί ανά τον κόσμο το κάνουν.

4. Διακυβέρνηση - οι δήμοι δεν μπορούν

Υποστελεχωμένοι και υποχρηματοδοτούμενοι δεν μπορούν σίγουρα. Το βλέπουμε. Αλλά ακόμη και αν δεν ήταν σε αυτήν την κατάσταση ισχυρίζομαι ότι και πάλι δεν θα μπορούσαν. Οι προτεραιότητες ενός σταθερά μικρού εκλογικού σώματος είναι δύσκολο να ενσωματώσουν ευρύτερες προβληματικές έγκαιρα και ολιστικά. Από την άλλη το σταθερό διοικητικό έλλειμα ανατροφοδοτεί την απουσία μακροπρόθεσμου σχεδιασμού και ο κύκλος γίνεται φαύλος. Κάποιος όμως πρέπει να τον σπάσει. Για αρχή, θα εκτιμώνταν μια γενναία παραδοχή της αδυναμίας –δεν είναι κακό το «δεν μπορούμε»- κακό είναι το «δε βαριέσαι».  Το πρώτο οδηγεί σε λύση –το δεύτερο σε τέλμα.

Αναγκαία η πολιτική αλλαγή υποδείγματος

Η περίπτωση της Χαλκιδικής είναι η επιτομή της ανάγκης για αλλαγή αναπτυξιακού παραδείγματος, τόσο σε τοπικό όσο και σε εθνικό επίπεδο. Ας αφήσουμε όμως τα βαρύγδουπα. Μπορείτε για τις πισίνες να μαζεύετε το βρόχινο νερό ή να γεμίζετε δεξαμενές το χειμώνα; Μπορείτε να νοικιάσετε 2 χωραφάκια πριν και έξω από κάθε χωρίο να σταθμεύουν οι επισκέπτες; Μπορείτε να βάλετε παντού υπόγειους κάδους, κολονάκια και σαμαράκια; Είναι και αυτά θεμέλια της αλλαγής. Μη σας πω ίσως και τα πιο σημαντικά για την ώρα.

Γιατί να έχουμε τα πιο παλιά αυτοκίνητα στην Ευρώπη; άρθρο στη Voria.gr



Πριν δούμε τα επίσημα στοιχεία έχει αξία να μιλήσουμε εμπειρικά. Όποιος έχει βρεθεί σε παραθαλάσσιο παραθεριστικό κέντρο στη Bόρεια Ελλάδα ας παρατηρήσει τα οχήματα των βαλκάνιων γειτόνων μας και μετά τα δικά μας, των Ελλήνων. Θα δει τους γείτονες να κυκλοφορούν με πολυτελή ή και υπερπολυτελή οχήματα, πολλά εξ αυτών τύπου τζιπ, αξίας πολλών δεκάδων χιλιάδων ευρώ και σε αντιδιαστολή τα οχήματα του μέσου Έλληνα να είναι κατά κανόνα άνω των 10-15 ετών. Μα καλά θα πει κανείς «τι συγκρίνεις – στην Ελλάδα έρχονται για διακοπές οι έχοντες και κατέχοντες των Βαλκανίων». Όμως για θυμηθείτε λίγα χρόνια πριν – έως και δεκαετίες. Οι βαλκάνιοι γείτονες και τότε ερχόντουσαν στα μέρη μας με αμαξάκια παλιατζούρες και φορτωμένα πορτ- μπαγκάζ με μαναβική και αλκοόλ από τον τόπο τους. Η εικόνα αυτή έχει αλλάξει δραματικά.

Πάμε τώρα να δούμε τα στοιχεία και όχι τις εικασίες και τις απόψεις. Η Ένωση Ευρωπαίων Κατασκευαστών Αυτοκινήτων (ACEA) έδωσε στη δημοσιότητα τα επίσημα στοιχεία αναφορικά με τα οχήματα που κυκλοφορούν στους δρόμους της Ευρώπης. Για το 2023 ο στόλος επιβατικών αυτοκινήτων της ΕΕ αυξήθηκε κατά 1,4% σε σύγκριση με το 2022, φτάνοντας σχεδόν τα 249 εκατομμύρια αυτοκίνητα. Και στην Ελλάδα παρατηρείται το ίδιο - το 2023 τα αυτοκίνητα που κυκλοφορούσαν στους δρόμους αυξήθηκαν κατά 2,1% σε σχέση με αυτά το 2022, αύξηση για πέμπτη συνεχόμενη χρονιά. Μέχρι εδώ τα θετικά.

Η Ελλάδα και το 2023 διατήρησε την αρνητική πρωτιά στο να έχει τον γηραιότερο στόλο οχημάτων και μάλιστα σε περισσότερες από μία κατηγορίες. Το 2023 τα αυτοκίνητα της ΕΕ ήταν κατά μέσο όρο 12,5 ετών, όμως στην Ελλάδα ο μέσος όρος ήταν στα 17,5 χρόνια, που ήταν και ο μεγαλύτερο από τις χώρες της ΕΕ.
Με 17,5 ετών αυτοκίνητα στους ελληνικούς δρόμους λογικά θα πρέπει να προβληματιστούμε εντόνως. Τι σημαίνει αυτό το 17,5; Σημαίνει ότι αυτοκίνητα της δεκαετίας του 2000 κυριαρχούν στις ελληνικές πόλεις και χωριά. Έχει νόημα να μιλήσουμε για περιβαλλοντικούς όρους, για ατμοσφαιρική ρύπανση, για επίτευξη φιλόδοξων περιβαλλοντικών στόχων; Ή μήπως έχει νόημα να μιλήσουμε για ενεργητική και παθητική ασφάλεια, για το κόστος των δυστυχημάτων και των ατυχημάτων και το κόστος συντήρησης αυτών των οχημάτων.

Δεν έχει κανένα νόημα καμία συζήτηση εάν δεν καταφέρουμε μέσα σε μια δεκαετία να πιάσουμε τον μέσο όρο της Ευρώπης. Θα συνεχίσουμε να αναπνέουμε ντουμάνια – ειδικά οι Θεσσαλονικείς θα έπρεπε να είμαστε πιο ευαίσθητοι σε αυτό γιατί η πόλη μας ασφυκτιά και τρώει πρόστιμα για την ποιότητα του αέρα-, θα συνεχίσουμε να πληρώνουμε βαρύ φόρο αίματος αλλά και μεγάλα κόστη τραυματιών και περίθαλψης.

Τρία σημεία για το ζήτημα

Πρώτο, το ΙΧ στην Ελλάδα είναι δυστυχώς αναγκαία προϋπόθεση μετακίνησης λόγω της καχεξίας των υποδομών στη συγκοινωνία και τη μετακίνηση αλλά και των τιμών που την χαρακτηρίζουν.

Δεύτερο, κάποια στιγμή η απόκτηση μεταχειρισμένου οχήματος από την Ενιαία Ευρωπαϊκή Αγορά θα πρέπει να πάψει να τιμωρείται με κόστος εκτελωνισμού, όπως σε όλες τις υπόλοιπες χώρες τις Ευρώπης.

Τρίτο, οι (ευρωπαϊκές κυρίως) αυτοκινητοβιομηχανίες εκτιμώ ότι έχουν αντιληφθεί ότι τα οχήματα που προσφέρουν στην αγορά είναι πολύ ακριβά για τον μέσο Ευρωπαίο, πόσο δε μάλλον για τον Έλληνα. Θα πρέπει να συνέλθουν και να συγκρατήσουν την τιμολογιακή τους πολιτική εάν δεν θέλουν να δουν πλημμυρίδες κινεζικών και ινδικών αυτοκινήτων στους ευρωπαϊκούς δρόμους.  

Τετάρτη 23 Ιουλίου 2025

Είναι εφικτό το ελληνικό καλοκαίρι για τον Έλληνα; άρθρο στη Voria.gr


 Σε μία χώρα με 15.000 χιλιόμετρα ακτογραμμής, η ερώτηση (θα έπρεπε να) ισούται με τον αν οι Εσκιμώοι μπορούν να έχουν πάγο για το ποτό τους. Και όμως στην περίπτωσή μας τίθεται πλέον πολύ σοβαρά το ερώτημα του τίτλου καθώς όπως όλα δείχνουν αρκετοί Έλληνες δεν κάνουν και δεν θα κάνουν διακοπές. Πολλοί εξ όσων θα κάνουν ίσως επιλέξουν το εξωτερικό γιατί είναι φθηνότερη επιλογή. Αλλά είναι και κάτι ακόμη – τι σημαίνει διακοπές; Πόσες ημέρες ανάπαυσης θεωρούνται ικανοποιητικές για να μιλήσουμε για διακοπές. Αν κοιτάξουμε προηγούμενες δεκαετίες, διακοπές θεωρούνταν τουλάχιστον 15 ημέρες παραθέρισης – συν τω χρόνω αυτό μειώνεται συνεχώς με αποτέλεσμα οι 2 και 3 ημέρες τον Δεκαπενταύγουστο να θεωρούνται καλοκαιρινές διακοπές. 

Πάμε να δούμε τα στοιχεία για να μιλάμε πάντοτε με βάση τα δεδομένα και όχι εικασίες. Ας δούμε τι λέει η Eurostat: Το 2024, το 27,0% του πληθυσμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης ηλικίας 16 ετών και άνω δεν μπορούσε να αντέξει οικονομικά μία εβδομάδα ετήσιων διακοπών μακριά από τον τόπο διαμονής του. Το ποσοστό αυτό μειώθηκε κατά 1,5 ποσοστιαία μονάδα σε σχέση με το 2023 και είναι σημαντικά χαμηλότερο (κατά 10,6 ποσοστιαίες μονάδες) σε σύγκριση με το 2014. Οι χώρες με τα υψηλότερα ποσοστά ανθρώπων που δεν μπορούσαν να αντέξουν οικονομικά μια εβδομάδα διακοπών ήταν: Ρουμανία: 58,6%, Ελλάδα: 46%, Βουλγαρία: 41,4%. Αντίθετα, οι χώρες με το χαμηλότερο ποσοστό ήταν: Λουξεμβούργο: 8,9%, Σουηδία: 11,6%, Ολλανδία: 13%. Σημειώνουμε εδώ ότι η Ελλάδα βρίσκεται σε χειρότερη θέση από το 2023, καθώς από την 4η «σκαρφάλωσε» στη δεύτερη χειρότερη θέση. Γιατί όμως συμβαίνει αυτό; Ποιες είναι εκείνες οι αλλαγές σε οικονομία, κοινωνία, εργασία και εισόδημα που έχουν καταστήσει την παραθέριση όνειρο θερινής νυκτός. 

Πρώτη και κυρίαρχη αιτία είναι η χαμηλή αγοραστική δύναμη των Ελλήνων. Μετά την υπερδεκαετή κρίση – χρεωκοπία για να λέμε τα πράγματα με το όνομά τους – και την απώλεια σχεδόν 30% του ΑΕΠ είμαστε φτωχοί. Αυτό δεν αλλάζει ούτε εύκολα ούτε γρήγορα. Μάλιστα είμαστε στις τελευταίες θέσεις της ΕΕ – ασήμαντο αν είμαστε τελευταίοι, προτελευταίοι ή τρίτοι από το τέλος. 

Δεύτερη αιτία είναι ο πληθωρισμός – αυτό που λέμε και καταλαβαίνουμε ως ακρίβεια. Τα πάντα είναι ακριβά. Διαμονή, βενζίνη, διόδια, ακτοπλοϊκά, αεροπορικά, εστίαση, διασκέδαση – όλα κινούνται τα τελευταία χρόνια δυσανάλογα ανοδικά σε σχέση με το εισόδημα. Αυτό οφείλεται σε πολλούς παράγοντες. Η διάρθρωση της ελληνικής οικονομίας, η υπερβολικά και σταθερά υψηλή έμμεση φορολογία, η δομική αβεβαιότητα του επιχειρείν που οδηγεί σε λογικές «εδώ και τώρα κέρδος» γιατί ποιος ξέρει του χρόνου πού και πώς θα είμαστε, έχουν μετατρέψει την Ελλάδα σε έναν σχετικά ακριβό προορισμό. Παράλληλα όμως αυτό επιδρά και στους πολίτες – η έλλειψη οικονομικής ασφάλειας αποτρέπει ακόμη και εκείνον που πιθανά θα μπορούσε να κάνει διακοπές καθώς προτεραιοποιεί την ικανοποίηση άλλων αναγκών. Και αυτός όμως που τελικά θα πάει διακοπές δεν μπορεί να δαπανήσει πολλά – και αυτό αποτυπώνεται στα στοιχεία αλλά και εμπειρικά. «Έχουν χαθεί οι Έλληνες από ταβέρνες και ξενοδοχεία» είναι η νέα επωδός των επαγγελματιών τουρισμού. Γιατί άραγε;

Τρίτη αιτία είναι ο χρόνος εργασίας του Έλληνα. Και εδώ οι στατιστικές φανερώνουν πως ο Έλληνας εργάζεται σχετικά περισσότερες ημέρες και ώρες ετησίως συγκριτικά με τον μέσο Ευρωπαίο. Το αν η παραγωγικότητα τη εργασίας αυτής είναι συγκρίσιμη με των άλλων είναι ζήτημα άλλου σημειώματος και πάντως όχι αποκλειστική ευθύνη του εργαζόμενου. Οι ώρες και οι ημέρες παραμένουν πολλές.

Μια τέταρτη πιθανά αιτία είναι η αλλαγή στην κατοικία. Παλαιότερα ένα σημαντικό ποσοστό Ελλήνων είχε μια εξοχική κατοικία, πατρικό κ.ο.κ για ιδία χρήση. Πολλές από αυτές τις κατοικίες στα χρόνια της κρίσης είτε πωλήθηκαν είτε μετατράπηκαν σε κατοικίες βραχυχρόνιας μίσθωσης στερώντας τη δυνατότητα αξιοποίησης από τους κύριους των ακινήτων. Αλλά και συμπληρωματικά αυτού, έχει επέλθει και μια άλλη αλλαγή – ποιοτικής φύσης. Τα δημόσια αγαθά περιορίζονται, εμπορευματοποιούνται και η πρόσβαση σε αυτά δυσκολεύει. Αιγιαλοί και παραλίες έχουν γίνει πεδίο επιχειρηματικής δραστηριότητας που κατά περιπτώσεις υπερβαίνει τα συμφωνηθέντα. Αυτό είναι ένας ακόμη αποτρεπτικός παράγοντας.


Σε κάθε περίπτωση, αυτό που ακροθιγώς αναλύουμε στο παρόν, είναι ένα ευρύτερο ζήτημα και αφορά κυρίαρχα την κατάληξη μιας σταδιακής αλλαγής της ελληνικής οικονομίας που αγγίζει πολλά περισσότερα πεδία από τις διακοπές στην Ελλάδα. Γιατί μετά τις διακοπές, υπάρχει μια σειρά άλλων ζητημάτων – στέγη, πόλη και δημόσιος χώρος, φυσικό περιβάλλον, υποδομές, ανθεκτικότητα και βέβαια κατανάλωση και κοινωνική συνοχή.

Το άρθρο δημοσιεύτηκε στη Voria.gr

Τρίτη 20 Μαΐου 2025

Τα μεγάλα «πρέπει» του ΠΑ.ΣΟ.Κ, άρθρο στο the Opinion.gr

 


Η συζήτηση για το ΠΑ.ΣΟ.Κ και την καχεξία των δημοσκοπικών του ποσοστών είναι πληθωρική – οριακά πληθωριστική. Έχουν ειπωθεί και γραφτεί σχεδόν τα πάντα, όχι πάντοτε τα ίδια καθώς όλες οι αναλύσεις χωρίζονται σε δύο κεντρικές διακριτές στρατηγικές. Η μία το εγκαλεί ότι δεν είναι επαρκώς κεντρώο και άρα αξιόπιστη εναλλακτική διακυβέρνησης και η άλλη ότι δεν είναι επαρκώς αντιπαραθετικό και ανταγωνιστικό προς τη Νέα Δημοκρατία και δεν το εμπιστεύονται όσοι την απορρίπτουν. Προσωπικά συντάσσομαι με την δεύτερη για πολλούς, πολιτικούς – ιστορικούς – αριθμητικούς λόγους.

Το βασικό ερώτημα που δεν έχει απαντήσει το ΠΑ.ΣΟ.Κ επαρκώς είναι ένα και απλό. Ποιον κόσμο θέλει να εκπροσωπήσει; Ποια είναι και από ποιους αποτελείται η δυνητική πολιτική και κοινωνική συμμαχία που μπορεί να το καταστήσει κόμμα εξουσίας; Εάν το απαντήσει καθαρά, ενσυνείδητα, προταγματικά και αδιαμφησβήτητα, όλα τα επόμενα υπό-ερωτήματα απαντώνται πολύ πιο εύκολα. Με αυτήν την προσέγγιση του προβλήματος ΠΑ.ΣΟ.Κ επιχειρώ να απαριθμήσω τα μεγάλα «πρέπει» για το κόμμα αυτό. 

1 Το ΠΑ.ΣΟ.Κ πρέπει να στραφεί στα αστικά κέντρα και στις παραγωγικές ηλικίες. Δεν νοείται ευρωπαϊκό σοσιαλιστικό κόμμα χωρίς δυνάμεις σε αυτά τα τμήματα του εκλογικού σώματος. Ο εκλογικός και δημοσκοπικός χάρτης αποτυπώνει την πραγματικότητα – το κόμμα έχει ή διατηρεί δυνάμεις στην επαρχία και στους babyboomers. Αυτό κάπως πρέπει να αλλάξει.

2.      2 Πρέπει να συναρθρώσει τις προγραμματικές του επεξεργασίες σε ένα στοιχειωδώς αντιληπτό ως ενιαίο σύνολο θέσεων, ως ένα σώμα, με σαφείς προτεραιότητες και να σταματήσει την αποσπασματική παρουσίαση θέσεων, παρασυρμένο από την ατζέντα της επικαιρότητας και των επικοινωνιακών πολιτικών πρωτοβουλιών της κυβέρνησης. Η πολιτική πρόταση του ΠΑ.ΣΟ.Κ πρέπει να παρουσιάσει καθαρά ποιος θα κερδίσει από την πολιτική του και ποιος θα χάσει. Αν κανείς δεν χάνει τίποτε, τότε κανείς δεν κερδίζει κάτι – και αυτό το εκλογικό σώμα το καταλαβαίνει. Εισόδημα, στέγη, υγεία, ακρίβεια είναι τα πεδία που πρέπει να βρίσκονται καθημερινά στο επίκεντρο.

3.   3 Η πολιτική του πρόταση πρέπει να είναι όσο το δυνατόν πιο απλή και ξεκάθαρη γίνεται. Πρέπει να στοχεύει ακριβώς εκεί που αποτυχαίνει η Νέα Δημοκρατία. Οι ανωτέρω προτεραιότητες πρέπει να απαντούν σε πραγματικά αιτήματα του πραγματικού κόσμου. Το 2025 υπάρχει ένας ωκεανός ανθρώπων στη χώρα που είτε είναι, είτε αισθάνονται «μη προνομιούχοι». Αισθάνονται ότι οι εξελίξεις δεν τους συμπεριλαμβάνουν, ότι μένουν πίσω, ότι το ασανσέρ της ανοδικής κοινωνικής κινητικότητας έχει (από χρόνια) χαλάσει αλλά και μάλλον κανείς δεν θέλει να το φτιάξει. Το ΠΑ.ΣΟ.Κ πρέπει να υποσχεθεί ότι θα το φτιάξει, αλλιώς δεν έχει νόημα να το ψηφίσει κανείς.

4.     4 Ηγετική ομάδα, προβεβλημένα στελέχη αλλά και κομματικό σώμα πρέπει να αντιληφθούν ότι το κόμμα δεν βρίσκεται στο 1996, δηλαδή σε μία ιστορική και πολιτική φάση μετεξέλιξης. Τότε, ήταν και παρέμενε κόμμα εξουσίας – κέρδιζε με 45% τις εκλογές και τις έχανε με 40%. Το ιστορικό ανάλογο του έργου που έχουν μπροστά τους είναι η δεκαετία του 1970 και η πρώιμη Μεταπολίτευση. Πρέπει να δημιουργήσουν την παράταξη, να «φτιάξουν» ξανά έναν χώρο με κοινωνική – ταξική – πολιτική – πολιτισμική ευρυχωρία. Αυτό σημαίνει όμως δουλειά – αφοσίωση – τρέξιμο – λιώσιμο παπουτσιών, εμφανώς δύσκολο για millennials που μάθανε την πολιτική μέσα από τα δελτία των 8 των 00s. O Ανδρέας των 70s είχε γυρίσει σε κάθε χωριό της χώρας τουλάχιστον 3 φορές.

5.    5 Το ΠΑ.ΣΟ.Κ στον τομέα αυτού που λέμε «Επικοινωνία» και πολιτικός λόγος πρέπει να ξαναγίνει άμεσα ΠΑ.ΣΟ.Κ και να σταματήσει να είναι ΚΚΕ Εσωτερικού. Μιλάμε πάντοτε επικοινωνιακά και υφολογικά. Πρέπει να μιλά προταγματικά, να ξαναβάλει στο λόγο του πάθος, έμπνευση, φρέσκες ιδέες, λαϊκότητα έως και  εργαλειακά όψεις λαϊκισμού. Το ΚΚΕ Εσωτερικού διαχρονικά είχε ορισμένες από τις πιο ενδιαφέρουσες ιδέες, στην κάλπη όμως ήταν 1-2% και το ΠΑ.ΣΟ.Κ 48%.

6.    6 Πρέπει να αξιοποιήσει άμεσα, μέσα από εσωτερικές υπερβάσεις, όλο το στελεχιακό του δυναμικό, να αναβαθμίσει την κομματική του λειτουργία, να διευρύνει την εσωκομματική του δημοκρατία και να αφήσει πίσω του εσωτερικούς διαχωρισμούς της πλάκας, άνευ σημασίας. Το ΠΑ.ΣΟ.Κ του 8% -10% είναι αδειανό πουκάμισο – δεν έχει νόημα να κυριαρχεί κάποιος στο εσωτερικό ενός κόμματος που νομοτελειακά, εάν δεν κάνει την υπέρβαση θα συρρικνωθεί.

7.  7 Η ηγεσία του ΠΑ.ΣΟ.Κ πρέπει να καταβάλει – διανοητικά αλλά και διαισθητικά- ένα και μόνο πράγμα. Το πρωί, μπαίνοντας στη Χαριλάου Τρικούπη, κάθεται στην καρέκλα που καθόταν ο Ανδρέας Παπανδρέου. Εάν αυτό αντιληφθεί τι σημαίνει πολιτικά, ιστορικά, στρατηγικά, εάν καταλάβει τί ήταν αυτό που πέτυχε ο Παπανδρέου από τα μέσα της δεκαετίας του 1960 μέχρι τα μέσα αυτής του 1990, τότε τα ερωτήματα και οι ασάφειες θα μετατραπούν μαγικώ τω τρόπω σε απαντήσεις και διαύγεια.

Η  H ιστορία δεν περιμένει ποτέ κανέναν. Τα παράθυρα ευκαιρίας ανοίγουν αλλά και κάποια στιγμή κλείνουν – ο χρόνος δεν είναι δωρεάν, ούτε οι τετραετίες στραγάλια προς κατανάλωση. Όταν οι οικονομικές και πολιτικές συνθήκες είναι ώριμες τότε η απαίτηση για μια εναλλακτική πρόταση διακυβέρνησης είναι επιτακτική.

Κυριακή 11 Μαΐου 2025

Χωράει ένας Βενιζέλος στο tiktok; Ή αλλιώς, πολιτική σε 15 δευτερόλεπτα, άρθρο στην στην ΚΥΡΙΑΚΑΤΙΚΗ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ της 11/5/2025

 


Τον Ευάγγελο Βενιζέλο μπορεί να τον θαυμάζεις ή να τον μισείς. Μπορείς να αξιολογείς τη δημόσια πολιτική παρουσία του θετικά, αρνητικά ή ισορροπημένα. Αυτό που μπορείς όμως να παραδεχθείς είναι η ρητορική του δεινότητα, η ευρυμάθεια, η δυνατότητα σύνθεσης πολλών και διακριτών επιπέδων στη σκέψη και στο λόγο του, η αναλυτική σκέψη και η ακριβολογία του – η δυνατότητά του να αποτυπώσει και να μετατρέψει μια σύνθετη σκέψη σε λόγο. Όλα αυτά τα θυμήθηκα βλέποντας προ αρκετών ημερών την συνέντευξή του στην εκπομπή του Mega Channel «Μεγάλη Εικόνα» της δημοσιογράφου Νίκης Λυμπεράκη. Προσωπικά την απόλαυσα. Την είδα μία live και μία στο youtube με ένα ποτό στο σπίτι – περί ορέξεως κολοκυθόπιτα. Ως εδώ οκ – το θέμα του άρθρου δεν είναι ο Βενιζέλος, ούτε η αποτίμηση του έργου του. Όπου στο έργο καταφανώς εντάσσεται και ο λόγος καθότι ο τελευταίος διαμορφώνει πεποιθήσεις.

Ακούγοντάς τον με κυρίευσε ένα κεντρικό ερώτημα. Στην εποχή του tik tok, του videoclip-ίστικου λόγου και ύφους, στην εποχή του επικοινωνισμού, της κοπτοραπτικής των video και της αποδόμησης των όποιων πολιτικών αντιπάλων, χωρά ένας τέτοιος λόγος – ας τον πούμε βενιζελικός – στην ελληνική δημόσια σφαίρα; Ποιες είναι οι παράμετροι του δημοσίου διαλόγου ή ευρύτερα της πολιτικής επικοινωνίας και πως αυτές διαμορφώνονται; Και εν τέλει που μας οδηγούν; 

Όλοι σήμερα πίνουν νερό στο σύντομο – κοφτό μήνυμα. «Πες το κοφτά, σε 15 δεύτερα, αλλιώς ο άλλος σκρολάρει και πάει στο επόμενο βίντεο». Ε μα τι να πω σε 15 δεύτερα; Να αναλύσω την οικονομική πολιτική και τις επιπτώσεις της; Το στεγαστικό ζήτημα και τις επηρεαζόμενες από αυτό παραμέτρους; Ακόμη και τα γηπεδικά συνθήματα που γράφουν ιστορία έχουν στίχους και διαρκούν κανένα λεπτό τουλάχιστον – έχουν μια αρχή μέση και τέλος, αφηγούνται μια ιστορία νίκης, πάθους και ταύτισης.

Και όμως, κόντρα στη ροή των τεχνικών της επικοινωνίας, όταν βρίσκομαι μπροστά σε έναν λόγο ποιοτικό, αναλυτικό, εμβρυθή και πλουραλιστικό, σε έναν λόγο που αξιοποιεί τις δυνατότητες της ελληνικής γλώσσας και ως δέκτης γίνομαι κοινωνός του, νιώθω ότι «ξεδιψάω». Κατασβήνει την «δίψα» μου για κατανόηση, για συσχέτιση, για αναλυτική προσέγγιση. Γνωρίζω ότι αυτός ο λόγος δεν είναι εμπορικός. Χρειάζεται όμως κάθε πολιτικός λόγος να είναι με τη ρηχή του όρου έννοια εμπορικός; Όταν από βήμα του ελληνικού κοινοβουλίου για παράδειγμα απουσιάζει ένας λόγος με αυτά τα μη εμπορικά χαρακτηριστικά, δεν νιώθουμε όλοι μιαν απελπισία; Τη νιώθουμε. Και όσοι έχουμε και μια ανάμνηση από παλαιότερες εποχές αναρωτιόμαστε για την κατάπτωση του λόγου. Το ίδιο και στην αρθρογραφία – άρθρα με το κιλό που στο τέλος τους δεν αφήνουν ούτε μίαν επίγευση.

Το γιατί συμβαίνει αυτό μπορούμε να το αναλύσουμε και έχουμε να πούμε πολλά. Πολλά για τα social media, την καθημερινότητα του ατόμου, την εγγενή αποστροφή για την πολιτική και την αναξιοπιστία των θεσμών. Πλάι όμως σε αυτά πρέπει να πούμε και για την μη λειτουργία των κομμάτων, την αποσάθρωση εκείνων των πολιτικών διεργασιών που δημιουργούσαν τον εμπράγματο χώρο της πολιτικής. Από το καφενείο μέχρι τις συζητήσεις σε αμφιθέατρα και τα πολιτικά talk show, υπήρχε ένας υλικός κόσμος που φιλοξενούσε αυτή τη διαδικασία. Μια διαδικασία παιδευτική και εκπαιδευτική.

Ο λόγος βέβαια δεν είναι μόνον λόγος – είναι κυρίαρχα σκέψη. Αν ο λόγος καταπίπτει, ας μην αισιοδοξούμε για μια διακριτή αντίστροφη πορεία της σκέψης. Καταπίπτει και αυτή. Και όταν καταπίπτει η σκέψη, ακολουθεί η πράξη και πάει λέγοντας. Κάπου είχα διαβάσει την άποψη πως «το μέλλον ανήκει σε όσους μπορούν να διαβάσουν μεγάλα κείμενα» ή κάπως έτσι. Την πιστεύω. Όποιος μπορεί να συγκεντρωθεί, να διαβάσει ένα μακροσκελές, σύνθετο κείμενο, να κατανοήσει τα επιχειρήματα, να διακρίνει τις αποχρώσεις και να επεξεργαστεί το περιεχόμενο σε βάθος, αποκτά ανταγωνιστικό πλεονέκτημα σε σχέση με τη μάζα που αρκείται σε σφηνάκια πληροφορίας. Η συνεχής έκθεση σε επιφανειακή ανάγνωση υπονομεύει τη βαθιά σκέψη.

Ας προσπαθήσουμε τουλάχιστον στα πεδία εκείνα που δεν κανοναρχούνται από τις νόρμες του tik tok να απαιτήσουμε την προσφορά ενός άλλου λόγου. Καλό το tik tok, όχι όμως για τη Βουλή, όχι για όλο το φάσμα της πολιτικής, όχι για όλη την ζωή.

 

Δευτέρα 7 Απριλίου 2025

ΠΑ.ΣΟ.Κ και δημοσκοπήσεις, από άλλη ματιά

 


Η δημοσκοπική άνοδος ''αντισυστημικών'' κομμάτων και η στασιμότητα - ελαφρά πτώση του ΠΑ.ΣΟ.Κ δεν οφείλεται στο γεγονός ότι το τελευταίο φλέρταρε με τον αντισυστημισμό ή λόγω της στάσης του στο ζήτημα των Τεμπών. Οφείλεται στο ότι το ΠΑ.ΣΟ.Κ δεν καταφέρνει να συνομιλήσει με ακροατήρια που έχουν ριζοσπαστικοποιηθεί εδώ και 15 χρόνια. Αυτός ο κόσμος ( ας τον πούμε σχηματικά και με πολλές αναλογίες και συμβάσεις ) του ΟΧΙ του 2015, είναι υπαρκτός και αναζητά έκφραση. Προφανώς όχι ενιαία και συνολική - υπάρχουν και σε αυτό το σύμπαν εμφανείς διαφοροποιήσεις μιας και πέρασαν και 10 χρόνια και πολλές αλλαγές έχουν γίνει ήδη.

Τα Τέμπη ήταν η ευκαιρία ανάδειξης μίας ακόμη μορφής που μπορεί αυθεντικά να γίνει αποδέκτης ενός ποσοστού αυτού του κόσμου. Συσπειρώνει ένα υποσύνολο αυτών και ανεβαίνει δημοσκοπικά.

Το έργο του ΠΑ.ΣΟ.Κ είναι αντικειμενικά πιο δύσκολο διότι ναι μεν έχει έναν κορμό σταθερών ψηφοφόρων περί το 10% που έχουν συγκεκριμένα πολιτικά χαρακτηριστικά και στάσεις που διαμορφώθηκαν στην περίοδο της κρίσης ( σταθερότητα, σοβαρότητα, κεντρώες παραστάσεις και προτάγματα) ΑΛΛΑ ταυτόχρονα πρέπει να απευθυνθεί και σε ακροατήρια με διαφορετικές προσδοκίες και στάσεις. Ο συγκερασμός αυτός είναι δύσκολος, αλλά κατά την άποψή μου μονόδρομος. 

Για να το πούμε αλλιώς - αν το ΠΑ.ΣΟ.Κ για τα Τέμπη πετούσε χαρταετό, θα εξαερωνόταν ή θα επέστρεφε στο 6-7%. Από την άλλη, αν το επόμενο διάστημα δεν καταφέρει αυτόν τον συγκερασμό με πρωτοβουλίες και πολιτικό λόγο που να σχηματοποιεί αυτήν την νέα - επιθυμητή- για το ΠΑ.ΣΟ.Κ συμμαχία, πάλι θα έχει πρόβλημα. Για το κόμμα αυτό δεν υπάρχει η επιλογή της ακινησίας, εάν θέλει να μετασχηματιστεί σε κόμμα εξουσίας ή σε κόμμα κορμό μιας άλλης διακυβέρνησης.

Μια μείζονος σημασίας παρανόηση πολλών, σοβαρών και έγκριτων αναλυτών που κριτικάρουν το ΠΑ.ΣΟ.Κ υποστηρίζοντας ότι λαμβάνει διαζύγιο από την παρακαταθήκη του αυτή της σοβαρότητας και του προασπιστή της σταθερότητας (2012 - 2016) είναι η εξής. Το όλον ΠΑ.ΣΟ.Κ, με πολιτικούς - ιστορικούς - παραταξιακούς όρους ΔΕΝ ΗΤΑΝ μόνον αυτό της περιόδου 2012 - 2016. Αυτή είναι μια παράδοση έκτακτης συνθήκης, επειγοντικού χαρακτήρα την οποία εννοείται ότι μπορεί και πρέπει να την αξιοποιήσει. Το γεγονός ότι ο πυρήνας των υποστηρικτών του, ένα 5-10% έχει αυτές τις θύμισες και τις προτεραιότητες δεν πρέπει να βαραίνει περισσότερο από τις θύμισες και τις πολιτικές του ΠΑ.ΣΟ.Κ του 48%. Και τα δύο ΠΑ.ΣΟ.Κ ήταν, από πολίτες υπερψηφίστηκαν.

Το ΠΑ.ΣΟ.Κ όμως γεννήθηκε - από τα μέσα της δεκαετίας του 60 -  τυπικά το 1974 και εξελίχθηκε έχοντας μονίμως δύο ψυχές. Την εκσυγχρονιστική και την λαϊκοδημοκρατική ή όπως αλλιώς θέλετε ονοματίστε τις. Αν προκρίνει την μία έναντι της άλλης γίνεται ή ΠΟΤΑΜΙ, ή Πλεύση. Δεν πρέπει να θέλει να γίνει τίποτε από τα δύο, παρά μόνον παράταξη - πόλος. Και επειδή το εγχείρημα είναι αντικειμενικά δύσκολο, δυσκολεύεται. Δεν έχει όμως κανένα νόημα να γίνει κάτι από τα προαναφερθέντα. 

Το ΠΑ.ΣΟ.Κ οφείλει να ενσωματώσει στοιχεία ριζοσπαστισμού, οφείλει να συνομιλήσει με εκείνα τα κοινωνικά στρώματα που δεν είναι ικανοποιημένα και θέλουν αλλαγές. Οφείλει να ακούσει τον ωκεανό των μη προνομιούχων και να τους ''τραβήξει'' σε μια πρόταση πιο ρεαλιστική, πιο στέρεη, στη βάση μιας σοσιαλδημοκρατικής προγραμματικής πρότασης ΠΟΥ ΕΚ ΤΩΝ ΠΡΑΓΜΑΤΩΝ θα πρέπει κάτι να αλλάζει στην κατανομή πλούτου και βαρών. Άρα να συνομιλήσει - να τους ακούσει - να τους πείσει ΑΛΛΑ και να τους εκφράσει, να μετασχηματίσει τις αγωνίες τους σε πολιτικό πρόγραμμα αλλαγών.

Τετάρτη 5 Μαρτίου 2025

6 σκέψεις μετά τις συγκεντρώσεις για τα Τέμπη, άρθρο στο TheOpinion 02/03/2025



1ο Το πλήθος στη συγκέντρωση της Παρασκευής, πραγματικά μεγάλο και η σύνθεσή του εντυπωσιακή. Η κινητοποίηση του λαϊκού παράγοντα είναι πάντοτε σημαντική παράμετρος που βάζει σε λειτουργία πολλά περισσότερα γρανάζια σε σύγκριση με περιόδους χαμηλής κινητοποίησης ή απουσίας του. Κανείς δεν μπορεί να προσδιορίσει το μεσοπρόθεσμο μέλλον αλλά κανείς δεν μπορεί επίσης να το σχεδιάσει ερήμην του. Αυτή η εξέλιξη συνιστά έναν αναγκαίο εμπλουτισμό του δημοκρατικού παιχνιδιού.

2ο Η στενότητα του πολιτικού συστήματος έχει φτάσει στα ακρότατα όριά της. Απαιτείται άμεση αντίδραση των κομμάτων, ανάταξη, σοβαρή λειτουργία, παραγωγή πολιτικής, επανεκκίνηση αμφίδρομων και ουσιαστικών επικοινωνιών με την κοινωνική τους βάση αλλά και με πολλά περισσότερα γεωγραφικά σημεία πέραν την Πλατείας Συντάγματος. Η κομματική αδυναμία μετατρέπεται σε πολιτική αδυναμία και εν τέλει σε κατάπτωση της δημοκρατικής λειτουργίας. Τα αιτήματα είναι πολλά, είναι υπαρκτά, πολλά από αυτά δίκαια και ρεαλιστικά – όπως και οι λύσεις εφικτές.


3ο Η βασική αιτία της ευημερίας ή της φτώχειας των εθνών/ κρατών βρίσκεται στους πολιτικούς και οικονομικούς τους θεσμούς. Οι χώρες που ευημερούν έχουν συμπεριληπτικούς θεσμούς (inclusive institutions), ενώ οι χώρες που αποτυγχάνουν έχουν θεσμούς εκμετάλλευσης (extractive institutions). Τί σημαίνουν οι δεύτεροι – ο όρος αναφέρεται σε πολιτικούς και οικονομικούς θεσμούς που είναι σχεδιασμένοι ώστε να εξυπηρετούν τα συμφέροντα μιας μικρής ελίτ εις βάρος της πλειοψηφίας του πληθυσμού. Είναι θεσμοί που συγκεντρώνουν την εξουσία στα χέρια λίγων, περιορίζουν τις οικονομικές ευκαιρίες για τους περισσότερους, αποθαρρύνουν την καινοτομία και την επιχειρηματικότητα, διατηρούν την ανισότητα και εμποδίζουν τη μακροπρόθεσμη ανάπτυξη. Αυτά υποστηρίζουν οι συγγραφείς Ντάρον Ατζέμογλου και Τζέιμς Ρόμπινσον στο βιβλίο τους «Why Nations Fail: The Origins of Power, Prosperity, and Poverty». Άρα αν θέλουμε η Ελλάδα να μην φτωχαίνει πρέπει να δούμε ξανά το θεσμικό εποικοδόμημα. Δεν είμαστε σε μαύρο χάλι – δεν είμαστε όμως και πολύ καλά. Το σημαντικότερο όμως είναι να καταλάβουμε ότι αυτό το πεδίο έχει προτεραιότητα. Θεσμός κορωνίδα η Δικαιοσύνη.


4ο Το αίτημα για σύγχρονο και ασφαλή σιδηρόδρομο είναι μέρος ενός μεγαλύτερου, για ασφάλεια, επιλογές και προσιτές υπηρεσίες μεταφορών και μετακινήσεων, το οποίο με τη σειρά του είναι μέρος ενός ακόμη μεγαλύτερου για ποιοτική παροχή δημοσίων αγαθών, το οποίο με τη σειρά του είναι μέρος ενός ακόμη μεγαλύτερου, αυτού της εξασφάλισης μιας βαθμίδας κοινωνικής συνοχής και αξιοπρεπούς διαβίωσης. Η αποτυχία του ελληνικού σιδηρόδρομου είναι τόσο έντονη και πρόδηλη γιατί είναι ακριβώς ο σιδηρόδρομος που έχει συνδεθεί στο συλλογικό υποσυνείδητο του πολιτισμένου κόσμου με τον εκσυγχρονισμό, την εκβιομηχάνιση, την πρόοδο, την ασφάλεια, την περιβαλλοντική μετακίνηση και με την ποιότητα ζωής εν γένει. Η ελληνική αποτυχία στο πεδίο αυτό – ιστορικά εξηγήσιμη αλλά σε κάθε περίπτωση απαράδεκτη – είναι κάρφος στο μάτι όλων μας.


5ο Η δημοκρατία θέλει πλουραλισμό και πολυφωνία – απαιτείται ένας minimum διάλογος και όχι μονόλογοι, στοιχειώδεις συνθήκες ισονομίας σε όλα εκείνα τα πεδία που διαμεσολαβούν και καθορίζουν την ενημέρωση ή κανοναρχούν την επικοινωνία. Η εξέλιξη της υπόθεσης των Τεμπών με την μεγάλη κινητοποίηση του λαϊκού παράγοντα βάζει τέλος σε δύο διακριτές τακτικές που συναρθώνονται εδώ και 15 χρόνια. Σε αυτήν της πόλωσης και σε αυτήν του μονολόγου της εξουσίας. Όπως ήταν εμφανές εκεί στα 2017 -2019 ότι η χώρα δεν μπορούσε να προχωρήσει με τον διχασμό των μνημονιακών ετών, έτσι είναι εμφανές ότι και σήμερα δεν γίνεται να προχωρήσει με «μπαμπούλες», «ακυβερνησίες» και κενές περιεχομένου «σταθερότητες». Όλα πρέπει να αντιστοιχίζονται με την «πραγματική» πραγματικότητα και να ανταποκρίνονται στις υλικές συνθήκες διαβίωσης των πολιτών. Όλοι αναμετρώνται με τα δεδομένα, με την πραγματικότητα, με τις προσδοκίες και όχι με τον αόρατο ή ορατό εχθρό. Δεν έχουμε ούτε «επάρατο μνημόνιο» – ούτε «αντισύριζα» μέτωπο. Έχουμε μια χώρα που χρειάζεται μεγάλες και βαθιές τομές.


6ο Λένε πολλοί ότι και πάλι οι Έλληνες ομφαλοσκοπούν και συγκεντρώνονται σε πορείες τη στιγμή που τεκτονικές αλλαγές είναι στα σκαριά – βλέπε Η.Π.Α, πόλεμος στην Ουκρανία, Κίνα και τεχνολογία κοκ. Λένε ότι τα Τέμπη είναι έλασσον ζήτημα μπροστά σε αυτά που εκτυλίσσονται με μεγάλη ταχύτητα και με πρωτοφανείς σεισμικές δονήσεις. Λάθος. Το λανθάνων αίτημα της ελληνικής κοινωνίας είναι ένα – ο συγχρονισμός μας με τις προοδευμένες κοινωνίες μέσω του εκσυγχρονισμού μας. Έμμεσο, δευτερεύον, όχι τόσο ορατό και ξεκάθαρο; Πιθανόν. Είναι όμως υπαρκτό.  Αν δεν μπορούμε να φτιάξουμε μια σιδηροδρομική γραμμή Αθήνα – Θεσσαλονίκη τότε ποια είναι η μοίρα μας όταν το παιχνίδι θα παίζεται στην Τεχνητή Νοημοσύνη και τα ρομπότ; Είναι αγωνία και απαίτηση μαζί.

Σάββατο 1 Μαρτίου 2025

Αλλαγή στρατηγικής εν κινήσει για την κυβέρνηση, τοποθέτηση στην ΚΥΡΙΑΚΑΤΙΚΗ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ της 23/2/2025



Η εξέλιξη του δυστυχήματος των Τεμπών μετά την μεγάλη λαϊκή κινητοποίηση έχει δημιουργήσει μια ισχυρή δυναμική και έχει φέρει την κυβέρνηση σε δυσχερή θέση. Η πρώτη αντίδραση με την συνέντευξη του πρωθυπουργού σε τηλεοπτικό σταθμό μάλλον δημιούργησε περισσότερα ερωτήματα και έδωσε χώρο στην ακόμα μεγαλύτερη αμφισβήτηση των χειρισμών που είχαν γίνει μέχρι τότε. Δευτερευόντως, είχε μάλλον αρνητικό αντίκτυπο στη συνοχή της κυβερνητικής παράταξης καθώς φάνηκε να αποδομείται όχι μόνον η επιχειρηματολογία της επί του συγκεκριμένου, αλλά η συνολική της ικανότητα να ορίζει με όρους ηγεμονίας την πολιτική ατζέντα, μετά από πολλά χρόνια.

Η δυναμική που δημιουργήθηκε όλες τις επόμενες ημέρες έδειξε πως υπήρχε (υπάρχει ακόμη) το ενδεχόμενο να μετατραπεί η υπόθεση των Τεμπών σε μια θρυαλλίδα που θα επιτρέψει την παγίωση αντικυβερνητικού κλίματος και την ευθεία αμφισβήτηση της πολιτικής της συνολικά.

Η νέα κυβερνητική στρατηγική που εγκαινιάστηκε πρόσφατα, στον αντίποδα αυτής μετά τις πρώτες κινητοποιήσεις και εν αναμονή αυτών στα τέλη Φεβρουαρίου, έρχεται να επαναφέρει την προτέρα κατάσταση. Στόχος της είναι να συγκρατήσει τις δημοσκοπικές απώλειες, να διασφαλίσει ένα minimum συνοχής συσπειρώνοντας κομματική και εκλογική βάση και να αναδείξει το πολιτικό αδιέξοδο των αντιπολιτευτικών κομμάτων. 

Σε αυτό το επίπεδο γίνεται εμφανές ότι θα υπάρξει εμφανώς «πιο επιθετική γραμμή», η πόλωση θα επανέλθει ως τακτική από όλες τις πλευρές, ενώ θα επιχειρηθεί η ευθεία σύγκριση των πολιτικών προτάσεων των κομμάτων σε όλο το φάσμα της διακυβέρνησης – γεγονός που στο κυβερνητικό στρατόπεδο αξιολογείται ως πλεονέκτημα έναντι των υπολοίπων.

Στην κυβέρνηση πιστεύουν ότι εάν με τον έναν ή τον άλλο τρόπο, οι κινητοποιήσεις των επόμενων ημερών είναι η κορύφωση της διαμαρτυρίας και όχι ένα «επεισόδιο» που προαναγγέλλει επόμενα, θα έχουν την δυνατότητα μέσα από αυτή τη νέα στρατηγική να διατηρήσουν την πρωτοκαθεδρία. Στο σχήμα «κυβέρνηση εναντίον λαού» κάθε κυβέρνηση χάνει – στο σχήμα «κυβερνητικό κόμμα εναντίον αντιπολιτευόμενου κόμματος» όλα είναι δυνατά. Επιλέγεται το δεύτερο.

Κυριακή 16 Φεβρουαρίου 2025

Δεν υπάρχει για το ΠΑ.ΣΟ.Κ μάχη του κέντρου. Μονόδρομος η εκπροσώπηση ενός άλλου κοινωνικού και πολιτικού μπλοκ δυνάμεων, άρθρο στην ΚΥΡΙΑΚΑΤΙΚΗ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ της 16/2/2025

 


Το ΠΑ.ΣΟ.Κ βρίσκεται και πάλι σε ένα σταυροδρόμι. Είναι δεύτερο στις δημοσκοπήσεις αλλά τα ποσοστά του δεν φαίνεται να τραβούν την ανηφόρα. Αυτό δεν θα ήταν πρόβλημα εάν όμως η πολιτική και κοινωνική πραγματικότητα δεν φώναζε ότι η χώρα χρειάζεται άλλη μία τουλάχιστον πρόταση διακυβέρνησης, ένα ακόμη κόμμα εξουσίας.

Ζήτημα στρατηγικής

Το ζήτημα όπως προκύπτει και όπως σχηματοποιείται στις παρούσες συνθήκες είναι ζήτημα στρατηγικής. Είναι δε τόσο σοβαρό, που αν δεν απαντηθεί σωστά, μπορεί να εγκλωβίσει το κόμμα σε συνθήκη στασιμότητας.

Το βασικό ερώτημα που πρέπει να απαντήσει το ΠΑ.ΣΟ.Κ, πέρα και πάνω από δημοσκοπήσεις της στιγμής είναι ένα και μοναδικό. Είναι τόσο απλό που πρέπει να το κατανοήσει και να επιχειρήσει να το απαντήσει αυθεντικά, απλά, χωρίς περικοκλάδες και ευπρεπισμούς. Ποιους θέλει και ποιους πρέπει να εκπροσωπήσει στην ελληνική κοινωνία του 2025.

Μάχη του κέντρου δεν υπάρχει. Το ΠΑ.ΣΟ.Κ και εκλογικά και δημοσκοπικά είναι πρώτο κόμμα σε όσους αυτοχαρακτηρίζονται ως κεντρώοι. Υπάρχουν σίγουρα κεντρώοι που επιλέγουν ακόμη και σήμερα τη Νέα Δημοκρατία – λογικό, αναμενόμενο και απολύτως εξηγήσιμο. Αυτοί όμως οι κεντρώοι, που ακόμη και σήμερα επιλέγουν Νέα Δημοκρατία, θα είναι και οι τελευταίοι που θα αλλάξουν πολιτική και κομματική τοποθέτηση γιατί ορθολογικά δρώντας, εκτιμούν ότι η διακυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας τους εκφράζει και τους ευνοεί. Μπορεί και μάλλον είναι ευνοϊκά ενταγμένοι στο πλέγμα οικονομικών και κοινωνικών συνθηκών, όπως αυτές διαμορφώνονται από τις πολιτικές σήμερα. Σε αυτό το εκλογικό τμήμα, η σύγκριση Μητσοτάκη – Ανδρουλάκη θα βγάζει νικητή τον πρώτο, εις τον αιώνα τον άπαντα. Εκτός αυτού, είναι αυτοκτονικό να κοιτάς το σιντριβάνι όταν δίπλα σου υπάρχει ωκεανός.

Ο Νίκος Ανδρουλάκης έχει μόνον μία επιλογή. Να γίνει ο εκφραστής της άλλης μισής Ελλάδας. Να εκφράσει αυθεντικά όλους εκείνους που είτε δυσφορούν, είτε έχουν διαφορετικές απαιτήσεις από την Πολιτεία, αλλά κυρίως αυτούς που νιώθουν ότι η Ελλάδα που διαμορφώνεται δεν τους χωράει. Δεν τους χωράει ταξικά, οικονομικά, κοινωνικά, μορφωτικά ή τους επιφυλάσσει τις τελευταίες θέσεις στο τρένο, χωρίς μάλιστα προοπτική ανοδικής κινητικότητας. Μόνο μέσα από αυτόν τον δρόμο μπορεί το ΠΑ.ΣΟ.Κ να πραγματοποιήσει το αναγκαίο για αυτό άλμα εκλογικής επιρροής και να δει τα ποσοστά του να πλησιάζουν αυτά της σε δυσχέρεια Νέας Δημοκρατίας. Η μάχη του κέντρου είναι επίκαιρη όταν έχουμε δύο κόμματα παρατάξεις που διεκδικούν από το 35% την εξουσία, όταν αυτή κρίνεται στο 40% plus.

Εκλογική επιρροή

Η δημοσκοπική του στασιμότητα δεν οφείλεται, όπως το κατηγορούν, στο γεγονός ότι παίρνει δήθεν ριζοσπαστικές θέσεις και φλερτάρει με τον αντισυστημισμό. Οφείλεται στο ότι δεν έχει πείσει επαρκώς «την άλλη μισή Ελλάδα» ότι θέλει και μπορεί να εκφράσει αυθεντικά τα δικά της αιτήματα. Στο ότι δηλαδή δεν είναι αρκούντως αντιπαραθετικό με την κυβέρνηση Μητσοτάκη και τις πολιτικές της. Υπάρχει ένα μεγάλο μέρος της ελληνικής κοινωνίας που αναζητά – δικαίως ή αδίκως, άλλη κουβέντα – εναλλακτική. Αυτό είναι ή θα έπρεπε να είναι το κοινό του ΠΑ.ΣΟ.Κ. Η  με ιστορικούς όρους πλατιά μάζα των νέων μη προνομιούχων της χώρας. Σε αυτούς πρέπει να προσθέσει και όσους από το 2009 και μετά απέχουν – και αυτούς πρέπει να καλέσει το ΠΑ.ΣΟ.Κ στη δική του κάλπη. Η άνοδος των αντισυστημικών κομμάτων – πρόσκαιρη λόγω συνθήκης – μπορεί να καταστεί μόνιμη εάν δεν δοθεί διέξοδος.



Τακτική

Τη δεδομένη στιγμή το μόνο κόμμα που υπό προϋποθέσεις μπορεί να δει ο Έλληνας να κυβερνά τη χώρα, πέραν της Νέας Δημοκρατίας, είναι το ΠΑ.ΣΟ.Κ. Αυτό είναι ένα τεράστιο συγκριτικό πλεονέκτημα σε σχέση με τα άλλα κόμματα του χώρου. Οι προϋποθέσεις όμως είναι σκληρές και διαμορφώνουν και τα αριθμητικά δημοσκοπικά μεγέθη. Το ΠΑ.ΣΟ.Κ πρέπει να επιλέξει ανάμεσα σε δύο τακτικές : ή προτάσσει πορεία αυτόνομη που οδηγεί στην πρώτη εκλογική θέση με τις αναγκαίες προσαρμογές που περιγράψαμε επάνω ή θα ανοίξει διάλογο για συνεργασίες. Η πρώτη επιλογή είναι πιο σωστή υπό την προϋπόθεση όμως ότι το κάνει. Η δεύτερη θα δημιουργήσει πιθανά αναταράξεις και νέου τύπου δυσκολίες στην κομματική του συνοχή και λειτουργία. Όμως, αυτόνομη πορεία με στόχο την πρώτη θέση στις εθνικές εκλογές σημαίνει αύξηση της εκλογικής επιρροής – τίποτε λιγότερο. Ειδάλλως θα κινδυνεύσει να γίνει έρμαιο περιπαικτικών σχολίων στον δημόσιο διάλογο.

Το παράδειγμα του 2007 -2009

Για όσους θυμούνται τις δημοσκοπήσεις, μετά την ήττα του 2007 και υπό την διαρκή πίεση προς την κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας αλλά και τον ριζοσπαστισμό μετά την δολοφονία Γρηγορόπουλου, ο τότε ΣΥ.ΡΙ.ΖΑ, υπό τον φέρελπι Αλέξη Τσίπρα είχε καταγράψει μια εκρηκτική άνοδο και εμφανίζονταν για 2-3 φεγγάρια 2ο κόμμα. Όσο όμως πλησιάζαμε στις κάλπες με το ΠΑ.ΣΟ.Κ να διαμορφώνει μια εμφανώς διαφοροποιημένη πρόταση από τη Νέα Δημοκρατία, ήρθαν και οι εκλογικές νίκες.

Άρα, το ΠΑ.ΣΟ.Κ δεν έχει κανέναν λόγο ούτε να φοβάται τον ριζοσπαστισμό, ούτε να υποχωρήσει σε «καλέσματα» νομιμοφροσύνης και ήπιας αντιπολίτευσης που δεν ταράζει τα νερά. Εάν εκπροσωπήσει αυθεντικά την «άλλη μισή Ελλάδα» μπορεί να γίνει και πάλι κόμμα εξουσίας. Για να το πετύχει όμως χρειάζεται κρουστότητα θέσεων και πολιτικού λόγου, διακριτότητα σε πλείστα όσα πεδία από τις πολιτικές της Νέας Δημοκρατίας και στόχευση στα σημαντικά. Αγοραστική δύναμη, υγεία, κράτος πρόνοιας, έμμεση φορολογία και ανισότητες.

 

 

Κυριακή 19 Ιανουαρίου 2025

Ενας ιδιότυπος αγώνας δρόμου πλανητικής κλίμακας ξεκινά το 2025, άρθρο στην Huffigtonpost


Με την έλευση του νέου χρόνου ευδοκιμούν άρθρα γνώμης που είτε ανακεφαλαιώνουν όσα ζήσαμε στο έτος που κλείνει, είτε προβαίνουν σε εκτιμήσεις για το έτος που ξεκινά. Πολλές φορές στα κείμενα αυτά εμπεριέχονται και οι δύο αυτές θεματικές με στόχο να γίνει ακόμα πιο τεκμηριωμένη η παράθεση των συλλογισμών. Πέντε λοιπόν σημεία για το 2025 που συμπληρώνει το πρώτο τέταρτο του 21 αιώνα. Περισσότερο όμως – για να λέμε την αλήθεια – δεν είναι σημεία, αλλά μακροχρόνιες τάσεις που απλά επιβεβαιώνονται κάθε χρόνο που περνά και διαμορφώνουν μία μεγάλη εικόνα. Το που θα εκβάλλει η Ιστορία και τί συνθήκες θα διαμορφώσει δεν μπορούμε να το γνωρίζουμε για αυτό και πιθανολογούμε.

1. Περιβαλλοντική ανισορροπία

Εμφανέστατη πλέον σε όλους με τρόπο βίαιο και καταστροφικό. Αυτό που περιγράφαμε προ 20ετίας και προβλέπαμε ότι θα ζήσουμε περί τα μέσα – ίσως και αργότερα πιο βαθιά μέσα στον αιώνα τούτο – το ζούμε τώρα. Δεν ξέρω αν τα μοντέλα έπεσαν έξω ή επιταχύνθηκε η έλευση των επιπτώσεων της κλιματικής κρίσης, σε επίπεδο όμως συλλογικών αντιλήψεων και πεποιθήσεων φαίνεται ότι δεν τις περιμέναμε τόσο νωρίς. Το πρόβλημα με αυτήν την διαφορά αντίληψης βέβαια τροφοδοτεί την ίδια την κρίση καθώς ούτε οι κοινωνίες μαζικά, αλλά ούτε και οι πολιτικές ελίτ φαίνεται να αντιλαμβάνονται το μέγεθος της πρόκλησης, παρά μόνον σε ημερίδες και συνέδρια που το περιγράφουν. Καταστροφικές μέγα-πυρκαγιές δασών, ορμητικοί χείμαρροι εντός αστικών περιοχών, άνοδος θερμοκρασίας και αβίωτες πόλεις, άνοδος της στάθμης της θάλασσας, διάβρωση των εδαφών, επιπτώσεις στην βιοποικιλότητα και λειψυδρία έχουν χτυπήσει την πόρτα μας.

Και όμως τίποτε δεν μπορεί να μας κάνει αισιόδοξους καθώς ούτε σε πλανητικό επίπεδο φαίνεται να υπάρχει συνεννόηση – μάλλον οπισθοδρόμηση παρατηρείται – ούτε σε εθνοκρατικό επίπεδο υπάρχει σημαντική κατεύθυνση των πόρων σε υποδομές ανθεκτικότητας και αλλαγές προσαρμογής στις νέες συνθήκες. Όσοι το προσπαθούν ή το ενσωματώνουν ως προβληματική στις δημόσιες πολιτικές τους και διακηρυκτικά στοχεύουν σε μια πράσινη μετάβαση(βλέπε Ε.Ε), αδυνατούν να την υλοποιήσουν με όρους κοινωνικής δικαιοσύνης και παραγωγικότητας – ανταγωνιστικότητας. Χάνουν και στο εσωτερικό μέτωπο (ακριβές ΑΠΕ, ανισότητα κοκ), χάνουν και σε πλανητικό επίπεδο καθώς άλλοι πόλοι καίνε ό,τι καίγεται αποκτόντας θηριώδη παραγωγικά πλεονεκτήματα.


2. Πολυπολιτικότητα και μετριασμός της δυτικής κυριαρχίας

Όποιος δει τα βασικά μεγέθη των τελευταίων 25 ετών, διαπιστώνει ότι η οικονομική, πολιτική, στρατιωτική και πολιτισμική ενότητα που ονομάζουμε Δύση, υποχωρεί. Η πλανητική κυριαρχία της χονδρικά από το 1600 μ.Χ πλέον αμφισβητείται ανοιχτά από άλλους πόλους και αυτή είναι μια τεκτονική αλλαγή για την οποία μάλλον δεν είμαστε έτοιμοι.

Ακόμη αναλύουμε και προσεγγίζουμε τα ζητήματα με τα εργαλεία και τα πνευματικά εφόδια, τον λόγο, τις ιδεολογίες και τις πολιτικές που διαμορφώθηκαν τα χρόνια της κυριαρχίας μας. Όμως πρωτίστως η δημογραφία και δευτερευόντως τα ορατά όρια της θεσμικής – δημοκρατικής μας συγκρότησης και λειτουργίας θέτουν σοβαρά ερωτήματα. Οι νέοι πόλοι που αναδύονται, σε αντίθεση με το παρελθόν, έχουν ενσωματώσει τον καπιταλιστικό τρόπο παραγωγής, δεν έχουν περιβαλλοντικές, δημοκρατικές και σοσιαλδημοκρατικές ανησυχίες και το κυριότερο, δεν πίνουν και νερό στο όνομα της δημοκρατίας. Ο αυταρχισμός φαίνεται ότι μπορεί να απαντήσει πιο άμεσα και ικανά στα αιτήματα – η δημοκρατία φαίνεται να χάνει έδαφος παντού.

3. Αλματώδης τεχνολογική εξέλιξη

Εδώ βρισκόμαστε μάλλον ενώπιων μιας μεγάλης εξέλιξης. Αυτό που ονομάζεται 4η βιομηχανική επανάσταση ίσως αποδειχθεί η 1η βιομηχανική – τεχνολογική επανάσταση της νέας εποχής. Πολλοί υποστηρίζουν πως μια τέτοια σκέψη συνιστά υπερβολή, όμως και μόνον το γεγονός ότι αυτό το σενάριο είναι στο τραπέζι πρέπει να μας προϊδεάσει για το μέλλον. Η κυριαρχία των ρομπότ και η εξέλιξη της ΤΝ επαναπροσδιορίζουν την απλή και ευδιάκριτη σχέση που ξέραμε μέχρι σήμερα μεταξύ ανθρώπου και μηχανής και η διαφορά ανάμεσα στον πραγματικό και ψηφιακό κόσμο, γίνεται πλέον αρκετά δυσδιάκριτη. Από την μία θα υπάρξει αύξηση της παραγωγικότητας και εκτίναξη του παγκόσμιου ΑΕΠ, από την άλλη μια σειρά επαγγελμάτων θα χαθούν οριστικά. Η ανθρωπότητα βέβαια έχει επιδείξει μια τεραστίων διαστάσεων προσαρμοστικότητα όμως αυτή τη φορά η πρόκληση είναι διαφορετικής υφής.


4. Κολοσσιαίες ανισότητες στη Δύση

Ο 20ος αιώνας για τη Δύση ήταν σοσιαλδημοκρατικός. Ο 21ος μάλλον δεν είναι και αυτό συνιστά μια πάρα πολύ μεγάλη μεταβολή που αποδιαρθρώνει την συνοχή των κοινωνιών. Με ένα συμβατικό σημείο κατανόησης την παγκόσμια οικονομική κρίση του 2008, που για εμάς στην Ελλάδα μετουσιώθηκε σε χρεοκοπία, αν δει και πάλι κανείς με zoom out την μεγάλη εικόνα, θα διαπιστώσει ότι οι εισοδηματικές ανισότητες προσεγγίζουν εκείνες του 18 αιώνα. Αυτό που ο Πικετί παραθέτει ως θεμελιώδη νόμο, ότι δηλαδή «οι αποδόσεις του κεφαλαίου (π.χ. τα κέρδη) υπερβαίνουν συστηματικά, και για δεκαετίες τώρα, τον ρυθμό ανάπτυξης (ή αύξησης των εθνικών εισοδημάτων)» είναι η νέα πραγματικότητα. Δεν είναι τυχαία η εκλογική συμπεριφορά των δυτικών κοινωνιών, δεν είναι τυχαία η συμπίεση της άλλοτε κραταιάς μεσαίας τάξης, δεν είναι τυχαίο το αίτημα για επιστροφή σε ένα εθνοκρατικό προνοιακό περιβάλλον και μια πολιτισμική ομοιομορφία εντός των κοινωνιών. Η παρακαταθήκη του New Deal και του εκτεταμένου δυτικοευρωπαϊκού κράτους πρόνοιας (υπό τον φόβο του σοβιετικού κομμουνισμού) είχαν δημιουργήσει μια συνθήκη κάπως πιο δίκαιου διαμοιρασμού του πλούτου.

5. Η Ευρώπη μπροστά σε σταυροδρόμι

Αν έχετε διαβάσει τα 4 πρώτα σημεία, αυτό το 5 για την Ευρώπη και συγκεκριμένα για την Ευρωπαϊκή Ένωση, έρχεται ως μια λογική συνέχεια. Η Ε.Ε ως έχει φαίνεται ότι δεν έχει εκείνες τις απαραίτητες πολιτικές – παραγωγικές αλλά και διανοητικές δυνάμεις για να προχωρήσει. Τουλάχιστον για να διατηρηθεί ως ένας εκ των τριών μεγάλων πόλων του παγκόσμιου συστήματος ( Η.Π.Α – Κίνα οι άλλοι δύο). Και εδώ μια σύγκριση σε κρίσιμα πεδία την φέρνει σε θέσεις υστέρησης, η οποία μάλιστα εντοπίζεται ευκρινώς στα τελευταία 20 χρόνια.

Το «μαγαζί» είναι (πιο) σοσιαλδημοκρατικό (από ΗΠΑ και Κίνα), λειτουργεί όμως σε συνθήκες μιας παγκόσμιας νεοφιλελεύθερης οικονομικής ορθοδοξίας, που και αυτή όμως αρχίζει να φθίνει ή και να ανακόπτεται καθώς προκύπτουν άλλα νέα μοντέλα πολιτικής και οικονομικής διακυβέρνησης. Μοντέλα λιγότερο δημοκρατικά, εμφανώς συγκεντρωτικά έως αυταρχικά, περισσότερο κρατικιστικά, που βασίζονται όμως σε μία κατακτημένη πολιτική – πολιτισμική ενότητα. Μοντέλα που φαίνεται για την ώρα ότι μπορούν να κινητοποιήσουν πόρους προς εκείνες τις κατευθύνσεις που θέλουν, χωρίς πολλά πολλά. Άμεσα και αποφασιστικά.

Και μπορεί η Ε.Ε να παραμένει ακόμη ένας παγκόσμιος regulator, μπορεί οι πολίτες της να απολαμβάνουν ένα καλό συγκριτικά βιοτικό επίπεδο, όμως η προβολή των δυναμικών στο μέλλον δημιουργεί δικαιολογημένα ανησυχίες.


Τι πρέπει να κάνει;


Μείωση ανισοτήτων για να κατακτήσουμε και πάλι ένα αίσθημα «σ»νανήκειν», μια πολιτική ενότητα. Μεγάλες δημόσιες επενδύσεις, ανάκτηση πρωτοκαθεδρίας της πολιτικής - αλλαγές στο σύστημα διακυβέρνησης και δραστικό περιορισμό της γραφειοκρατίας ( από staff driven σε πολιτική διεύθυνση) και πραγματική ενοποίηση σε πλείστα όσα πεδία. Χρειαζόμαστε τεράστιες επενδύσεις σε συγκεκριμένους κλάδους, μεγάλη οικονομική ενοποίηση σε κεφαλαιαγορές και χρηματαγορές, ενοποίηση βιομηχανικής πολιτικής και αμυντικής βιομηχανίας, κοινό χρέος (ευρωομόλογα) και μια σειρά τέτοιας κλίμακας και στόχων πολιτικές.

Κλείνοντας αυτό το σημείωμα διαπιστώνω ότι θα μπορούσε να έχει γραφτεί και το 2021 και το 2022, ίσως δε μπορεί να είναι επίκαιρο και το 2025 και το 2026. Αυτό δεν σημαίνει ότι με την πάροδο των ετών δεν παρατηρούνται αλλαγές και σημειακές βελτιώσεις. Ακόμα και αυτή η αργοκίνητη Ε.Ε δείχνει κάποια σημάδια συνειδητοποίησης και αναπτύσσεται στα σπλάχνα της ένας δημόσιος διάλογος που θέτει τα ζητήματα αυτά μετ’ επιτάσεως. Το ζήτημα όμως είναι να προλάβουμε.

Να προλάβουμε το κλίμα, να προλάβουμε την διάρρηξη των κοινωνικών σχέσεων, να προλάβουμε την δημογραφία, να προλάβουμε την Κίνα, να προλάβουμε την δυνατότητα.

Το άρθρο δημοσιεύτηκε στην Huffigtonpost στις 12/1/2025 : ΕΔΩ