Τον Ευάγγελο Βενιζέλο μπορεί να τον θαυμάζεις ή να τον
μισείς. Μπορείς να αξιολογείς τη δημόσια πολιτική παρουσία του θετικά, αρνητικά
ή ισορροπημένα. Αυτό που μπορείς όμως να παραδεχθείς είναι η ρητορική του
δεινότητα, η ευρυμάθεια, η δυνατότητα σύνθεσης πολλών και διακριτών επιπέδων
στη σκέψη και στο λόγο του, η αναλυτική σκέψη και η ακριβολογία του – η
δυνατότητά του να αποτυπώσει και να μετατρέψει μια σύνθετη σκέψη σε λόγο. Όλα
αυτά τα θυμήθηκα βλέποντας προ αρκετών ημερών την συνέντευξή του στην εκπομπή
του Mega Channel «Μεγάλη Εικόνα» της δημοσιογράφου Νίκης Λυμπεράκη. Προσωπικά την
απόλαυσα. Την είδα μία live και μία στο youtube με ένα ποτό στο σπίτι – περί ορέξεως κολοκυθόπιτα. Ως εδώ οκ
– το θέμα του άρθρου δεν είναι ο Βενιζέλος, ούτε η αποτίμηση του έργου του.
Όπου στο έργο καταφανώς εντάσσεται και ο λόγος καθότι ο τελευταίος διαμορφώνει
πεποιθήσεις.
Ακούγοντάς τον με κυρίευσε ένα κεντρικό ερώτημα. Στην εποχή
του tik tok, του videoclip-ίστικου λόγου και ύφους, στην εποχή
του επικοινωνισμού, της κοπτοραπτικής των video και της αποδόμησης των όποιων
πολιτικών αντιπάλων, χωρά ένας τέτοιος λόγος – ας τον πούμε βενιζελικός – στην
ελληνική δημόσια σφαίρα; Ποιες είναι οι παράμετροι του δημοσίου διαλόγου ή
ευρύτερα της πολιτικής επικοινωνίας και πως αυτές διαμορφώνονται; Και εν τέλει
που μας οδηγούν;
Όλοι σήμερα πίνουν νερό στο σύντομο – κοφτό μήνυμα. «Πες το κοφτά,
σε 15 δεύτερα, αλλιώς ο άλλος σκρολάρει και πάει στο επόμενο βίντεο». Ε μα τι
να πω σε 15 δεύτερα; Να αναλύσω την οικονομική πολιτική και τις επιπτώσεις της;
Το στεγαστικό ζήτημα και τις επηρεαζόμενες από αυτό παραμέτρους; Ακόμη και τα
γηπεδικά συνθήματα που γράφουν ιστορία έχουν στίχους και διαρκούν κανένα λεπτό
τουλάχιστον – έχουν μια αρχή μέση και τέλος, αφηγούνται μια ιστορία νίκης,
πάθους και ταύτισης.
Και όμως, κόντρα στη ροή των τεχνικών της επικοινωνίας, όταν
βρίσκομαι μπροστά σε έναν λόγο ποιοτικό, αναλυτικό, εμβρυθή και πλουραλιστικό,
σε έναν λόγο που αξιοποιεί τις δυνατότητες της ελληνικής γλώσσας και ως δέκτης
γίνομαι κοινωνός του, νιώθω ότι «ξεδιψάω». Κατασβήνει την «δίψα» μου για
κατανόηση, για συσχέτιση, για αναλυτική προσέγγιση. Γνωρίζω ότι αυτός ο λόγος
δεν είναι εμπορικός. Χρειάζεται όμως κάθε πολιτικός λόγος να είναι με τη ρηχή
του όρου έννοια εμπορικός; Όταν από βήμα του ελληνικού κοινοβουλίου για
παράδειγμα απουσιάζει ένας λόγος με αυτά τα μη εμπορικά χαρακτηριστικά, δεν
νιώθουμε όλοι μιαν απελπισία; Τη νιώθουμε. Και όσοι έχουμε και μια ανάμνηση από
παλαιότερες εποχές αναρωτιόμαστε για την κατάπτωση του λόγου. Το ίδιο και στην
αρθρογραφία – άρθρα με το κιλό που στο τέλος τους δεν αφήνουν ούτε μίαν
επίγευση.
Ο λόγος βέβαια δεν είναι μόνον λόγος – είναι κυρίαρχα σκέψη.
Αν ο λόγος καταπίπτει, ας μην αισιοδοξούμε για μια διακριτή αντίστροφη πορεία
της σκέψης. Καταπίπτει και αυτή. Και όταν καταπίπτει η σκέψη, ακολουθεί η πράξη
και πάει λέγοντας. Κάπου είχα διαβάσει την άποψη πως «το μέλλον ανήκει σε όσους
μπορούν να διαβάσουν μεγάλα κείμενα» ή κάπως έτσι. Την πιστεύω. Όποιος μπορεί
να συγκεντρωθεί, να διαβάσει ένα μακροσκελές, σύνθετο κείμενο, να κατανοήσει τα
επιχειρήματα, να διακρίνει τις αποχρώσεις και να επεξεργαστεί το περιεχόμενο σε
βάθος, αποκτά ανταγωνιστικό πλεονέκτημα σε σχέση με τη μάζα που αρκείται σε σφηνάκια
πληροφορίας. Η συνεχής έκθεση σε επιφανειακή ανάγνωση υπονομεύει τη βαθιά
σκέψη.
Ας προσπαθήσουμε τουλάχιστον στα πεδία εκείνα που δεν
κανοναρχούνται από τις νόρμες του tik tok να απαιτήσουμε την προσφορά ενός
άλλου λόγου. Καλό το tik tok, όχι όμως για τη Βουλή, όχι για όλο
το φάσμα της πολιτικής, όχι για όλη την ζωή.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου