Τρίτη 25 Δεκεμβρίου 2012

Μετατοπίσεις και συμβιβασμοί (άρθρο μου για την Θεσσαλονίκη της 24/12/2012)


Στην πολιτική η μετατόπιση είναι μία λογική, φυσιολογική εξέλιξη. Έχουν λάβει χώρα πολλές μετατοπίσεις, πολλές στροφές πολιτικής τόσο στην Ελλάδα όσο όμως και στο εξωτερικό. Μερικά παραδείγματα γνωστά στο ευρύ κοινό είναι οι περιπτώσεις του Ανδρέα Παπανδρέου, του Λούλα ακόμη και του Ερντογάν. Προλαμβάνοντας τις όποιες αντιρρήσεις τονίζω πως για την οικονομία του χώρου ας εξετάσουμε τις περιπτώσεις με ευρύτητα, ενσωματώνοντας την λογική των αναλογιών.

Με τις όποιες διαφορές τους λοιπόν, τα παραδείγματα αυτά έχουν μία ομοιότητα. Ένα πολιτικό υποκείμενο εκκινώντας από αρκετά ριζοσπαστικές θέσεις για το status quo της εποχής του, καταφέρνει να αναδειχθεί σε απόλυτο εκφραστή ενός μεγάλου κοινωνικού ρεύματος και σχηματοποιεί μία πρόταση εξουσίας.

Το εγχείρημα αυτό καθίσταται επιτυχές διότι τόσο το υποκείμενο αντιλαμβάνεται το αίτημα των καιρών, όσο όμως και επειδή έχει μία ικανότητα προώθησής του αποτελεσματικά. Αυτή η προσπάθεια απαιτεί χρόνο. Χρόνο ώστε να εμπεδωθεί αρχικά η εμπιστοσύνη μεταξύ του υποκειμένου και μαζών, αλλά ακολούθως ώστε να γίνουν εφικτές μέσω ελιγμών οι αναγκαίες μετατοπίσεις που προσδίδουν στο εγχείρημα πλειοψηφικές προοπτικές. Εξάλλου η κοινοβουλευτική δημοκρατία έχει αποδείξει πως είναι ο καθοριστικός παράγοντας που ευνοεί αν δεν επιβάλει έμμεσα μια τέτοια εξέλιξη.

Η διαδικασία αυτή επίσης φανερώνει πως οι μετατοπίσεις αυτές συνεχίζονται, αν δεν εντείνονται, μετά την ανάληψη της εξουσίας. Ο αναγκαίος πραγματισμός μιας κυβερνητικής πλέον δύναμης συγκρούεται με τις προεκλογικές εξαγγελίες ή τοποθετήσεις αν δει κανείς τα δεδομένα εκτός της δυναμικής του πολιτικού πλαισίου. Όμως το αν αυτή η σύγκρουση θα επιφέρει κατάρρευση ή επιτάχυνση των εξελίξεων είναι ζήτημα ανοιχτό. Η επιτυχία κρίνεται στη βάση της ικανότητας πραγματοποίησης ορισμένων προωθητικών συμβιβασμών που αντί να οδηγήσουν την κατάσταση σε τέλμα, την μετασχηματίζουν και δίνουν ενέργεια για συνέχιση της προσπάθειας. Μια μονολιθική προσέγγιση με αυξημένο ιδεαλισμό που θα προσπαθήσει να συγκρίνει προεκλογική ρητορεία με μετεκλογική πρακτική σίγουρα θα οδηγήσει σε αδιέξοδο ή διάψευση προσδοκιών και απογοήτευση. Μια ευέλικτη και με ευρύτητα προσέγγιση θα υποδεχτεί τις προσαρμογές αυτές ως αναγκαίο οξυγόνο στην προσπάθεια επίτευξης των στόχων της διακυβέρνησης. Ένας λαϊκός ηγέτης εξάλλου είναι ευκολότερο να υλοποιήσει μεταρρυθμίσεις καθώς έχει αποθέματα κοινωνικής αποδοχής, διατηρεί μια σχέση εμπιστοσύνης με το εκλογικό σώμα και εν τέλει είναι σε θέση να το επηρεάσει τόσο ώστε να επιτύχει τον στόχο του.

Το αντιπολιτευτικό ΠΑΣΟΚ του «ΕΟΚ και ΝΑΤΟ», της έξωσης «των βάσεων του θανάτου» μετατράπηκε στο κόμμα της «Αλλαγής» και στην πορεία των ετών σε ευρωπαϊκό σοσιαλιστικό κόμμα (παρά τις ιδιαιτερότητές του που δεν είναι του παρόντος). Ο π. πρόεδρος της Βραζιλίας Λούλα από ηγετική μορφή συνδικάτου και του εργατικού κινήματος, αναδείχθηκε σε μεταρρυθμιστή πρόεδρο που και με φιλελεύθερες επιλογές κατάφερε να αφήσει μια χώρα σε πολύ καλύτερο σημείο από όπου την παρέλαβε. Ο ισλαμιστής Ερντογάν από το περιθώριο και εκτός πολιτικοστρατιωτικού κατεστημένου της γείτονος, αναδείχθηκε πρωθυπουργός και ηγείται μιας φιλόδοξης αναπτυξιακής προσπάθειας της χώρας.

Στο σημείο αυτό όμως αξίζει να αναρωτηθούμε το εξής σε σχέση με την Ελλάδα σήμερα. Η Ελλάδα ακόμη και σήμερα δεν βρίσκεται στο σημείο όπου βρισκόταν οι χώρες των παραδειγμάτων. Είναι μια χώρα με υψηλό βιοτικό επίπεδο, μεγάλο μέσο κατά κεφαλήν εισόδημα, ενταγμένη σε μία υπερεθνική δομή με μεγάλη αλληλεξάρτηση. Στερείται εργαλείων που απολάμβαναν τα υποκείμενα των παραδειγμάτων, απολαμβάνει στήριξης από εταίρους, έχει πιο σύνθετα προβλήματα και όχι τόσο διακριτά. Η ενσωμάτωση μεγάλου μέρους του πληθυσμού στην κοινωνική και οικονομική ζωή είναι χρονικά πίσω της. Εν ολίγοις το ερώτημα που γεννάται είναι το εξής. Πρέπει να αναμένουμε μια παρεμφερή εξέλιξη που θα πετύχει το επίδικο, δηλαδή τις μεταρρυθμίσεις και τον εκσυγχρονισμό ή να επιχειρήσουμε να κερδίσουμε χρόνο απλά εφαρμόζοντας εδώ και τώρα ένα πρόγραμμα διαρθρωτικών αλλαγών; Υπάρχουν ενδείξεις πως υπάρχει πολιτικό υποκείμενο τέτοιας ποιότητας ή βεληνεκούς, συνθήκες, χρόνος, σχέσεις εμπιστοσύνης;

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου