Δευτέρα 1 Οκτωβρίου 2012

Μπορούμε; ( άρθρο μου για την Θεσσαλονίκη της 1/10/2012)


Φτάσαμε πάλι στο σημείο επισημοποίησης και κοινοποίησης ενός νέου πακέτου δημοσιονομικών μέτρων, ιδιαίτερα σκληρών. Βέβαια τα μέτρα αυτά δεν αποφασίστηκαν τώρα αλλά ήταν ενταγμένα και προαποφασισμένα από την στιγμή που δεχθήκαμε το δεύτερο μνημόνιο και την αναδιάρθρωση χρέους που το συνόδευε. Η συγκυρία είναι κρίσιμη, όλα τα ζητήματα είναι ανοιχτά, σοβαρές αποφάσεις αναμένονται, ισχυρές πρωτοβουλίες υπερεθνικού επιπέδου αναζητούνται αλλά και πιθανά προετοιμάζονται. Εμείς όμως στο εθνικό επίπεδο έχουμε τον δικό μας Γολγοθά.

Αυτό που δυστυχώς δεν γίνεται ευρέως αποδεκτό είναι πως είτε με πολιτικές μνημονίου είτε χωρίς αυτές υπάρχει μία συγκεκριμένη ατζέντα πρωτοβουλιών και ενεργειών που απαντά μερικώς στο δομικό πρόβλημα της χώρας. Δυστυχώς όμως η συγκρουσιακή ροπή του πολιτικού μας συστήματος, η επιδίωξη κομματικής ωφέλειας από πλευράς αντιπολίτευσης και οι καθυστερήσεις ή οι αστοχίες της κυβέρνησης αποπροσανατολίζουν τη συζήτηση από θέματα στα οποία θα μπορούσε να υπάρξει μια συνεννόηση.

Όλη η δημόσια συζήτηση, ο δημόσιος διάλογος, η κομματική αντιπαράθεση γίνεται για την μεγάλη εικόνα. Με το μνημόνιο ή χωρίς αυτό; Με την αναδιαπραγμάτευση ή με την καταγγελία; Με την ΕΕ ή την Ρωσία ( άσχετα αν η δεύτερη δεν δανείζει 5 δις την Κύπρο) ; Με την Δύση ή με την Ανατολή; Με κάποιους ή μόνοι μας; Με την Ευρωζώνη ή σαν την Αργεντινή; Αμέσως μετά μεταφερόμαστε στα πολύ μικρά ( όχι όμως ασήμαντα). Η περιπτωσιολογία γίνεται ωκεανός που στο τέλος μας πνίγει. Με την εξίσωση πετρελαίου  θέρμανσης – κίνησης ή με την πάταξη του λαθρεμπορίου; Με το επίδομα έγκαιρης προσέλευσης ή με τη διάσωση του επιδόματος παραγωγικότητας; Με τη χρέωση των τηλεφώνων στον ΕΟΠΠΥ; Με τα σκουπίδια που βρομίζουν τις πόλεις;

Σε αυτό το πλαίσιο δεν μένει χώρος για στρατηγικές επιλογές. Σε αυτή τη δημόσια σφαίρα, σε αυτόν τον δημόσιο διάλογο δεν υπάρχει χώρος για παράθεση επιχειρημάτων, για επεξήγηση, για μεσοπρόθεσμη στόχευση. Δεν υπάρχει χρόνος. Τα μικρά προβλήματα είναι πιεστικά και για τα μεγάλα έχουμε ήδη χωριστεί στα δύο. Αναπαράγουμε την ίδια μεταπολιτευτική παθογένεια. Αδυνατούμε να εντάξουμε τα αιτήματα, τις ανάγκες σε ένα πλαίσιο προτεραιοτήτων. Αδυνατούμε να δεχθούμε ιεράρχηση αναγκών, δεσμεύσεις ενός σχεδίου. Απλά παλαιότερα δεν το βλέπαμε διότι είχαμε την οικονομική δυνατότητα να τα ικανοποιήσουμε σχεδόν όλα με αποτέλεσμα να οδηγηθούμε σε ένα πολυεπίπεδο συνοθύλευμα. Συνοθύλευμα διοικητικό, νομικό, ρυθμιστικό, λειτουργικό.

Γιατί δεν μπορούμε να συνεννοηθούμε για ένα επίκαιρο ζήτημα; Για παράδειγμα για τον τρόπο κατάρτισης του προϋπολογισμού. Είτε με μνημόνιο είτε χωρίς είναι δεδομένη η αναγκαιότητα αναμόρφωσης του τρόπου κατάρτισης του προϋπολογισμού.

Η αναφορά στον προϋπολογισμό δεν είναι τυχαία. Ο τρόπος σχεδιασμού και εκτέλεσης του κρατικού προϋπολογισμού, αποτελεί μία βασική παράμετρο προώθησης ή ανάσχεσης των μεταρρυθμίσεων στη δημόσια διοίκηση.  Από ένα σύστημα όπου απουσιάζει ο προσανατολισμός στην αξιολόγηση της αποδοτικότητας των παρεχόμενων χρηματοδοτήσεων και του βαθμού επίτευξης των στόχων να περάσουμε σε ένα άλλο όπου η κοινοβουλευτική συζήτηση επί του προϋπολογισμού θα πρέπει να αποτελεί μία διαδικασία προγραμματισμού του κυβερνητικού έργου. Όχι απλά μία παρουσίαση της κατανομής κονδυλίων αποσυνδεδεμένα από τους στόχους και τα επιδιωκόμενα αποτελέσματα πολιτικής αλλά σύνδεση μεταξύ στόχων, προτεραιοτήτων και δαπανών[1]. Αλλαγή πολιτική και όχι μόνον τεχνοκρατική που ανανοηματοδοτεί την έννοια της στρατηγικής και δίνει εργαλεία εφαρμογής της. Εξοπλίζει την κυβέρνηση με τη δυνατότητα εφαρμογής δημοσίων πολιτικών, με δυνατότητα αξιολόγησης και αναμόρφωσης όπου κριθεί απαραίτητο.

Υπάρχουν λοιπόν πεδία συμφωνίας και συνεννόησης με ευεργετικά αποτελέσματα. Ή θα το παλέψουμε ή θα συνεχίσουμε τα ίδια. Μπορούμε;



[1] Στοιχεία από την Λευκή Βίβλο για τη Διακυβέρνηση

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου