Κυριακή 22 Σεπτεμβρίου 2019

Τι μπορεί να υπάρξει αριστερότερα της Νέας Δημοκρατίας με αξιώσεις και προοπτική;, άρθρο στη ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ της ΚΥΡΙΑΚΗΣ 22/9/2019



Το ερώτημα φαίνεται να απασχολεί τον κόσμο της πάλαι ποτέ προοδευτικής παράταξης που με ανησυχία βλέπει τα κόμματα που δραστηριοποιούνται στο ευρύτερο πολιτικό και ιδεολογικό χώρο να κινούνται μεταξύ σφύρας και άκμονος.

Η αδυναμία μετεξέλιξης και μετασχηματισμού του ΣΥ.ΡΙ.ΖΑ, η παράλληλη καχεξία του ΚΙΝ.ΑΛ η ταυτόχρονη, λογική και αναμενόμενη σχέση ανταγωνισμού μεταξύ των δύο, δημιουργούν ένα πολιτικό τοπίο στο οποίο η ανανεωμένη Νέα Δημοκρατία μπορεί να κυριαρχήσει για πολλά χρόνια.

Πολλοί σπεύδουν να λύσουν αυτήν την πολιτική εξίσωση κάνοντας μία απλή πρόσθεση ποσοστών. Αθροίζουν τα ποσοστά του ΣΥ.ΡΙ.ΖΑ και του ΚΙΝ.ΑΛ και διαπιστώνουν πως η κεντροαριστερά δεν υστερεί αριθμητικά από την κεντροδεξιά, ακόμη και μετά από μία μεγάλη ήττα του κύριου φορέα της στην εθνική κάλπη.

Ακόμα όμως και εάν σε ένα υποθετικό σενάριο δεχθούμε πως ΣΥ.ΡΙ.ΖΑ και ΚΙΝ.ΑΛ συμπορεύονται και σχηματίζουν έναν ενιαίο ή συμμαχικό κομματικό φορέα, είμαστε σίγουροι ότι αυτός μπορεί να είναι ελκυστικός στα μάτια των Ελλήνων ψηφοφόρων; Αρκεί δηλαδή μία συμπόρευση, μία συμμαχία ώστε να αθροιστούν τα ποσοστά και να οδηγήσουν την ενιαία κεντροαριστερά σε μία νίκη σε τέσσερα χρόνια;

Θα είναι αυτό το κόμμα ή ο σχηματισμός κομμάτων ικανό να οδηγήσει την Ελλάδα στο δεύτερο τέταρτο του 21ου αιώνα; Έχει ο χώρος αυτός τις επεξεργασίες ή τη δυνατότητα παραγωγής πολιτικών και προγραμματικών θέσεων που θα απαντούν στα νέα ερωτήματα που προκύπτουν αλλά και θα προκύψουν τν επόμενη δεκαετία; Μπορούν να εντάξει στην πολιτική συλλογιστική του τις ραγδαίες αλλαγές που θα φέρει η αυγή της 4ης βιομηχανικής επανάστασης και να καθοδηγήσουν οικονομία και κοινωνία προς μία σαφή και ασφαλή κατεύθυνση δίνοντας στη χώρα μία νέα ισχυρή θέση στον παγκόσμιο καταμερισμό εργασίας;

Συνεχίζοντας τα ερωτήματα, μπορεί η – υποθετικά ενιαία – κεντροαριστερά να ξεφύγει από τον κρατισμό, τον εσωστρεφή κορπορατισμό, τα διευρυμένα πελατειακά δίκτυα και τον εναγκαλισμό των insiders της Μεταπολίτευσης ώστε να διερευνήσει άλλη προοπτική;

Η απάντηση ως έχουν τα πράγματα είναι εμφατικά αρνητική. Το δυστύχημα είναι πως οι κομματικές ηγεσίες αμφότερων των κομμάτων δεν ασχολούνται διόλου με αυτήν την ατζέντα και ενεργούν λαμβάνοντας υπόψη βεβαιότητες των μέσων του 20ου αιώνα τη στιγμή που τα ερωτήματα του 21ου – και κυρίως οι προκλήσεις-  αυξάνονται.

Καμία αναζήτηση για το εκπαιδευτικό σύστημα, για το νέο παραγωγικό μοντέλο, για την πρόκληση της δημογραφίας και τα νέα δεδομένα που δημιουργεί στον πυρήνα του κοινωνικού κράτους, δηλαδή κυρίως στο ασφαλιστικό σύστημα. Καμία σοβαρή διερεύνηση νέων μορφών οργάνωσης του κομματικού φαινομένου, καμία συστηματική προσπάθεια παρακολούθησης των εξελίξεων.

Το δράμα έρχεται να εντείνει το γεγονός πως στο πρόσφατο παρελθόν υπήρχαν και πιθανώς ακόμη υπάρχουν οι ανθρώπινοι πόροι που μπορούσαν να παρακολουθήσουν αυτές τις εξελίξεις και να την μετουσιώσουν σε πολιτικό και προγραμματικό κείμενο και ακολούθως σε δημόσιες πολιτικές, όμως δεν ασχολούνται. Άλλωστε αυτή ήταν η παρακαταθήκη της Μεταπολίτευσης που έδωσε στην κεντροαριστερά ένα σαφές προβάδισμα. Σήμερα όμως είναι η κεντροδεξιά αυτή που διεκδικεί την εκπροσώπηση αυτών των πολιτικών, είναι η κεντροδεξιά που διεκδικεί και εκφέρει εκσυγχρονιστικό μεταρρυθμιστικό λόγο, είναι η κεντροδεξιά που ανοίγει – έστω δειλά – την κουβέντα για την Ελλάδα του 2030. Και βέβαια αυτή η ανατροπή θα έχει επιπτώσεις και στο δυνάμει στελεχιακό δυναμικό των κομμάτων που σε δεύτερο χρόνο θα ανατροφοδοτήσει την ιδεολογική και πολιτική ηγεμονία.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου