Δευτέρα 26 Σεπτεμβρίου 2011

Πρωτογενές πλεόνασμα ( άρθρο μου για την Θεσσαλονίκη της 26/09/2011)


Το κλίμα για την χώρα μας έχει γίνει πολύ βαρύ. Η λέξη χρεοκοπία έχει παγιωθεί και απλά συζητούνε για τον προσδιορισμό της. Συντεταγμένη, ελεγχόμενη, άτακτη, επιλεκτική είναι τα πιθανά σενάρια. Στο εσωτερικό μέτωπο η δυσφορία βρίσκεται ένα σκαλί πριν την έκρηξη τόσο λόγω των οικονομικών μέτρων αλλά κυρίως λόγω της ματαιότητας των θυσιών. Τα λάθη και οι παραλέιψεις της κυβέρνησης πάρα πολλά. Το πρώτο όμως και αρχικό λάθος, είναι η μεγαλοστομία της προεκλογικής περιόδου. Εκείνο το «λεφτά υπάρχουν» ανεξαρτήτως έκβασης θα μείνει στην ιστορία ως ένα από τα μεγαλύτερα πολιτικά ψεύδη.
Ομως εδώ που βρισκόμαστε πρέπει να εξετάσουμε τις δυνατότητες που υπάρχουν και έχουμε. Νούμερο ένα στόχος είναι να κερδίσουμε χρόνο. Να μην πέσει η χώρα. Να κερδισούμε χρόνο όμως όχι στις πλάτες των εισοδημάτων των πολιτών. Να κερδίσουμε χρόνο ώστε να επιδιώξουμε το πρωτογενές πλεόνασμα μέσα στο 2012. Ο στόχος δεν είναι μακρινός. Είναι εφικτός. Βέβαια αυτό σημαίνει πως θα μεταρρυθμίσουμε τα πάντα. Θα αποδεχτούμε μια γενικευμένη αλλαγή παραδείγματος. Αλλαγή παραδείγματος στα σχέδια ζωής, στις αντιλήψεις. Αλλαγή παντού. Αλλαγή παραγωγικού μοντέλου. Υπάρχουν παραδείγματα χωρών που όχι μόνο το πέτυχαν αλλά μετά από αυτήν τους την επιτυχία κατάφεραν και επαναθεμελίωσαν το κράτος πρόνοιας. Υπάρχουν παραδείγματα που τέτοιες μεταβάσεις έγιναν ειρηνικά, μέσα από διάλογο. Το γεγονός πως εμείς δεν τα καταφέρνουμε είναι ευθύνη της κυβέρνησης καθώς και σύνολου του πολιτικού συστήματος που είναι εν γένει συγκρουσιακό σε επίπεδο εικόνας και βαθυτατα συναινετικό σε επίπεδο πελατειακό και ανορθολογικό.
Επαναδιαπραγμάτευση η λέξη που μαγεύει το πόπολο. Επαναδιαπραγμάτευση πώς; Μέχρι τώρα δεν το δέχεται κανένας δανειστής μας. Υπάρχει τρόπος όμως. Εμφανιζόμενοι με ένα ευρώ πρωτογενές πλεόνασμα μέσα στο 2012 ισχυροποιούμε τη θέση μας. Μπορούμε να θέσουμε στο τραπέζι τα επιχειρήματά μας πιο πειστικά. Πέραν των οικονομίστικων επιχειρημάτων υπάρχουν δύο επιχειρήματα που πρέπει να τεθούν. Οι ελληνικές αμυντικές δαπάνες που αγγίζουν το 4% του ΑΕΠ ενω ο Μ.Ο της Ε.Ε είναι περίπου 2% και η ιδιαιτερότητα της ελληνικής επικράτειας που δεν επιτρέπει τις οικονομίες κλίμακας και προϋποθέτει αυξημένες δημόσιες δαπάνες. Κάθε νησί χρειάζεται σχολείο, κέντρο υγείας, αστυνομικό τμήμα, ταχυδρομείο, λιμάνι κ.ο.κ. Προσοχή όμως ! Τα επιχειρήματα αυτά πρέπει να τεθούν αφού έχουμε αποδείξει ότι μπορούμε και όχι ως αστερίσκοι χαριστικοί. Στόχος μας είναι μια κανονικότητα και όχι χαριστικές εξαιρέσεις.
Επίσης όλη η προσπάθεια έπρεπε να είχε εξηγηθεί καλύτερα. Μας αναγκάζουν να μειώσουμε το Δημόσιο ή πρέπει να το κάνουμε και γιατί πρέπει να το κάνουμε. Πάσχει η διοίκηση και δεν είναι αποτελεσματική; Γιατί; Που οφείλεται αυτό; Σπαταλήσαμε ευρωπαϊκούς και εθνικούς πόρους για να συντηρήσουμε φθίνοντες τομείς στερόντας τους ετσι από άλλες δυναμικές δραστηριότητες, ναί ή όχι; Αν λάμβανε χώρα μια τέτοια συζήτηση, σίγουρα θα υπήρχαν διαφωνίες αλλά σε μερίδα του κόσμου θα υπήρχε ελπίδα πως υπάρχει αύριο. 

Δευτέρα 19 Σεπτεμβρίου 2011

Στο χείλος ( άρθρο μου για την Θεσσαλονίκη της 19/09/2011)


Μέσα σε μία μόνο εβδομάδα, γίνονται τόσα πολλά που είναι αδύνατον να υπάρξει σοβαρή ανάλυση και αναστοχασμός. Τα δεδομένα αλλάζουν άρδην, όλα είναι ρευστά, τίποτε δεν φαίνεται να δίνει τη λύση. Εκρηκτική κατάσταση. Νέα μέτρα επί μέτρων, ένταση στο Αιγαίο και την Κύπρο λόγο ΑΟΖ, φήμες για επικείμενη χρεοκοπία, παρέμβαση των ΗΠΑ στην ΕΕ για διαφορετική διαχείριση, αναβολή ταξιδιού του πρωθυπουργού, σενάρια για εκλογές και η λίστα δεν έχει τελειωμό.
Επειδή από την άλλη οι παράγοντες που καθορίζουν τις εξελίξεις δεν βρίσκονται στο εσωτερικό της χώρας, κάθε εκτίμηση είναι παρακινδυνευμένη. Είναι προφανές πλέον σε όλους πως έχει χαθεί πολύς χρόνος. Από την ψήφιση του Μεσοπρόθεσμου στις αρχές του καλοκαιριού δεν έχει γίνει τίποτα απολύτως από όσα προβλέπονταν. Αποτέλεσμα της εγκληματικής ολιγωρίας η σημερινή κατάσταση. Στο παρά πέντε κάθε δόσης από την τρόικα αναζητούνται εναγωνίως χρήματα που θα μπαλώσουν τους αριθμούς. Μέτρα τα οποία απέχουν παρασάγκας από το να θεωρηθούν μεταρρύθμιση ή έστω πάγια μείωση δαπανών. Τέλμα.
Η κυβέρνηση με αυτή την τακτική χάνει σε όλα τα επίπεδα με τελευταίο το εκλογικό. Χάνει διότι φαίνεται πως και οι παράγοντες της τρόικας αντί να ασχοληθούν σοβαρά με το δύσκολο μεταρρυθμιστικό έργο της αναδόμησης του κράτους, υπαναχωρούν και αποδέχονται τα εισπρακτικά μέτρα. Αυτό αποτυπώνεται στις διαφορές που έχει το Μνημόνιο, το Μεσοπρόθεσμο και η τελευταία αποδοχή των εκτακτων μέτρων. Το πρώτο είχε οδηγίες, συμβουλές, μεταρρυθμίσεις. Το δέυτερο επικέντρωνε στο οικονομικο αποτέλεσμα με περικοπές δαπανών και σήμερα δέχονται το αποτέλεσμα μιας απλής φορολογικής επέλασης, χωρίς συνοδεία κανενός διαρθρωτικού μέτρου. Αγανάκτησαν ή αποφάσισαν πως δεν μπορούμε; Και τα δύο άσχημα νέα.
Η κυβέρνηση χάνει σε πολιτικοκοινωνικό επίπεδο. Οι όποιες δυνάμεις την στήριζαν, όχι απαραίτητως εκλογικά αλλά πολιτικά, απελπίζονται. Η μεσαία τάξη που δυνητικά θα στήριζε τις μεταρρυθμίσεις παρά την οικονομική δυσπαραγία, επείδη διεβλέπε μέλλον σε αυτές, πλέον αποσυντίθεται. Επιπροσθέτως δεν τις βλεπει να πραγματοποιούνται. Επωμίζεται το μόνο το κόστος. Θα στραφεί μοιραία σε απόψεις είτε πιο ριζοσπαστικές είτε πιο συντηριτικές, σε κάθε περίπτωση εξέλιξη αρνητική για το κυβερνών κόμμα.
Η κυβέρνηση χάνει σε αξιοπιστία στο εξωτερικό. Χάνει διότι δεν φαίνεται πρόθυμη να προβεί σε μεγάλες αλλαγές παρά μόνο σε περικοπές εισοδημάτων. Χάνει διότι προσπάθησε να επαναδιαπραγματετεί με πολιτικούς όρους μια ελαστικοποίηση των υποχρεώσεων και ηττήθηκε κατά κράτος. Στο σημείο αυτό αξίζει να πούμε πως ο κ. Σαμαράς προσποιείται πως δεν συνέβη ποτέ αυτό και συνεχίζει να ομιλεί για επαναδιαπραγμάτευση, την στιγμή που ξέρει πως αν εγερθεί τέτοιο ζήτημα από την πλευρά μας θα βρεθούμε στο κενό. Σερνόμαστε λοιπόν πίσω από απαιτήσεις και πείσματα τόσο της Γερμανίας όσο και μικρότερων κρατών που θέτουν συνεχώς όρους και προϋποθέσεις την στιγμή που εμείς θέλουμε την άμεση εφαρμογή των συμφωνηθέντων της 21ης Ιουλίου. Είναι ζήτημα ζωής και θανάτου. Βέβαια υπάρχουν πάντα και οι εκλογές.

Παρασκευή 16 Σεπτεμβρίου 2011

Ενα άλλο μοντέλο ανάπτυξης


Το παρόν δημοσιεύτηκε στην ενημερωτική ιστοσελίδα KilkisToday.gr

Λίγο πολύ όλοι οι Έλληνες έχουμε αποδεχτεί πως πρέπει να δημιουργήσουμε και να εφαρμόσουμε ένα άλλο μοντέλο ανάπτυξης. Το υποστηρίζουν πλέον όλοι ανεξαιρέτως. Οικονομολόγοι, πολιτικοί, γραφειοκράτες, επιχειρηματίες αλλά και εργαζόμενοι. Βέβαια ελοχεύει ο κίνδυνος να μείνουμε σε μια επίπλαστη συμφωνία προθέσεων και στόχων και να μην προχωρήσουμε ποτέ παρακάτω.
Το βασικό γεγονός που αλλάζει άρδην το τοπίο, είναι η απόσυρση του κράτους. Απόσυρση πολυεπίπεδη, βίαιη, προβληματική αλλά μάλλον αναγκαστική. Απόσυρση που οφείλεται σε πολλούς παράγοντες, σχεδόν σε ιστορικούς λόγους αλλά και σε οικονομικά δεδομένα. Από μόνο του αυτό είναι ένα γεγονός που ανατρέπει το σκηνικό, παγιώνει μια δύσκολη κατάσταση και μας εισάγει σε μια νέα εποχή με διαφορετικά χαρακτηριστικά.
Στο σημείο αυτό υπάρχει αρκετός χώρος ανάπτυξης μιας κουβέντας για το αν αυτή η μεταβολή έπρεπε να λάβει χώρα υπό ομαλές συνθήκες, υπό συνθήκες ανάπτυξης και όχι ύφεσης, υπό συνθήκες παγκόσμιας οικονομικής σταθερότητας και όχι κρίσης. Η αυτονόητη απάντηση είναι ναι. Έπρεπε. Το γιατί δεν έγινε μπορεί να το αξιολογήσει ο καθένας, ιεραρχώντας βάσει των δικών του κριτηρίων και συνεπακόλουθα αποδίδοντας τις ευθύνες με υποκειμενικό επιμερισμό.
Αλλά ακόμη και αυτό να γίνει, που είναι πολύ σημαντικό και είναι ίσως το πρώτο βήμα εξόδου από την κρίση, δεν σημαίνει ότι βρισκόμαστε στην έξοδο. Πρέπει να γίνουν τόσα πολλά σε τόσο σύντομο χρονικό διάστημα, που ακόμα και αν τα γνωρίζαμε λεπτομερώς θα δυσκολευόμασταν να τα εφαρμόσουμε. Πόσο μάλλον που προχωράμε ψηλαφητά.
Το υπάρχον μοντέλο ανάπτυξης θα το χαρακτηρίζαμε κρατικιστικό. Σε αδρές γραμμές. Αυτό δεν είναι απαραίτητα κακό. Κακός ήταν ο τρόπος διαχείρισής του. Τα λάθη, πέρα από την κατασπατάληση και τον πλουτισμό, έγιναν και σε κεντρικό επίπεδο. Πόροι στήριξαν νομοτελειακά φθίνοντες τομείς και παραγωγικές δομές, οι οποίες τελικά εξαφανίστηκαν ( ή μετακόμισαν σε γειτονικές χώρες όπως συνέβη και στο νομό Κιλκίς) και έτσι χάσαμε και τους πόρους, και τις παραγωγικές δομές – που θα χάνονταν και τις θέσεις εργασίας που αυτές εξασφάλιζαν. Βέβαια χάθηκε και χρόνος προσαρμογής και δυνατότητα στήριξης άλλων τομέων δυναμικών. Εγκλωβιστήκαμε λοιπόν σαν κοινωνία, σαν διοίκηση και σαν πολιτικό σύστημα σε μία προσπάθεια να αποτρέψουμε αυτό που δεν αποτρέπονταν. Ζωές ανθρώπων δυσκόλεψαν, πόροι κρατικοί και ευρωπαϊκοί χάθηκαν και ολόκληρες περιοχές υπέστησαν καθίζηση μόλις επήλθε το μοιραίο. Πρώτα το κατάλαβε η περιφέρεια αυτό – τα αστικά κέντρα το καταλαβαίνουν σήμερα.
Και γίνεται σήμερα αντιληπτό το φαινόμενο διότι σήμερα καλούμαστε όλοι να κινηθούμε προς διεθνώς εμπορεύσιμα προϊόντα και υπηρεσίες που θα ευνοούν το εμπορικό ισοζύγιο. Θα φέρνουν χρήμα από έξω- μέσα ή τουλάχιστον θα καλύπτουν μεγάλο μέρος της μειούμενης εσωτερικής ζήτησης. Είναι όμως δύσκολο αυτό να γίνει μέσα σε 2-3 χρόνια.
Η δυσκολία έγκειται στο γεγονός πως όλη η δομή του νεοελληνικού κράτους, άρα και της παραγωγής, μιας και ειναι συνδεδεμένα – ήταν προσανατολισμένη προς την εσωτερική αγορά. Ήταν εσωστρεφής. Σε συνδιασμό με την εύκολη πρόσβαση σε δισεκατομμύρια ευρώ λόγω χαμηλών επιτοκίων που αναχρηματοδοτούσαν το χρέος και στήριζαν την αυξημένη εσωτερική κατανάλωση, διαμορφώθηκε μια τέτοια εικόνα και κατάσταση. Κατάσταση που σήμερα επουδενί δεν είναι βιώσιμη.
Τι κάνουμε σήμερα; Σήμερα πρώτον θα πρέπει να παραδεχούμε πως δεν μπορούμε να ξαναεπιστρέψουμε στην προ του 2009 κατάσταση. Είναι δύσκολο να το δεχτούμε σαν κοινωνία. Είναι δύσκολο όχι μόνο στο νοητικό πεδίο αλλά και στο πραγματικό – είναι όμως απαραίτητο. Δεύτερον, κατά την άποψη μου, πρέπει να στηρίξουμε τις μεταρρυθμιστικές προσπάθειες όταν αυτές γίνονται, από όποιον και αν γίνουν. Πέρα από κόμματα και πρόσωπα, όλοι αντιλαμβάνονται πως τα πράγματα πρέπει να αλλάξουν. Να στηρίξουμε όχι τις οριζόντιες περικοπές εισοδημάτων και τις εκτακτες φορολογίες, αλλά να καταλάβουμε πως αυτές επιβάλλονται επειδή δεν προχωράνε οι μεταρρυθμίσεις. Τρίτον να επιχειρήσουμε. Να απεγκλωβιστούμε απο την υπαλληλία που είναι κατάλειπο της μετεμφυλιακής Ελλάδας. Να αναδείξουμε – εάν έχουμε – ένα πνεύμα καινοτομίας και επιχειρηματικότητας που δεν είναι μακριά από την ιδιοσυγκρασία του Έλληνα. Τέταρτον να προσαρμοστούμε στη νέα ζωή και να απαλλαγούμε από προκαταλήψεις και ιδεοληψίες που περνούσαν από γενιά σε γενιά. Από την άλλη να διαμαρτυρηθούμε, να διαδηλώσουμε για τις αδικίες, τις αστοχίες, να οργανωθούμε. Να επαναφέρουμε το συλλογικό έναντι του ατομικού. Υπάρχει συλλογικό και πλάι στο δημόσιο και κρατικό. Να διαφυλάξουμε και να απαιτήσουμε κοινωνικό κράτος, παιδεία, υγεία, υποδομές. Εν ολίγοις να κρατήσουμε ό,τι πρέπει και να πετάξουμε αυτά που μας κράτησαν πίσω. 

Τρίτη 13 Σεπτεμβρίου 2011

Αλέξανδρος Μίχας / Γνώμες για την κρίση και την ελληνική διακυβέρνηση



Του Αλέξανδρου Μίχα, δικηγόρου

Αν ο ιστορικός του μέλλοντος προσπαθήσει να καταγράψει τις σκέψεις των κατοίκων αυτής της χώρας για όσα συμβαίνουν στο θέμα της Οικονομίας εντός των τειχών (του Έβρου;) αλλά και σε παγκόσμιο επίπεδο, το πιο πιθανό είναι να εγκαταλείψει την προσπάθεια απογοητευμένος από τον όγκο γραπτού και προφορικού λόγου που σπαταλήθηκε για να ακουστούν εντέλει τόσο λίγες, κοντόφθαλμες και ατελέσφορες στην πλειονότητά τους προτάσεις. Και, αν για χρόνια ο λαός μας χωρίς περίσκεψη αναφωνούσε με την πρώτη ευκαιρία «τα λόγια σου με χόρτασαν», μάλλον τώρα που η (εντός και εκτός εισαγωγικών) πείνα είναι μπροστά μας θα διαπιστώσουμε ότι «μεγάλη μπουκιά φάε, μεγάλη κουβέντα μη λες».
Άλλο ένα κείμενο για την περιβόητη κρίση, λοιπόν. Στο τι την προκάλεσε το θεωρώ απίθανο να συμφωνήσουμε, ακριβώς επειδή προκλήθηκε από ένα μίγμα, μια Δ.Ε.Κ.Ο. (κρατείστε τον όρο, θα τον ξαναβρούμε παρακάτω) ιδεών, πολιτικών, οικονομικών θεωριών και κάθε είδους συμφερόντων, των οποίων η άνευ όρων σύμπραξη ήταν καταδικασμένη να δημιουργεί, εκτός από πλούτο, και περιόδους κρίσης. Το μπέρδεμα διαφορετικών κανόνων σε ένα κοινό παιχνίδι αναπόδραστα δημιουργεί ανισορροπίες και περιόδους αστάθειας, κατά τις οποίες όλοι στρέφονται κατά πάντων: Οι σοσιαλιστές κατά των φιλελεύθερων, οι φιλελεύθεροι κατά των κεϋνσιανών κ.ο.κ.. Ευτυχώς ή δυστυχώς, όμως, αυτό το παιχνίδι δύσκολα αλλάζει στην ουσία του (οι περίφημοι «διεθνείς κερδοσκόποι» δεν λογίζονται ως ουσία) και, καλώς ή κακώς, παράγει κέρδος για μεγάλα διαστήματα στους παίκτες του. Το ζήτημα, λοιπόν, είναι αυτοί να φροντίζουν ώστε να μπορούν να αντέχουν την περίοδο που θα χρειαστεί να χάνουν.
Και, αφού η παγκόσμια οικονομική κρίση φτάνει σταδιακά προς την εκτόνωσή της, ερχόμαστε στην ελληνική κρίση, αλλά και όλες τις επιμέρους κρίσεις, οι οποίες εν είδει ντόμινο μπορούν να επανατροφοδοτήσουν την παγκόσμια. Ας αναλύσουμε την ελληνική κρίση σε τρία ερωτήματα: Τι πάει στραβά; Τι φταίει που πάει στραβά; Τι μπορεί να γίνει;
Η πρώτη ερώτηση έχει μια απλούστατη απάντηση: Τα πάντα πάνε στραβά: Υπεράριθμοι δημόσιοι υπάλληλοι που, στην πλειονότητά τους δεν εργάζονται όσο θα έπρεπε ή απασχολούνται σε άχρηστες θέσεις, γραφειοκρατία που θα ζήλευε η Ανατολική Γερμανία, ως εκ τούτου διαφθορά και, ως εκ τούτου, ιδιωτικός τομέας που έχει μάθει να κάνει τις δουλειές του πλαγίως. Κλειστά επαγγέλματα ων ουκ έστιν αριθμός, ασύλληπτοι φόροι υπέρ τρίτων, προκλητικά προνόμια σε «πατέρες» κάθε είδους (προς τιμήν τους όσοι δεν τα αποδέχονται). Παντελής έλλειψη οράματος και σχεδίου στην Παιδεία, πολυνομία, δαιδαλώδες σύστημα απονομής Δικαιοσύνης. Αδιάλλακτο και περιχαρακωμένο (και διεφθαρμένο) πολιτικό σύστημα, πολίτες απαίδευτοι, με συντεχνιακή «λογική» και μηδενική προνοητικότητα. Αυτά και άλλα πολλά δεν είναι δυνατόν να μην καταλήγουν σε ένα απλό συμπέρασμα: Ανεξάρτητα από την διεθνή οικονομική κρίση, η είδηση δεν είναι ότι έσκασε αυτή η φούσκα που λέγεται «μεταπολιτευτική Ελλάδα», αλλά ότι άντεξε τριάντα χρόνια μέχρι να σκάσει!
Ως προς τη δεύτερη ερώτηση, ευθύνες μπορούν να αναζητηθούν σε όλους: Στα κόμματα εξουσίας για την κακοδιαχείριση (επιεικής χαρακτηρισμός), στην αριστερά για την ελαφρότητα που αντιμετωπίζει τα πάντα, στην εθνική μας μεγαλομανία, στους ξένους εταίρους μας που ήξεραν αλλά δεν τους συνέφερε να μιλήσουν. Σε όλα τα παραπάνω ανήκει μεγαλύτερο ή μικρότερο κομμάτι ευθύνης, η ουσία, όμως, του προβλήματος θα μπορούσε να εντοπιστεί στη νοοτροπία μας: Το χειρότερο που συμβαίνει αυτή τη στιγμή δεν είναι η παράλυση του αλλοπρόσαλλου μορφώματος που ονομάζουμε κράτος, αλλά το ότι κατά βάθος μας αρέσει, μας βολεύει και μας ενοχλεί το ότι πρέπει να αλλάξει. Είμαστε αγανακτισμένοι με τους άλλους και βγάζουμε πάντα τον εαυτό μας εκτός προβλήματος. Πρόκειται για μια νοοτροπία ραγιαδισμού, με ροπή στο ρουσφέτι, την ήσσονα προσπάθεια και την μισαλλοδοξία.
Η Τρίτη ερώτηση είναι η πραγματικά δύσκολη: Από τη μία, υπάρχουν μέτρα που πρέπει να ληφθούν για την ανακοπή της πορείας της χώρας προς τη διάλυση. Ακολουθώντας τη φιλελεύθερη ανάλυση, αυτά πρέπει  να είναι ιδιωτικοποιήσεις, απολύσεις στο δημόσιο, μείωση της φορολογίας και όσα εν πολλοίς έχουν γραφτεί από σχολιαστές αυτής της ιδεολογίας. Υπάρχουν, όμως, και μέτρα που, ανεξάρτητα από τις καταβολές μας, είναι αναγκαίο να πάρουμε: Πάταξη της παρανομίας και κάθε παράλογης ασυλίας (π.χ. η βουλευτική ασυλία να υφίσταται μόνο για πράξεις κατά την ενάσκηση των καθηκόντων του βουλευτή), απλούστευση της νομοθεσίας, αδιάβλητες διαδικασίες αξιολόγησης παντού.
Για να υπάρξει ο ιστορικός του μέλλοντος που είπα στην αρχή του κειμένου, πρέπει πρώτα να επιβιώσουμε εμείς. Βλέποντας γύρω μου, κοιτώντας τους πολιτικούς μας, τους θεσμούς της χώρας, γίνομαι όλο και πιο απαισιόδοξος, καθώς λύση δε φαίνεται στον ορίζοντα. Από την άλλη, η πρόσκληση για συζήτηση από τον οικοδεσπότη του blog προς άτομα με διαμετρικά αντίθετες απόψεις είναι κάτι που προ κρίσης θεωρείτο περίπου προδοσία. Αυτό και κάποιες ακόμα μεμονωμένες (προς το παρόν, ελπίζω) πρωτοβουλίες, δείχνουν ότι κάτι κινείται και είναι η κοινωνία των πολιτών. Ας προσπαθήσουμε να τραβήξουμε μια επίπονη γραμμή και να διαχωρίσουμε το παρελθόν από το παρόν και, κυρίως από το μέλλον μας.

Τετάρτη 7 Σεπτεμβρίου 2011

To ξεχασμένο 2004 και ο καταλληλότερος ( οι Ρώσοι, οι φωτιές, οι απαγωγές, οι αγωγοί και ο ροζ πάνθηρας)


Είναι καιρός τώρα που παρακολουθούμε να ξετυλίγεται ένα πολύπλευρο θεματάκι με στοιχεία από ταινία του Hollywood. Υποκλοπές, Αμερικάνοι, Ρώσοι, αγωγοί, απαγωγές, υποκλοπές, εθνικές καταστροφές και άλλα εντυπωσιακά. Όλα αφορούν τον πρώην πρωθυπουργό κ.Κώστα Καραμανλή.
Είναι από την άλλη πλευρά και οι αναιμικές προσπάθειες του νυν πρωθυπουργού ( για να μην πω ατελέσφορες) σε συνδιασμό με λάθη, παραλείψεις και επιδείνωση του διεθνούς οικονομικού κλίματος και όλα ‘’δένουν’’ στο φαντασιακό του δεξιού ψηφοφόρου. Αλλά το πρόβλημα δεν περιορίζεται μόνον εκεί καθώς ο δεξιός ψηφοφόρος έχει χαρακτηριστικά που έχει ο μέσος Έλληνας της Μεταπολίτευσης. Έχει αρκετές ομοιότητες με τον πασοκτζή της δεκαετίας του 1980. Αγάπη για τον ηγέτη, συνωμοσιολογία, εξωτερικοί παράγοντες που επιβουλεύονται την προσπάθεια της κυβέρνησης...
Για την οικονομία της συζήτησης ας δεχτούμε ότι οι Αμερικανοί δεν ήθελαν τον κ.Κώστα Καραμανλή στην θέση του πρωθυπουργού της Ελλάδας – γεγονός που δεν προκύπτει συνολικά από τις πολιτικές επιλογές της κυβέρνησής του, καθώς και παραγγελίες όπλων έκανε και στήριζε τις αντιπυραυλικές ασπίδες ( μέσω της τότε ΥΠΕΞ )  και στο σχέδιο Αναν δεν πήρε θέση ουσιαστικά ποτέ, παρά την εγχώρια προπαγάνδα (μέσω των εκατομμυρίων ευρώ σε εντυπα και καναλάκια της περιφέρειας του συστήματος Ρουσόπουλου).
Αλλά όλες τις αντιρρήσεις τις προσπερνώ και θέτω απλά ερωτήματα. Ποίος κυβερνούσε και διαπίστωσε ότι υποκλέπτονταν οι συνομιλίες του; Ποιός διπλασίασε το μισθολογικό κόστος του δημοσίου μέσα σε 5,5 χρόνια; Ποιός έμπλεξε σε τόσα σκάνδαλα; Ποιός διπλασίασε το δημόσιο χρέος; Ποιός επέλεξε να κάνει οικονομική απογραφή; Ποιός δεν ήξερε να διαχειριστεί την ολυμπιακή περιουσία; Ποιός διόρισε με προγράμματα stage την μισή κομματική νεολαία; Ποιός είχε την πολιτική ευθύνη για την ολοκληρωτική καταστροφή του 2007; Υπενθυμίζω οτι το 2001 είχαμε περισσότερες εστίες φωτιάς, αλλά δεν είχαμε στρατηγό άνεμο. Για το τέλος της εθνικά υπερήφανης νεοδημοκρατικής διακυβέρνησης αφήνω το έλλειμα 15% του ΑΕΠ.
Τέλοσπάντων, ουκ έστιν αριθμός ζητημάτων της εξαετίας του κ.Κώστα Καραμανλή. Ένα γενικό σχόλιο είναι η λέξη μπάχαλο, αποσάρθρωση, διάλυση, ωχαδερφισμός. Αλλά επειδή στήνεται σκηνικό δικαίωσης του ανθρώπου που κατέστρεψε την χώρα θέλω να υπενθυμίσω τα εξής άβολα για τον νεοκαραμανλικό μύθο. Τον Ιούνιο του 2009 λίγο πρίν τις ευρωεκλογές, ο τότε επίτροπός Χοακίν Αλμούνια προειδοποιούσε για έλλειμα πάνω από 10% του ΑΕΠ. Τον Αύγουστο ο διοικ. Της Τράπεζας της Ελλάδος είπε : « Όγδοος μήνας 8% έλλειμα – δωδέκατος πόσο;» . Επιπλέον μπορούμε να μιλήσουμε έχοντας γνώση της αλληλογραφίας υπουργών του κ.Κώστα Καραμανλή με τον κ.Γίωργο Αλογοσκούφη και τον κ.Πέτρο Δούκα – όπου σε απεγνωμένες εκλήσεις για μέτρα και μεταρυθμίσεις , αυτός , ο τιτάνας της γεωπολιτικής σκακιέρας απαντούσε με το αλήστου μνήμοης « Ασ’ το για αργότερα» όταν φιλοτιμούνταν να απαντήσει.
Αλλά όταν τα αποτελέσματα είναι τραγέλαφος, τότε ΠΑΝΤΑ φταίει ο εξωτερικός παράγοντας. Όταν η διακυβέρνηση είχε διαλυτικά αποτελέσματα βρίσκουμε μια ιστοριούλα με κακούς Αμερικανούς, καλούς Ρώσους και όλα ξεχνιούνται.
Όμως η ευθύνη είναι του νυν πρωθυπουργού που πρώτον είπε ψέμματα προεκλογικά και δεύτερον δέχθηκε να αναλάβει μονόπλευρα όλο το κόστος της μνημονιακής πολιτικής αφήνοντας όλους τους άλλους να φωνασκούν πως θα μηδενίσουν το έλλειμα και θα μειώσουν το χρέος σε 18 μήνες, χωρίς περικοπές...
Αλλά το χειρότερο όλων είναι πως όλα όσα αναφέρω για να φρεσκάρουμε την μνήμη μας, φαντάζουν πολύ μακρινά. Σκεφτείτε δε, πως κάποτε, αυτήν εδώ τη χώρα την κυβέρνησε ο κ. Κώστα Σημίτης... Αιώνες από τότε – δυστυχώς.


Υ.Γ Μιλάμε για τον πρωθυπουργό της Ελλάδας που μετά την ήττα του αγνοείται, κρύβεται, κάνει διακοπές από τέλη Απρίλη... Αλλά αυτό δεν έκανε και όταν κυβερνούσε. Αφήστε τα για αργότερα παίδες...

Τρίτη 6 Σεπτεμβρίου 2011

Γενέθλια ( άρθρο μου για την Θεσσαλονίκη της 5/09/2011)

Μόλις προχθές το κυβερνών κόμμα συμπλήρωσε 37 χρόνια ζωής. Οι εκδηλώσεις και οι αναφορές στο γεγονός έγιναν υπό την σκιά του μνημονίου, του άσχημου οικονομικού κλίματος, του μεγάλου ελλείματος, του δυσθεώρητου δημοσίου χρέους. Αρκετές συνθήκες για να μην επιτρέψουν πανηγυρικές προσεγγίσεις και αναφορές.
Όμως το ζήτημα για το ΠΑ.ΣΟ.Κ όπως και για κάθε συγχρονο σοσιαλδημοκρατικό κόμμα είναι άλλο και έχει μεγαλύτερη βαρύτητα απο την ελληνική συγκυρία. Το ζήτημα είναι η συνολική επανατοποθέτηση της σοσιαλδημοκρατίας στο πολιτικό φάσμα. Ας μην ξεχνάμε ότι το ΠΑ.ΣΟ.Κ είναι ένα από τα τελευταία σοσιαλιστικά κόμματα σε κυβερνητική θέση σε ευρωπαικό επίπεδο και ταυτόχρονα ένα από τα μεγαλύτερα σοσιαλιστικά κόμματα ιστορικά. Οι δυσκολίες που αντιμετωπίζει είναι συνδιασμός τόσο της γενικότερης κρίσης της σοσιαλδημοκρατίας όσο και της ελληνικής περίπτωσης.
Η τρέχουσα πολιτική επικαιρότητα και οι κυβερνητικές ευθύνες δεν αφήνουν περιθώρια για αναζητήσεις και θεωρητικές προσεγγίσεις, όμως πρέπει να γίνουν και αυτές. Το σοσιαλδημοκρατικό παράδειγμα είναι ζωντανό στη μνήμη των ευρωπαίων και είναι υπαρκτό στους Σκανδιναβούς. Το ευρωπαϊκό κοινωνικό μοντέλο είναι συνδιαμορφωμένο απο σοσιαλδημοκρατικές πολιτικές. Η ευρωπαϊκή ήπειρος δε, η προσφορότερη για ανασύσταση αυτού του κοινωνικού μοντέλου για πολλούς και διάφορους λόγους. Επειδή πλέον σε συνθήκες νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης είναι σε όλους κατανοητό ότι δεν μπορεί να υλοποιηθεί ενα εθνικό σοσιαλδημοκρατικό πρόγραμμα, το μόνο πεδίο που απομένει είναι το ευρωπαϊκό. Πεδίο υπερεθνικό, που αναλόγως των δεδομένων, μπορεί να επιβάλει με την πιθανή ακτινοβολία του αλλά και την βαρύτητά του αλλαγές σε παγκόσμιο επίπεδο.
Το ΠΑ.ΣΟ.Κ βέβαια έχει να αντιμετωπίσει μια ιδιόμορφη συγκυρία. Η διεθνής οικονομική κρίση είναι κρίση του χρηματοπιστωτικού καπιταλισμού και της κυριαρχίας των αγορών, ενώ η ελληνική φαίνεται να είναι κρίση παραγωγικού μοντέλου και κρατισμού. Γεγονός που επιτείνει την σύγχυση στο εσωτερικό και δυσχεραίνει τον χαρακτηρισμό ακολουθούμενων πολιτικών. Εαν συνυπολογίσουμε και την ιδιομορφία του ΠΑ.ΣΟ.Κ σαν κομματικό φορέα, όπου δεν ομοιάζει απόλυτα με τα υπόλοιπα κόμματα της ίδιας ιδεολογικής οικογένειας, καταλαβαίνουμε την τραγικότητα των στιγμών. Διότι το ΠΑ.ΣΟ.Κ ήταν συνισταμένη τόσο μιας κεντρογεννούς λαϊκιστικής κουλτούρας όσο και μιας μη κομμουνιστικογενούς κεντροαριστερής. Το πρώτο χαρακτηριστικό του απέφερε μαζικότητα, το δεύτερο σοβαρότητα και προοπτική.
Σε κάθε περίπτωση, σήμερα που η πολύπλευρη υποχώρηση του ΠΑ.ΣΟ.Κ είναι φανερή είναι ευκαιρία να δει ποιές είναι οι προοπτικές του, ποιά τα εργαλεία του, ποιά η συνολική του τοποθέτηση. Αν σε κάτι ήταν αποτελεσματικό το ΠΑ.ΣΟ.Κ αυτό ήταν η δραματική του ικανότητα να προσαρμόζεται και να αλλάζει. Αυτή τη φορά όμως το εγχείρημα είναι τιτάνιο και η αποτυχία του σημαίνει την οριστική διάλυσή του. Ο χρόνος είναι λίγος, οι αντοχές μηδαμινές, οι προοπτικές δυσοίωνες αλλά οι ρίζες βαθίες.

Σάββατο 3 Σεπτεμβρίου 2011

ΠΑΣΟΚ - Τι είναι αυτό που μας ενώνει;



Με κίνδυνο να χαρακτηριστώ ως ό,τι θέλετε και με γνώση πως η εποχή δεν επιτρέπει ούτε αγιογραφίες ούτε συγκινησιακές προσεγγίσεις θα καταθέσω πως νιώθω σήμερα εγώ. Δεν θέλω να το διαβάσει κανείς με πολιτικό τρόπο. Θέλω να καταθέσω μια αίσθηση που έχω.
Λοιπόν σήμερα γενέθλια μέρα του ΠΑ.ΣΟ.Κ . Νιώθω στενάχωρος για τον κόμμα μου. Νιώθω όμως οτι πολλοί σαν και μένα νιώθουν μόνοι. Μια μοναξιά που δεν μπορω να την περιγράψω πιστά. Μια μοναξιά διότι το ΠΑ.ΣΟ.Κ ήταν και χώρος και άνθρωποι και κτίρια και τραπεζάκια και αμφιθέατρα.
Νιώθουμε μια πίκρα. Όλοι ανεξαιρέτως είτε το βρίζουμε ανοιχτά είτε αποδεχόμαστε το περιορισμένο των επιλογών. Είμαστε πικραμένοι διότι καταλάβαμε πως μερικά έπρεπε να τα κάνουμε αλλιώς. Όμως το ΠΑ.ΣΟ.Κ είναι για μένα κάτι παραπάνω από μια απλή κομματική επιλογή. Τί να κάνουμε ! Έτσι είναι τα πράγματα.
Νομίζω πως αρχίζουμε να μοιάζουμε με εκείνους του κομμουνιστές που μετά την πτώση της ΕΣΣΔ δεν μπόρεσαν να ‘’αποδεχτουν’’ την εξέλιξη. Συναισθηματικά πάντα.
Ένας μύχιος φόβος . Μήπως σπάσει ο δεσμός ανάμεσά μας . Μήπως εξαφανιστεί ‘’αυτο που μας ενώνει – μας χωρίζει- μας πληγώνει’’ και ξαναμείνουμε μόνοι.